Η κύρωση από τη Βουλή στις 13 Μαΐου 2019 της σύμβασης παραχώρησης του έργου «Μελέτη-Κατασκευή-Χρηματοδότηση-Λειτουργία και Εκμετάλλευση του Νέου Διεθνούς Αερολιμένα Ηρακλείου Κρήτης και Μελέτη-Κατασκευή και Χρηματοδότηση των οδικών του συνδέσεων» έκλεισε την διάρκειας 16 χρόνων φάση μελέτης και σχεδίασης του έργου και δρομολόγησε οριστικά και αμετάκλητα την έναρξη των εργασιών της κατασκευής του.

Όπως δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, θα φέρει την ονομασία «Διεθνές Αεροδρόμιο Ηρακλείου Δομίνικος Θεοτοκόπουλος EL GRECO», προς απογοήτευση των αιθεροβαμόνων που πίστεψαν για ονοματοδοσία που θα περιλαμβάνει και το τοπωνύμιο της φιλοξενίας του, παραβιάζοντας τους κανόνες ονοματοδοσίας των διεθνών οργανώσεων αεροπορικών μεταφορών ICAO και IATA.

Στον ν. 4612/19, κύρωσης της σύμβασης παραχώρησης του έργου, αναφέρονται και κατοχυρώνονται τα δικαιώματα και συμφέροντα του Δημοσίου και της αναδόχου εταιρείας, όχι όμως και τα δικαιώματα του συμβαλλόμενου μέρους και αποδέκτη του συνόλου των δυσμενών επιπτώσεων της κατασκευής και λειτουργίας του έργου, που εκφράστηκαν ως αντισταθμιστικά οφέλη και απαξιώθηκαν με τον αποκλεισμό της αναφοράς τους στον νόμο κατοχύρωσης της σύμβασης παραχώρησης.

Οι δημόσιες δηλώσεις του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του εκπροσώπου της αναδόχου εταιρείας, στο Καστέλλι, κατά τη διάρκεια της υπογραφής της σύμβασης, για εκπροσώπηση του ελληνικού Δημοσίου από τον δήμαρχο και προτεραιότητα των δημοτών στις προσλήψεις του προσωπικού του αεροδρομίου, χωρίς τη ρητή αναφορά τους στο κείμενο του νόμου, κύρωσης της σύμβασης, επιβεβαιώνουν απλά την κυβερνητική αναξιοπιστία και το λαϊκό τσιτάτο «στρίβειν δια του αρραβώνος».

Αντικειμενική και ανιδιοτελής αναζήτηση των παραγόντων της κυβερνητικής αυτής απαξίωσης οδηγεί αβίαστα:

α. Στις διαχρονικές αποφάσεις, των Δημοτικών Συμβουλίων, να χειριστούν το θέμα του νέου πολιτικού αεροδρομίου χωρίς την εμπεριστατωμένη μελέτη, το συμβουλευτικό έργο, την γνωστική πληροφόρηση και νομική τεκμηρίωση των δημοτικών αιτημάτων, από ειδικούς και εξειδικευμένους συμβούλους.

β. Στους αναποτελεσματικούς, όπως αποδείχτηκε, χειρισμούς εκτέλεσης και αξιοποίησης των αποφάσεων, από τα εκτελεστικά όργανα και όχι στους εξειδικευμένους χειρισμούς εξουσιοδοτημένων ειδικών συμβούλων, που μπορούσαν να συνδέσουν άρρηκτα την κατασκευή και λειτουργία του νέου πολιτικού αεροδρομίου με την σχεδίαση της αναπτυξιακής προοπτικής του τόπου, την οποία και επηρεάζει καταλυτικά. Σύνδεση, που έπρεπε να αποτελεί το κύριο και μοναδικό αίτημα του Δήμου και όχι οι μακρείς κατάλογοι αιτημάτων, που υποβάλλονταν κατά καιρούς σε κυβερνητικούς  παράγοντες μέσω πλαισίων θέσεων, υπομνημάτων και παρακλητικών επιστολών.

γ. Στην αρχική ολέθρια θετική αποδοχή του έργου από τον τ. Δήμο Καστελλίου, που τον κατέστησε δεδομένο στις κυβερνητικές αξιώσεις. Στην πράξη η θετική αποδοχή απέκλεισε τη διαβουλευτική διαδικασία, που θα αναδείκνυε τις αξιώσεις, δεσμεύσεις και υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών οι οποίες θα μπορούσαν να νομιμοποιηθούν και να κατοχυρωθούν με τους όρους προγραμματικής σύμβασης.

Αυταπόδεικτα μία αρχική αρνητική τοποθέτηση της δημοτικής Αρχής στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, με την αξιοποίηση της συλλογικής τοπικής βούλησης, όσο εξωφρενικό και αν ακούγεται, ενώ δεν απέτρεπε τις κυβερνητικές επιλογές, υπηρετούσε τους χειρισμούς της δημοτικής Αρχής καλύτερα.

Η αναγκαιότητα της πρόσληψης εξειδικευμένων ειδικών συμβούλων επισημάνθηκε ύστερα από σχετική μελέτη «Εκτίμηση των  συνεπειών της κατασκευής και λειτουργίας του πολιτικού αεροδρομίου» και προτάθηκε στον τ. Δήμο Καστελλίου το 2007. Η αποδοχή των συμβούλων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για την παροχή συμβουλευτικού έργου, γνωστικής πληροφόρησης και εξασφάλισης των δημοτικών συμφερόντων και η επίκληση οικονομικής αδυναμίας του Δήμου οδήγησαν στην απόρριψη της πρότασης.

Η ανάγκη πρόσληψης ειδικών συμβούλων επισημάνθηκε ακόμη και σε ανοικτή επιστολή, που παραμένει αναπάντητη, στον δήμαρχο της νέας αυτοδιοικητικής δομής στις 22/10/2012, στην οποία επισημαίνεται: [Sic]*«Οι αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, που αναφέρονται στα δικαιώματα του Δήμου, εξωτερικεύουν και εκφράζουν προσωπικές θέσεις και απόψεις των μελών του, που δεν εξασφαλίζουν εκ των προτέρων (a priori), τα δημοτικά δικαιώματα. Τα εξ υπαρχής (ab initio) και αυτεπάγγελτα δικαιώματα του Δήμου και δημοτών (ipso facto), προσδιορίζονται και διεκδικούνται a posteriori, δηλαδή ύστερα από τεκμηρίωση εμπεριστατωμένη και νομική υποστήριξη από ειδικούς συμβούλους και εξειδικευμένους τεχνοκράτες, που τα εκπροσωπούν από θέσεως (ex-officio), προς τούτο εξουσιοδοτούμενοι από το Δημοτικό Συμβούλιο».

Στην επιστολή ακόμη γίνεται λόγος για τη ματαιοπονία να πιστεύουμε ότι μπορούμε να χειριστούμε μόνοι και να αξιοποιήσουμε επωφελώς για τον Δήμο και τους δημότες, τις εξαιρετικά δύσκολες, πολύπλοκες και εξειδικευμένες νομικές διαδικασίες διαχείρισης, που απαιτεί το έργο επισημαίνοντας ότι: [Sic] «Ο Δήμος μας δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των Δήμων, που διαθέτουν τη δυναμική, τα μέσα και κυρίως τα πρόσωπα, με κατάλληλη γνώση και απαιτούμενη εμπειρία να επηρεάσουν κυβερνητικούς σχεδιασμούς και πολύ περισσότερο να τους ανατρέψουν, αλλά και να χειριστούν ένα αναπτυξιακό έργο ειδικής τεχνογνωσίας και εξαιρετικής πολυπλοκότητας» αλλά και τονίζοντας δηκτικά ότι: [Sic]

«Ευθύνες αναλογούν αναμφίβολα σε όσους δεν αξιοποίησαν ως όφειλαν τις προβλέψεις του ν.3584/2007 (άρθρο 163) με τις οποίες πλαισιώνεται ο δήμαρχος με ειδικούς συμβούλους ή επιστημονικούς συνεργάτες ισάριθμους των αντιδημάρχων για παροχή γνωστικής πληροφόρησης συμβουλευτικού έργου και νομικής υποστήριξης».

Στο τέλος της επιστολής επισημαίνεται: [Sic] «Οι συνέπειες των αποφάσεων και των χειρισμών μας για το θέμα του πολιτικού αεροδρομίου, θα αναδειχτούν, χωρίς να είναι αναστρέψιμες, όταν και εφόσον το έργο δρομολογηθεί οριστικά, με πολιτικές αποφάσεις, που δεν θα περιλαμβάνουν ως αναπόσπαστο μέρος, δημοτικές αποφάσεις τεκμηριωμένες νομικά, κατοχυρωμένες θεσμικά και εμπεριστατωμένης μελέτης». Πρόβλεψη δυσοίωνη, που επιβεβαίωσαν δυστυχώς οι τελευταίες εξελίξεις.

Δημοτικές αποφάσεις, με τις παραπάνω προδιαγραφές, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος των πολιτικών σχεδιασμών και αποφάσεων ή να ενταχθούν στις παραμέτρους του αναπτυξιακού έργου και να γίνουν αντικείμενο προβληματισμού των μελετητών από τα αρχικά στάδια των σχεδιασμών του έργου δεν λήφθηκαν ποτέ και οι μη αναστρέψιμες συνέπειες αποτελούν γεγονός και κληρονομιά, που καλείται να διαχειριστεί η νέα δημοτική Αρχή ενεργοποιώντας τις κοινωνικές και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, που είχαν παροπλιστεί με τη μεροληπτική και ιδιοτελή ενημέρωση και πληροφόρηση.

Η προκλητική απαξίωση του συνόλου των δημοτικών αιτημάτων με την κύρωση της  σύμβασης παραχώρησης του έργου στη Βουλή έδειξε ότι υπάρχουν υπεύθυνοι που οφείλουν ξεπερνώντας το “Σύνδρομο του Πιλάτου” να αποδεχτούν ότι δεν φταίνε άλλοι για τις επιλογές και τους χειρισμούς των δημοτικών Αρχών που αρκέστηκαν στο «ὃ γέγονε», απαξίωσαν το «δυνατόν γενέσθαι» και σκότωσαν το «μέλλον του τόπου».

Θα έχουν άραγε (;), την τόλμη και γενναιότητα να δώσουν λόγο στο πνεύμα του υπέροχου αποσπάσματος του Αισχίνη από τον Κατά Κτησιφώντος Λόγο, «Εν γαρ ταύτη τη πόλει, ούτως αρχαία ούση και τηλικαύτη το μέγεθος, ουδείς εστιν  ανυπεύθυνος των και οπωσούν προς τα κοινά προσεληλυθότων** » που αποτελεί ισχυρό ράπισμα για όσους ασκούν δημόσια εξουσία και θεωρούν τους εαυτούς τους ανεύθυνους;

*[Sic]: Αυτολεξεί

** «Σ’ αυτή την αρχαία και τόσο μεγάλη σε έκταση πολιτεία κανένας δεν είναι ανεύθυνος από όσους κατά κάποιο τρόπο ασχολήθηκαν με τα κοινά».

 

*Ο Μανώλης Κομπολάκης είναι τ. ειδικός σύμβουλος Νομάρχη,  τ. δημοτικός σύμβουλος

e-mail: [email protected]