Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι η ποίηση είναι ανώτερη από την ιστορία, γιατί αναφέρεται στο «καθόλου», το γενικό και όχι στο ειδικό και επιμέρους. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε για όλες τις Τέχνες και ιδιαίτερα για τη λογοτεχνία και το μυθιστόρημα, όταν ο συγγραφέας είναι άξιος να υπερβεί την απλή καταγραφή γεγονότων και να δημιουργήσει μορφές ζωντανές που εκφράζουν τη βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου να κατανοήσει την ύπαρξή του και τον κόσμο και με την αισθητική συγκίνηση να βοηθήσει να αποκτήσουμε μορφωτική επάρκεια. Εξαιρώ τον Θουκυδίδη, γιατί δεν θεμελίωσε μόνο την ιστορική μέθοδο, αλλά υπήρξε και μεγάλος λογοτέχνης, που μας μεταδίδει την αγωνία του να υποτάξει τη γλώσσα, ανατρέποντας τους συντακτικούς κανόνες.

Το ευχάριστο είναι ότι και σήμερα, πάρα τις προβλέψεις, έχουμε μεγάλους μυθιστοριογράφους που μας ανοίγουν ένα φωτεινό παράθυρο στον κόσμο που έρχεται – και μετά την ανάγνωση του έργου τους- έχουμε την αίσθηση ότι δεν είμαστε πια οι ίδιοι.

Αυτή την αίσθηση είχα όταν διάβαζα το έργο του Άγγλου συγγραφέα Τζόναθαν Κόου «Μπορνβιλ, το διαιρεμένο βασίλειο» από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ που έχει μεταφράσει με επάρκεια η Άλκηστις Τριμπέρη. Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο κυκλοφορούν δέκα ακόμη μυθιστορήματα του ίδιου συγγραφέα. Η αφήγηση αρχίζει και τελειώνει με την πανδημία του κορωνοϊού και καλύπτει σε επτά κεφάλαια τα χρόνια από την ημέρα της νίκης στην Ευρώπη, 8 Μαΐου 1945 μέχρι το 2020. Κινείται σε δυο επίπεδα. Παρακολουθούμε τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα και τη ζωή και τις σχέσεις καθημερινών ανθρώπων.

Η τραγωδία του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου άφησε πολλά τραύματα και στη χώρα μας, όμως πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το κύριο βάρος του πολέμου και τη νίκη την οφείλουμε στην Αγγλία. Ήταν μια αυτοκρατορία, όπου δεν βασίλευε ποτέ ο ήλιος, καταστράφηκε και χρειάστηκαν χρόνια για να ανασυγκροτηθεί.

Παράλληλα ιδιαίτερα στη χώρα μας θεωρήθηκε υπαίτιος του Εμφυλίου, γιατί πάντα μας διακρίνει η μετάθεση της ευθύνης στους άλλους. Τόπος της δράσης είναι ένα προάστιο του Μάντσεστερ, όπου υπάρχει ένα εργοστάσιο σοκολατοποιίας που σταδιακά μεγαλώνει καθώς εγκαθίστανται πολλές οικογένειες εργαζομένων εκεί.

Κεντρική μορφή είναι η Μαίρη που, όπως ομολογεί ο συγγραφέας στον επίλογο, είναι το μόνο πραγματικό πρόσωπο. Η μητέρα του, που έφυγε στα 86 της χρόνια το διάστημα του εγκλεισμού στο σπίτι μόνη. Όλοι γνωρίσαμε τις μέρες αυτές και ο συγγραφέας στις σελίδες που περιγράφει τις συνθήκες ζωής και τις αλλαγές της καθημερινότητας, μας δείχνει πόσο μεγάλο είναι το ταλέντο του.

Εξαιρετικές παρόμοιες στιγμές υπάρχουν σε όλο το έργο. Ιδιαίτερα τρυφερή είναι η σκηνή, όπου μητέρα και γιός εξομολογούνται αμοιβαία και εκείνη τον κατανοεί και του λέει ότι όλα έχουν αλλάξει. Άλλωστε η τελευταία φράση του έργου είναι «Όλα αλλάζουν και όλα παραμένουν ίδια» που μας παραπέμπει στο «Γατόπαρδο», όπου ο πρίγκιπας συμβουλεύει τον ανιψιό του ότι πρέπει να αλλάξουν όλα για να παραμείνουν όπως είναι.

Η Μαίρη είναι μια λογοτεχνική ηρωίδα που η αλήθεια της πάντα θα συγκινεί τους αναγνώστες με το πλούσιο ψυχικό της μεγαλείο. Έχει κάνει σωστές επιλογές στη ζωή της. Έχει σπουδάσει γυμνάστρια. Αγαπά τη μουσική και χαίρεται να οδηγεί τολμηρά. Πληγώνεται, όταν της στερούν το δίπλωμα οδήγησης και κάνει την επανάστασή της και τη μόνη ίσως παρανομία, όταν παραβιάζει τις απαγορεύσεις και παίρνει το αυτοκίνητό της για να χαρεί την τελευταία της έξοδο από το σπίτι.

Ενσωματώνονται επίσημοι λόγοι, ημερολογιακές σημειώσεις, τηλεοπτικές εκπομπές, παρουσιάζονται πολλές διαφορετικές συνταγές μαγειρικής, ακόμη και υπομνήματα για τις συνεδριάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να στηριχθεί και να προωθηθεί η αγγλική σοκολάτα με την ιδιαίτερη γεύση. Είναι έργο πολυπρόσωπο και περιγράφονται πολλές σκηνές από το φυσικό τοπίο.

Το έργο διαβάζεται σαν ένα θλιβερό πρελούδιο για μια αγαπημένη πατρίδα που φαίνεται να υποχωρεί, αλλά κρατεί ζωντανή τη μνήμη ενός ένδοξου παρελθόντος και το μεγαλείο μιας χαμένης αυτοκρατορίας που όπως είναι φυσικό δεν μπορεί να ανεχθεί ότι θα υποταχθεί σε μια Γερμανία που πολέμησε με αποφασιστικότητα. Ίσως γι’ αυτό αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δεν ξέρω αν μπορούν οι λαοί να σκοτώσουν τη μνήμη τους και να προχωρήσουν στη διαμόρφωση μια ευρύτερης συνείδησης και ταυτότητας, όπως επιβάλλει η οικουμενικότητα που ζούμε. Ο συγγραφέας αφήνει ανοικτό το θέμα και ο κάθε αναγνώστης μπορεί να δώσει τη δική του απάντηση. Ο εκδοτικός οίκος ΠΟΛΙΣ, εδώ και αρκετά χρόνια, υπηρετεί με συνέπεια ένα υψηλό μορφωτικό σκοπό που δυστυχώς η Πολιτεία αρνείται να κατανοήσει ότι είναι το ύψιστο χρέος της.

 

*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος