Εμείς οι γέροι Κρητικοί θυμόμαστε την αξία των γαϊδάρων των πατεράδων και των παππούδων μας. Γιατί μια αιτία που ζήσαμε ήταν οι εργασίες που μας έκαναν οι γαϊδάροι σε κάθε οικογένεια για να συντηρούμαστε, να επιβιώνουμε και να μην πεινούμε.

Όλους τους περασμένους αιώνες η κάθε κρητική οικογένεια είχε από ένα γάιδαρο και πάνω. Αυτοί οι κρητικοί γαϊδάροι ήταν δυο-τρεις ράτσες και χρώματα. Μαύροι, ασπριδεροί, σταχτί, και καφέ, πολύ ψηλοί, μεσαίοι, κοντοί, και ζούσαν 30-40 χρόνια. Οι παλιοί Κρητικοί και οι τζαμπατζήδες-μεταπουλητές εγνώριζαν από τα δόντια τους γαϊδάρους πόσο χρονών ήταν. Ορισμένοι γαϊδάροι είχα διάφορα χούγια, ελαττώματα, σαν τους ανθρώπους που δεν ήταν δυνατόν να μην έχουν.

Αυτοί οι γαϊδάροι πολύ δύσκολα αρρώσταιναν, σχεδόν όλοι ψοφούσαν από γερατιά. Όταν πολυγερνούσαν και ήταν ετοιμοθάνατοι, τους πήγαιναν σε απομακρυσμένα μέρη και ψοφούσαν. Άλλοι Κρητικοί που τους πολυαγαπούσαν τους συντηρούσαν μέχρι να ψοφήσουν και μετά τους κωλόσερναν και τους απομάκρυναν έξω από τα χωριά και δεν τους χωμάτιζαν, αλλά τους άφηναν στην ύπαιθρο και τους έτρωγαν οι γύπες-βιτσίλες.

Τους γαϊδάρους τους ζευγάρωναν με άλογα και γεννούσαν τα μουλάρια που είχαν μεγάλες δυνατότητες για βαριές δουλειές, οργώματα, αλωνίσματα, και τραβούσαν και κάρα. Όπως τα άλογα πολυαγαπάνε τα αφεντικά τους, έτσι και οι γαϊδάροι γνώριζαν, υπάκουγαν και αγαπούσαν τα αφεντικά τους. Αυτοί οι γαϊδάροι έχουν μεγάλα θυμητικά, όταν έκαναν οποιαδήποτε διαδρομή την θυμόνταν για πολλά χρόνια. Πάντα θυμόνταν τα στρατουλάκια και πήγαιναν από τον ένα τόπο στον άλλο χωρίς καθοδήγηση.

Έτσι η κάθε οικογένεια είχε στήριγμα της τον γάιδαρο, που τον έλεγαν και “κτήμα”. Οι δουλειές που έκαναν οι παλιοί Κρητικοί με τους γαϊδάρους τους ήταν πολλές. Όπως κουβαλούσαν με τα σταμνιά νερά στα οπίσθιά τους, κουβαλούσαν ξύλα για να μαγειρεύουν και να ψήνουν τα ψωμιά ή τα παξιμάδια τους, κουβαλούσαν ξύλα για τα τζάκια για να πυρώνονται.

Επίσης με τους γαϊδάρους κουβαλούσαν τις ελιές, σταφύλια, τα στάχια στα αλώνια, τους έβαναν και αλώνιζαν, κουβαλούσαν τα αλέσματα στους μύλους. Έκαναν κι άλλες δουλειές με τους γαϊδάρους, όπως γύριζαν γύρω-γύρω τις πέτρες στις παλιές φάμπρικες-ελαιοτριβεία, όργωναν τις ελιές, όργωναν και έσπερναν τα χωράφια, τα περβόλια και άλλα. Ακόμα οι γαϊδάροι γύριζαν γύρω-γύρω από τα πηγάδια τους σακιέδες και κομπομηχανές που έβγαζαν νερό και πότιζαν τα περιβόλια.

Τα παλιά εκείνα χρόνια χρησιμοποιούσαν τους γαϊδάρους και οι πραματευτάδες-ψιλικατζήδες, που τους φόρτωναν δυο όρθια κασόνια με πόρτες και πουλούσαν ψιλικά στα χωριά. Διάφοροι επαγγελματίες τα πιο παλιά χρόνια έζευαν τους γαϊδάρους σε μικρά κάρα και πουλούσαν στις πόλεις μαναβικά, ψάρια, γάλα, πάγο, παγωτά, νερό, ασβέστη και άλλα.

Πάντα στα πανηγύρια και στους γάμους στόλιζαν με πατανίες τους γαϊδάρους που τους πηγαινοέφερναν από το ένα χωριό στο άλλο. Ακόμα οι γαϊδάρες όταν γεννούσαν έβγαζαν λίγο γάλα που πάντα ήταν το καλύτερο, που το χρησιμοποιούσαν οι Κρητικοί για διάφορες θεραπείες. Σε άλλες συγκλονιστικές εποχές που γίνονταν μάχες με τους ξένους κατακτητές της Κρήτης, τους νεκρούς μας τους κουβαλούσαν με τους γαϊδάρους για να τους θάψουν στα χωριά. Άλλες φορές κουβαλούσαν τους αρρώστους στη Χώρα στους γιατρούς.

Τα πιο παλιά χρόνια που δεν υπήρχαν λιπάσματα οι γαϊδάροι μας προσέφεραν και την κοπριά τους. Μια Κρητική παροιμία-ιστορία λέει ότι οι γαϊδάροι ανακάλυψαν το κλάδεμα στα αμπέλια και αυτή ήταν χρήσιμη προσφορά των γαϊδάρων προς τους ανθρώπους.

Όλους τους περασμένους αιώνες στην Κρήτη υπήρχαν πολλές δεκάδες χιλιάδες γαϊδάροι, τώρα υπάρχουν λίγες δεκάδες στο Λασίθι και αλλού. Δυστυχώς σε λίγα χρόνια θα τους ξοφλήσουμε όπως τις κρητικές αϊλιές-αγελάδες.

Από τους αρχαιοτάτους χρόνους έχουμε σύμβολα στην Ελλάδα τα περιστέρια, τους αετούς, τους αίγαγρους, τους ταύρους, τα άλογα, τα δελφίνια και άλλα. Ποτέ όμως δεν κάναμε σύμβολα τα πιο χρήσιμα ζώα της Κρήτης μας, τους γαϊδάρους, μόνο τα παλιά χρόνια ορισμένοι τους δέρνανε, τους κλωτσούσανε σαν αμοιβή για τις καθημερινές εργασίες που μας πρόσφεραν. Ακόμα και τώρα όταν θέλουμε να βρίσουμε ο ένας τον άλλο λέμε “εσύ ρε είσαι γάιδαρος”, δηλαδή ό,τι χειρότερο.

Για όλες τις παραπάνω δωρεάν εργασίες που πρόσφεραν οι γάιδαροι στους προγόνους μας για να ζήσουν και να υπάρχουμε εμείς σήμερα “ελεύθεροι”, προτείνω “προαιρετικά” να φτιάξουμε σε κάθε χωριό έναν ανδριάντα έναν γάιδαρο και να εξηγούμε πάνω σε μια μαρμάρινη πλάκα πόσες καλές εργασίες προσέφεραν στους προγόνους μας οι γάιδαροι.

Ακόμα και στον Χριστό προσφέρθηκε ένα γαϊδουράκι και το καβαλούσε για να μην κουραζόταν.

“Οι γάιδαροι της Κρήτης μας δεν είναι τιμημένοι

αλλ’ από τον Ιησού Χριστό είναι ευλογημένοι”.

*Ο Βαγγέλης Μπαριτάκης είναι ιδρυτής του Λαογραφικού Μουσείου Γουβών