Τις τελευταίες εβδομάδες πολλά ελέχθησαν από τους πολιτικούς και ακούστηκαν κάποιες λεπτομέρειες που αφορούν την κρατικοποίηση ή ιδιωτικοποίηση των εταιρειών που διαχειρίζονται την υπόθεση του νερού. Αξίζει, εδώ, να φέρουμε στο νου μια ανάλογη περίπτωση από την μακρινή Βολιβία και συγκεκριμένα πώς  αγωνίστηκαν οι Βολιβιανοί και κέρδισαν  την πρόσβαση στο νερό.

Η περίπτωση μάλιστα εκείνη έδωσε αφορμή στην Αμερικανίδα συγγραφέα Σάρα Χάινς να προχωρήσει στην συγγραφή ενός ενδιαφέροντος βιβλίου με τίτλο ΄Νερό για όλους: Κοινότητα, ιδιοκτησία και επανάσταση στη σύγχρονη Βολιβία’ (Sarah Hines, ‘Water for All: Community, Property, and Revolution in Modern Bolivia’, που εκδόθηκε το 2021 ‎(University of California Press).

Τον Ιανουάριο του 2006, ο Έβο Μοράλες έγινε ο πρώτος ιθαγενής πρόεδρος της Βολιβίας, αφού εκλέχθηκε στον απόηχο πενταετούς περιόδου λαϊκής εξέγερσης που ξεκίνησε με μαζικές διαμαρτυρίες κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού στην κοιλάδα Κοτσαμπάμπα. Ο ‘Πόλεμος του Νερού’ εκεί ήταν σειρά διαμαρτυριών και κοινωνικής εξέγερσης που έλαβαν χώρα στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Βολιβίας, μεταξύ του Δεκεμβρίου 1999 και του Απριλίου 2000, ως  αντίδραση στην ιδιωτικοποίηση της εταιρείας ύδρευσης της πόλης.

Οι εντάσεις ξέσπασαν όταν μια νέα επιχείρηση και κοινοπραξία που περιελάμβανε την εταιρεία Bechtel, επένδυσε στην κατασκευή μεγάλου φράγματος, προτεραιότητα του δημάρχου Μάνφρεντ Ρέγιες Βίγια, οπότε και αυξήθηκαν δραματικά οι τιμές του νερού. Το 1999, συγκεκριμένα, η κυβέρνηση της Βολιβίας προχώρησε σε σύμβαση με την Aguas del Tunari, την κοινοπραξία εταιρειών στην οποία συμμετείχε ο αμερικανικός κατασκευαστικός κολοσσός Bechtel, για τη διαχείριση της παροχής νερού στην πόλη Κοτσαμπάμπα και την γύρω ύπαιθρο.

Η νέα εταιρεία αύξησε σημαντικά τα τέλη ύδρευσης στους πολίτες και πήρε  επιπλέον τον έλεγχο στα συστήματα πόσιμου νερού σε γειτονιές και περίχωρα της πόλης και σε αρδευτικά δίκτυα σε αγροτικές κοινότητες, χρεώνοντας αυτούς τους νέους ‘πελάτες’ για την χρήση συστημάτων ύδρευσης που στην πραγματικότητα είχαν κατασκευάσει και πληρώσει οι ίδιοι. Σε απάντηση, οι χρήστες νερού  κατέλαβαν δρόμους, έστησαν οδοφράγματα και πραγματοποίησαν μαζικές συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια. Αντί να διαπραγματευτεί, η κυβέρνηση έστειλε στρατιώτες και αστυνομικούς που τους επιτέθηκαν με ρόπαλα  και έριξαν δακρυγόνα και σφαίρες εναντίον των διαδηλωτών και όλων των παρευρισκομένων.

Απτόητοι, οι διαδηλωτές ανασυντάχθηκαν και αυξήθηκαν αριθμητικά. Είναι αξιοσημείωτο ότι νικητές αναδείχθηκαν οι  διαδηλωτές. Τον Απρίλιο του 2000, το Κογκρέσο της Βολιβίας ακύρωσε το νόμο του 1999 που επέτρεπε την ιδιωτικοποίηση του νερού και ο Ούγκο Μπάνζερ (1926-2002), πρώην δικτάτορας που έγινε εκλεγμένος πρόεδρος,  ακύρωσε την σύμβαση της κυβέρνησης με την Aguas del Tunari. Τα νέα για τον ‘Πόλεμο του Νερού’ της Κοτσαμπάμπα το 2000, όπως έγινε γνωστή η σύγκρουση αυτή, διαδόθηκαν μεταξύ των ακτιβιστών σε όλο τον κόσμο.

Τον Απρίλιο του 2000, οργανώθηκαν  διαδηλώσεις κατά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον, όπου παρευρέθηκε και ο συνδικαλιστής Όσκαρ Ολιβέρα (γεν. 1955) που υπήρξε  ο  κύριος οργανωτής και ηγέτης του πολέμου για το νερό της Κοτσαμπάμπα, ο οποίος μίλησε  εναντίον της ιδιωτικοποίησής του. Τα επόμενα πέντε χρόνια, οι Βολιβιανοί διαμαρτυρήθηκαν για την ιδιωτικοποίηση του νερού και σε άλλες πόλεις, κι ακόμα για τον ξένο έλεγχο του φυσικού αερίου και όλες τις άλλες πολιτικές που είχαν ως αποτέλεσμα τις  αυξήσεις φόρων και  του κόστους ζωής.

Τα διάφορα κοινωνικά κινήματα στη χώρα υιοθέτησαν το κάλεσμα των ακτιβιστών του νερού της Κοτσαμπάμπα για συντακτική συνέλευση που θα μετέτρεπε τη Βολιβία σε δικαιότερο και δημοκρατικότερο έθνος με νέο σύνταγμα, μια πρόταση που έγινε για πρώτη φορά από ομάδες ιθαγενών των πεδινών περιοχών της χώρας. Μέσω της κινητοποίησης της βάσης, με απεργίες, οδοφράγματα, συγκεντρώσεις και πορείες, από τα ορεινά μέρη μέχρι τις κοιλάδες και τις πεδιάδες, τα κοινωνικά κινήματα απέκτησαν την απαραίτητη δύναμη για να νικήσουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στο έδαφος και στη συνέχεια τα πολιτικά κόμματα που εμφορούνταν από αυτές τις πολιτικές, στις εκλογές.

Ο ‘Πόλεμος του Νερού’ ήταν η τελευταία μάχη σε έναν μακροχρόνιο αγώνα για την πρόσβαση στο νερό και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, γιατί οι κάτοικοι της Κοτσαμπάμπα αγωνίζονταν για να υπερασπιστούν κάτι που είχαν ήδη κερδίσει επί πολλές δεκαετίες μέσω της εργασίας και των διαμαρτυριών τους. Τουτέστιν  τον εκδημοκρατισμό της πρόσβασης στο νερό και της λήψης αποφάσεων για κρίσιμα  κοινωνικά θέματα.

Η συγγραφέας του προαναφερόμενου βιβλίου, ταξίδεψε στη Βολιβία τον Ιούνιο του 2004. Μέχρι τότε οι διαδηλωτές είχαν αναγκάσει τον πρόεδρο Γκονσάλο Σάντσες ντι Λοσάδα να παραιτηθεί λόγω των πρόσφατων γεγονότων, και αφού οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας είχαν σκοτώσει πάνω από ογδόντα  άτομα κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων τον Οκτώβριο του 2003 ενάντια σε ένα κυβερνητικό σχέδιο που επέτρεπε σε μια πολυεθνική εταιρεία να εξάγει μη επεξεργασμένο φυσικό αέριο μέσω της Χιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί πληροφορήθηκε για όλα τα γεγονότα και συζήτησε με  συνδικαλιστές και ακτιβιστές στη Λα Παζ, την διοικητική πρωτεύουσα της Βολιβίας,  και με ακτιβιστές του νερού στην Κοτσαμπάμπα που επηρέασαν την πολιτική στη χώρα τους.

Επέστρεψε στη Βολιβία το 2006-2007, με υποτροφία Φουλμπράϊτ, για να ερευνήσει τις απαρχές του πολέμου για το νερό και ξανά από το 2010 έως το 2015 για να ερευνήσει και να γράψει τη διδακτορική της διατριβή για την ιστορία του κοινωνικού αγώνα γι’ αυτό το αγαθό, διαπιστώνοντας πως  ο ‘Πόλεμος του Νερού’ ήταν η τελευταία μάχη ενός  επίμονου αγώνα για  πρόσβαση στο νερό και για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας.

Στο βιβλίο της, αφηγείται πώς οι χρήστες νερού της Κοτσαμπάμπα διεύρυναν την πρόσβαση σε αυτό μέσω της εργασίας και της διαμαρτυρίας τους όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Ξεκινά από το 1800, περίπου, όταν οι ιδιοκτήτες μεγάλων αγροτικών κτημάτων συγκέντρωσαν πολλές πηγές νερού τις οποίες οι κάτοικοι της πόλης, οι μικροκαλλιεργητές και οι εργάτες των κτημάτων χρειάζονταν για άρδευση και παράλληλα για πόσιμο νερό και φτάνει μέχρι το τέλος του εικοστού αιώνα.

Το βιβλίο σκιαγραφεί τον τρόπο με τον οποίο η εργασία των χρηστών νερού, οι διαμαρτυρίες, οι αγορές και οι κατασχέσεις των πηγών νερού επέφεραν την πολυπόθητη αλλαγή. Η κρίσιμη στιγμή σε εκείνη  την μακραίωνα  διαδικασία επήλθε μετά την επανάσταση της Βολιβίας, το 1952, όταν οι εργάτες γης κέρδισαν όχι μόνο τη γη αλλά και τα δικαιώματα του νερού από τους μεγαλοϊδιοκτήτες των κτημάτων.

Ο αγώνας για πρόσβαση στο νερό τις δεκαετίες που ακολούθησαν περιελάμβανε απεργίες πληρωμών λόγω των αυξήσεων των τιμών, καραβάνια πρόθυμων κατοίκων των ορεινών πόλεων ώστε  να συνεχιστούν κάποια   καθυστερημένα έργα επέκτασης της ύδρευσης, καθώς και στοχευμένα σαμποτάζ ώστε να εμποδίσουν τη δημοτική υπηρεσία να συνεχίσει να απομυζά το νερό των πηγών από τους μικροκαλλιεργητές.

Ενώ οι χρήστες νερού της Κοτσαμπάμπα ανταγωνίζονταν γι’ αυτό, επανειλημμένα ενώθηκαν για να θέσουν τους όρους της παρέμβασης ισχυρών φορέων, όπως το κράτος, τις πολυεθνικές εταιρείες και τους διεθνείς δανειστές τους, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης.

Οι κάτοικοι της περιοχής  κέρδισαν τον ‘Πόλεμο του Νερού’ του 2000 λόγω της ικανότητάς τους να παραμένουν ενωμένοι, όσο ήταν εφικτό,  παρά τις υφιστάμενες διαφορές τους, της κοινής  εμπειρίας από την οικοδόμηση λαϊκού ελέγχου στην παροχή νερού και την γενικότερη πολιτική, και βεβαίως του κοινού οράματος για  πιο δίκαιη, από ‘κάτω προς τα πάνω δημοκρατία’, όπου οι ίδιοι οι χρήστες νερού θα είναι εκείνοι που θα καθορίζουν πώς θα εξασφαλιστεί νερό για όλους.

Η Αμερικανίδα συγγραφέας για να ολοκληρώσει το βιβλίο της, επανήλθε όπως είπαμε και έζησε στην  Κοτσαμπάμπα για πέντε χρόνια (2010 έως 2015), ερευνώντας και γράφοντας ορισμένες  λεπτομέρειες του βιβλίου. Να τονίσουμε πως στο παραπάνω χρονικό διάστημα, τα κοινωνικά κινήματα της Βολιβίας κατάφεραν να αντιστρέψουν την πολιτική της χώρας, ανατρέποντας δύο προέδρους και εκλέγοντας έναν ηγέτη των καλλιεργητών κόκας, τον Έβο Μοράλες, στην προεδρία.

Η Χάινς δεν παραλείπει να τονίσει ότι υπήρχε πάντα ένταση μεταξύ της αυτόνομης διακυβέρνησης του νερού από τους χρήστες και τις οργανώσεις τους και την επιθυμία, ταυτόχρονα, της κυβέρνησης Μοράλες να συγκεντρώσει στα χέρια του τον έλεγχο του νερού και των άλλων κρατικών βιομηχανιών και υπηρεσιών. Υπήρξαν, επίσης, σφοδρές αντεγκλήσεις μεταξύ των χρηστών νερού που είχαν ιστορικά δικαιώματα και εκείνων που δεν είχαν αντίστοιχα.

Οι ακτιβιστές της Κοτσαμπάμπα πρότειναν την ίδρυση  νέου συντονιστικού οργάνου που θα μπορούσε να λάβει τις δύσκολες αποφάσεις, προσπαθώντας να σεβαστεί τόσο τα ιστορικά δικαιώματα όσο και τις σημερινές τους ανάγκες και να αποφασίζει για το ρόλο του κράτους σε αυτή τη διαδικασία. Όταν επέστρεψε στην Κοτσαμπάμπα, τον Ιούνιο του 2022, έμαθε ότι η εταιρεία που κατασκεύασε ένα απαραίτητο  φράγμα, ετοιμαζόταν να δώσει νερό στις πιο ξηρές και φτωχές γειτονιές της πόλης.

Κάποιοι άλλοι τόνιζαν ότι  η εκμετάλλευση του νερού, γενικώς, δεν πρέπει να αφεθεί στους τοπικούς φορείς, γιατί στην  πραγματικότητα είναι δουλειά του κράτους. Σε πολλά σημεία, πάντως, το νερό έφτασε αλλά όχι ακόμα σε ορισμένες απομακρυσμένες γειτονιές. Οι αγρότες μικρών ιδιοκτησιών με δικαιώματα νερού άρδευσης, παράλληλα,  παραπονιούνται τελευταία ότι το νερό πηγαίνει στην πόλη για ανθρώπινη κατανάλωση και όχι στα χωράφια τους.

Ορισμένοι αξιωματούχοι της εταιρείας που ασχολείται με την κατασκευή φραγμάτων, λένε ότι η παροχή νερού σε γεωργικές περιοχές  θα πρέπει να περιμένει μέχρι τη δεύτερη και την τρίτη φάση του έργου, όταν θα κατασκευαστούν, συγκεκριμένα,  δύο επιπλέον φράγματα. Σε συνάντηση αρδευτών της κοινότητας τον περασμένο Ιούλιο, μέλη της συζήτησαν αν θα πουλήσουν δικαιώματα γης και νερού σε ξένους και, εάν ναι, ποια γη και υπό ποιους όρους.

Όλα αυτά τα ζητήματα νερού στην Κοτσαμπάμπα, όπως τα φράγματα,  η διαχείριση του νερού σε αγροτικές κοινότητες και αστικές γειτονιές, καθώς και η ιδιοποίηση αγροτικών πηγών νερού, έχουν μακρά ιστορία, η οποία μας βοηθάει να κατανοήσουμε γιατί το νερό είναι αντικείμενο έντονης συνεχιζόμενης διαμάχης σε πολλά σημεία του πλανήτη. Όπως και άλλα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος, οι πηγές και τα συστήματα νερού έχουν ιστορίες που συνδέονται με πολλαπλούς  ανθρώπινους αγώνες.

Τα συστήματα ύδρευσης της εν λόγω πόλης, το σημερινό δημοτικό σύστημα ύδρευσης και το φράγμα Misicuni είναι όλα αποτέλεσμα κοινωνικών αγώνων πολλών δεκαετιών για πιο δημοκρατική πρόσβαση στο νερό. Σήμερα, οι ακτιβιστές του νερού στην Κοτσαμπάμπα εργάζονται για να εμβαθύνουν τον  έλεγχο στις τοπικές πηγές και τα συστήματα νερού και να ξεπεράσουν τις προηγούμενες διαιρέσεις καθώς συνεχίζουν να επιδιώκουν καθαρό και άφθονο νερό για όλους.

Όσον αφορά την πατρίδα μας, κλείνοντας, πρόσφατα μάθαμε πως οι επιχειρήσεις ύδρευσης στην Ελλάδα βρίσκονταν στο γνωστό υπερταμείο  και πώς η νυν κυβέρνηση δραστηριοποιείται για να επανέλθουν στον κρατικό έλεγχο. Σε μια πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κατέστη σαφές ότι η ιδιωτικοποίηση των εταιρειών ύδατος και αποχέτευσης δεν είναι ανεκτή σύμφωνα με το Σύνταγμα.

Όμως, δεν ελήφθησαν εκεί αποφάσεις για κάποιες μικρές αλλά ουσιώδεις λεπτομέρειες  που αφορούν την υπόθεση του νερού και κατά τα φαινόμενα και πέρα από την γνωστή προεκλογική αντιπαράθεση των δύο κύριων πολιτικών σχηματισμών στη χώρα μας, η ιστορία προοιωνίζεται πως θα έχει ενδιαφέρουσα συνέχεια, όπως την γνωρίσαμε άλλωστε τις προηγούμενες δεκαετίες στο χώρο των τηλεπικοι-

νωνιών, της ηλεκτρικής ενέργειας και  του φυσικού αερίου.

 

* Ο Γιώργος Σχορετσανίτης είναι  διευθυντής Χειρουργικής-συγγραφέας