Μπορεί να μας φαίνεται περίεργο, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Μπορεί μετά την Μικρασιατική καταστροφή η πόλη μας να είχε 5-6 εκκλησίες, χριστιανικούς ναούς εννοώ, όμως παλιότερα οι χριστιανικοί ναοί ήταν πολύ περισσότεροι. Κατά τον Γκερόλα ο οποίος είχε κάνει έρευνα και είχε συντάξει ακριβή έκθεση για τους ναούς του Ηρακλείου έχουμε Λατινικούς και Ελληνικούς ναούς.

Τα ίδια περίπου αναφέρουν και οι διάφοροι χειρόγραφοι κατάλογοι της Ενετοκρατίας, ανάμεσα στους οποίους και ένας κατάλογος συντεταγμένος σε ελληνική γλώσσα από τον Ελληνα ιερέα κομητά. Βέβαια όλοι οι Ενετικοί χάρτες της πόλεώς μας, όπως και ο γνωστός χάρτης του Werdmüller σημειώνουν ονομαστικά τις θέσεις όλων των ναών, καθώς και των μοναστηριών του Μεγάλου Κάστρου, ορθοδόξων και καθολικών.

Ο αριθμός των Εκκλησιών οι οποίες ήταν ενοριακές, οικογενειακές και μοναστηριακές, υπερέβαινε τις εκατό. Σύμφωνα με τον κατάλογο του Κομητα, που προέρχονταν από το τέλος της Ενετικής εποχής, τα τελευταία χρόνια της Ενετικής κυριαρχίας, στην πόλη του Ηρακλείου, στον Χάνδακα, όπως αναφέρεται, υπήρχαν 113 ορθόδοξοι ναοί και 17 Λατινικοί. Όλες αυτές τις πληροφορίες μας τις παρέχει ο Στέφανος Ξανθουδίδης από τα πολύτιμα ιστορικά του σημειώματα τα οποία δημοσιεύονται στη “Νέα Εφημερίδα” στις 7 Απριλίου του 1925. Πώς γίνεται όμως να υπάρχουν τόσες εκκλησίες;

Τα ήθη την εποχή εκείνη, καθώς και οι θρησκευτικές συνθήκες ήταν διαφορετικά και μεγάλο μέρος από τους ναούς αυτούς ήταν οικογενειακά ευκτήρια ή ανήκαν σε συντεχνίες ή ήταν μοναστηριακά μετόχια και πολλές φορές κάθε σημαντική οικογένεια και κάθε συντεχνία, είχε τον δικό της ναό, αλλά και το δικό της ιερέα. Γι αυτό οι ιερείς της πόλης του Χάνδακα όπως και οι μοναχοί, οι ορθόδοξοι, αριθμούσαν εκατοντάδες. Λέγεται εκείνη την περίοδο οι μοναχοί της Κρήτης ανέρχονταν στις δέκα χιλιάδες και ήταν κατανεμημένοι σε 376 μοναστήρια.

Το κάθε μοναστήρι πιθανότατα να ξεπερνούσε τους 20 μοναχούς. Τώρα από τους πολυάριθμους ναούς της πόλεώς μας, ο μεγαλύτερος και πιο επίσημος ήταν ο παλαιός μητροπολιτικός ναός του Αγίου Τίτου που κατελήφθη από τους Ενετούς και ήταν η έδρα του Λατίνου αρχιεπισκόπου. Έτσι οι ορθόδοξοι τον στερήθηκαν και έκαναν ως δικό τους επίσημο ναό της πόλης, την Εκκλησια της Κυρίας των αγγέλων. Εκεί ήταν η έδρα του λεγόμενου πρωτόπαππα, του προϊσταμένου δηλαδή του ορθοδόξου κλήρου. Η Εκκλησία αυτή βρισκόταν στη λεωφόρο Καλοκαιρινού στη δεξιά πλευρά όπως πάμε για Χανιόπορτα.

Οι υπόλοιποι ορθόδοξοι ναοί ήταν μικροί στην πλειονότητά τους και διασώθηκαν ελάχιστοι, αφού οι Τούρκοι, τους υποβίβασαν σε λουτρά, σε αποθήκες, ακόμα και σε στάβλους, κάτι που το συνήθιζαν. Κάποιοι όμως διασώθηκαν και τους παρουσιάζουμε.

Υπήρχε ο παλιός ορθόδοξος ναός του Αγίου Ονουφρίου στο Βαλιδέ τζαμί, όπως θα θυμούνται οι παλαιότεροι. Φυσικά ο μικρός Αγιος Μηνάς μαζί με την Υπαπαντή. Ο ναός αυτός ανακαινίσθηκε το 1735 από τον Μητροπολίτη Γεράσιμο Λετίτση, ο οποίος καταγόταν από το Βενεράτο. Ο Μητροπολίτης Γεράσιμος έκανε το ναό αυτό, Μητροπολιτικό Ναό. Η Εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης μαζί με το παρεκκλήσιο των Αγίων Δέκα ήταν Σιναϊτική. Λειτούργησε βέβαια και σαν βιβλιοθήκη και σχολείο και ήταν αρκετοί εκείνοι που σπούδασαν στην Αγία Αικατερίνη και διέπρεψαν, τόσο στα γράμματα, όσο και στην Εκκλησία. Οι Τούρκοι αργότερα μετέτρεψαν την Αγία Αικατερίνη σε τζαμί με την ονομασία Κετχουδέ Τζαμί.

Σχετικά τώρα με τον ιερό Ναό του Αγίου Ματθαίου μαθαίνουμε, ότι ήταν ένας οικογενειακός ναός της οικογένειας Μαρκοφεουτέου, όπως μας πληροφορεί και η επιγραφή του. Μετά την τουρκική κατάκτηση με ενέργειες του Μεγάλου Διερμηνέα της Πύλης Παναγιωτάκη Νικουσίου εξεχωρήθη στους Σιναϊτες καλογήρους αντί εκείνου της Αγίας Αικατερίνης. Τους επέτρεψαν οι Τούρκοι να μεταφέρουν εικόνες από την παλιά τους εκκλησία, καθώς και τον άμβωνα. Ήταν ο μοναδικός ναός των ορθοδόξων, κατά τα πρώτα 65 χρόνια μετά την άλωση.

Επίσης υπήρχε και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και επί Βενετοκρατίας λεγόταν η κυρία η Μανωλίτισα, όπως και ο Άγιος Δημήτριος των μαραγγών. Οσο για την αρμενική Εκκλησία του Ιωάννου του Βαπτιστού, επί Ενετών έιχε άλλη ονομασία και λεγόταν Άγιος Γεώργιος ο Δωριανός.

Στην πολιτεία του μεγάλου Κάστρου υπήρχαν επίσης δύο μοναστήρια ορθοδόξων τα οποία ήταν γυναικεία. Το ένα ήταν στο χώρο του σημερινού καπνοκοπτηρίου εκεί στην Αγία Τριάδα. Αυτό το μοναστήρι ήταν παράρτημα της Παναγίας Ακρωτηριανής ή Παναγίας Τοπλού. Ενα μεγάλο μοναστήρι στην περιοχή της Σητείας. Το άλλο γυναικείο μοναστήρι ήταν στην σημερινή περιοχή της Πύλης του Ιησού, στην καινούργια πόρτα, όπως λέγαται! Το πρώτο μοναστήρι οι Τούρκοι το ετρεψαν σε στρατώνα και στη συνέχεια εκεί στεγάστηκε και το Τουρκικό οικοτροφείο.

Τις πληροφορίες αυτές μας τις παρέχει ο Στέφανος Ξανθουδίδης πριν από ένα αιώνα περίπου, όπως προαναφέραμε, τότε που οι ορθόδοξοι ναοί της πόλεως μας δεν υπερέβαιναν τους έξι. Είπαμε ότι ερειπώθηκαν ή μετατράπηκαν σε άλλες χρήσεις. Σήμερα η πόλης μας έχει πάρα πολλούς ναούς. Ο πληθυσμός της βέβαια έχει αυξηθεί σημαντικά και οι ανάγκες της είναι αρκετές. Τέτοιες μέρες γεμίζουν από κόσμο, από πιστούς που συρρέουν για να τιμήσουν την Παναγία μας.

Το Πάσχα του καλοκαιριού, όπως λέει και ο λαός μας. Τέτοιες μέρες που έχουν επικρατήσει να λέγονται μέρες της Παναγίας!! Ίσως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης να μας μιλούσε καλύτερα για τις μέρες αυτές με το έργο του “Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου”. Ο μεγάλος μας διηγηματογράφος έγραψε αυτό το διήγημα το 1906, το οποίο παίρνει κυρίαρχη θέση σ’ αυτό το μήνα, όπου δεσπόζει η μεγάλη γιορτή της Κοιμήσες της Θεοτόκου. Τέτοιες μέρες που όλα πανηγυρίζουν ακόμα και τα πιο μικρά χωριά της Πατρίδα μας και καθώς τελειώνει το καλοκαίρι και το φεγγάρι βρίσκεται στις δόξες του (Πως λάμπει ο ήλιος του Μαγιού, τ’ Αυγούστου το φεγγάρι), ο μήνας αυτός είναι πρόσφορος σε ρεμβασμούς.