Ηράκλειο… πριν από ένα αιώνα ακριβώς! Ιούνιος 1918 και ξεφυλλίζοντας μια από τις πληρέστερες καθημερινές εφημερίδες της πόλης μας, τη “ΝΕΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ”, η οποία ήταν πολιτική, φιλολογική και ειδησεογραφική εφημερίδα, με ιδιοκτήτη και διευθυντή τον Ιωάννη Μουρέλλο, τον γνωστό μας από πολλά ενδιαφέροντα άρθρα Ιωάννη Πύργο και με διευθύνοντα συντάκτη τον Μ. Κουναλάκη, διαβάζουμε τα παρακάτω: Από τη στήλη κοινωνικά, που συνήθως βρισκόταν στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας, πληροφορούμαστε για την εποχή εκείνη!

Η κυρία Αγλαΐα Νικολάου Βογιατζάκη δεν δέχεται επισκέψεις μέχρι την 1η Οκτωβρίου ενεστώτος έτους. Κατά το διάστημα αυτό επίσης δεν δέχεται επισκέψεις και η κυρία Λύδια Τίτου Γεωργιάδου. Επίσης επισκέψεις δεν δέχονται μέχρι τον Οκτώβριο: η κυρία Ιωάννου Γ. Βογιατζάκη, Δημάρχου Ηρακλείου, η κυρία του αντισυνταγματάρχου Παπαγεωργίου Γεωργίου, η κυρία Νικολάου Γιαλεράκη, η κυρία Μαρία Λιοπυράκη. Ακόμα μέχρι τις αρχές του Νοέμβρη επισκέψεις δεν θα δέχονται οι κυρίες: Μαρία Αντωνίου Χατζηδάκη, Μαρία Ιωάννου Κοκκινάκη και η Αγγελική Στ. Βογιατζάκη. Πιθανότατα να μου έχουν διαφύγει και κάποια άλλα ονόματα οικογενειών του Μεγάλου Κάστρου, φυσικά επώνυμων.

Τι σήμαινε όμως αυτή η αγγελία στη στήλη των κοινωνικών γεγονότων της εφημερίδας; Η απάντηση έρχεται από το βιβλίο με τίτλο: “Το Κάστρο μας”, της Μαρίκας Φρέρη, η οποία γεννήθηκε στο Ηράκλειο το 1907. Δίδαξε στην ιδιωτική εκπαίδευση από το 1924 ως το 1968. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και τη μουσική, έγραψε παιδικό θέατρο και μουσική για οπερέτα και τραγούδια.

Γράφει στην κρητική εφημερίδα “Μεσόγειος” το καθημερινό χρονογράφημα και συνεργάζεται τακτικά στην εβδομαδιαία εφημερίδα “Καθολική”.

Επίκεντρο του βιβλίου της, η περιγραφή της ζωής μιας αστικής οικογένειας στο Ηράκλειο Κρήτης γύρω στα 1914-1922.

Η καταγραφή της καθημερινότητας αποτελεί μια μαρτυρία, στην περιφέρεια των γεγονότων, για έναν τρόπο ζωής που έχει χαθεί οριστικά απ’ αυτή την άποψη αποκτάει γενικότερο ενδιαφέρον.

Χαρακτηριστικά είναι τα αποσπάσματα που παίρνω από το βιβλίο της το οποίο και προανέφερα:

“Η μητέρα μου, παρ’ όλη τη μεγάλη οικογένειά της, εύρισκε πάντα καιρό για τις κοινωνικές της υποχρεώσεις. Ήταν φοβερά κοινωνική και με αφάνταστα πολλές γνωριμίες λόγω και της θέσης του πατέρα μας.

Σαν να τη βλέπω τώρα – το βράδυ μετά το φαγητό και όταν όλα τα μικρά κοιμόνταν – να ανοίγει ένα τζαμωτό ντουλάπι, χωνευτό στον τοίχο της τραπεζαρίας μας, να φέρνει πάνω στο τραπέζι ένα στενόμακρο τεφτέρι, χωρισμένο με τσάκισες σε μακρόστενες στήλες. Εκεί είχε κατά αλφαβητική σειρά τακτοποιήσει τις γνωστές και φίλες της και πλάι σε κάθε όνομα την ημερομηνία που δεχότανε.

Κοίταζε τον ημεροδείχτη, που κρεμόταν πάνω από τον καναπέ, και σημείωνε σε ποιες θα πήγαινε μόλις της έμενε καιρός. Και φρόντιζε και της έμενε πάντοτε, γιατί η μόνη αναψυχή για τις κυράδες τα χρόνια κείνα ήταν αυτά τα ατελείωτα βιζιτόρια…

Όταν μεγάλωσα αρκετά, και όταν ήταν γιορτή και τα σχολειά είχαν αργία, τότε στις βίζιτες, αν είχαν κορίτσια στην ηλικία μου, με έπαιρνε και μένα, πράγμα που μ’ έκανε να υπερηφανεύομαι και τις άλλες μου αδερφές να ζηλεύουν.

Τις παρηγορούσα όμως λέγοντάς τους ψιθυριστά ότι θα τους φύλαγα τυλιγμένο στο καθαρό μου μαντήλι ό,τι με τρατάριζαν και που πράγματι το κατάφερνα τις περισσότερες φορές, όταν η εορτάζουσα είχε στις κυρίες το νου της κι εγώ στα μουλωχτά έκρυβα το γλυκό στην τσάντα μου.

Εμείς δεχόμαστε – εκτός από την ονομαστική γιορτή του πατέρα και της μητέρας, που γινόταν ατέλειωτος πηγαινοερχομός γνωστών, συγγενών και φίλων – κάθε 22 και 23 του μηνός. Δύο μέρες πριν, η μητέρα ετοίμαζε τα σπιτικά γλυκά: πριάνικο, με μέλι και καρύδια, φορμάκια με φύλλο και γέμιση από αμύγδαλα, μπουσέ ντε νταμ, κουραμπιέδες με καρύδι αλεσμένο και πέντε φορές ζαχαρωμένους. Τα τοποθετούσε στα ασημένια κρεμαστά καλαθάκια που ήταν στη μέση του τραπεζιού και κλείδωνε τη σάλα για τον φόβο των μικρών επιδρομέων…

Τις μέρες, λοιπόν, εκείνες από νωρίς το απόγευμα, ντυμένες και περιποιημένες, περιμέναμε τις βίζιτες.

Έτσι – ως πιο μεγάλη από τις κόρες του σπιτιού – γνώρισα και τις μεγάλες φίλες της μητέρας μου: Τη Μαρία Καλοκαιρινού, τη Μαρίκα Λιοπυράκη, την Μαρία Διαλυνά, την Πόπη Γιαλεράκη και αμέτρητες άλλες.

Η Μαρία Καλοκαιρινού ήταν από τις λίγες αρχόντισσες του τόπου μας, που δεν είχαν παιδιά, αλλά είχαν πλούτη αμέτρητα.

Το αρχοντικό τους ήταν κτισμένο στο Μπεντενάκι και τα παράθυρά του από τη μια μεριά αντίκρυζαν το άγριο αφρισμένο Κρητικό πέλαγος. Η είσοδος του ήταν σε ένα στενό σοκάκι και είχε κήπο με ψηλές χουρμαδιές και άγριες πικροδάφνες. Μαρμάρινα σκαλιά οδηγούσαν στο εσωτερικό του σπιτιού που ήταν διώροφο και σε όλο του το μάκρος είχε ταράτσα όπου το ζεύγος Καλοκαιρινού έκανε τα βράδια του καλοκαιριού τον περίπατό του πάνω και κάτω βλέποντας την ανήσυχη θάλασσα και τον Ενετικό Κούλε του λιμανιού μας”.

Μ’ αυτό τον τρόπο η Μαρίκα Φρέρη περιγράφει το πλούσιο αρχοντικό των Καλοκαιρινών. Πρόκειται για το χώρο που σήμερα στεγάζεται το Ιστορικό μουσείο Ηρακλείου. Ένας ιδιαίτερα όμορφος χώρος όπως περιγράφει στις παραπάνω αναμνήσεις.

Πολλές φορές η Μαρίκα Φρέρη θυμάται τα παιδικά της χρόνια. Θυμάται τις παιδικές της φίλες να ντύνονται όμορφα και με καθαρά ρούχα, καλοχτενισμένες, στην τρίχα θα λέγαμε, να τις στέλνουν οι μητέρες τους το σπίτι της Μαρίας Καλοκαιρινού, σύζυγο του Ανδρέα Καλοκαιρινού, η οποία αγαπούσε τόσο πολύ τα παιδιά, αφού δεν είχε δικά της. Πάντοτε τα παιδιά τα συνόδευαν οι υπηρέτριες του σπιτιού, αυτές τα πήγαινα, αυτές τα έφερναν. Και οι αναμνήσεις των παιδιών έντονες και τόσο ζωντανές απ’ αυτό το αρχοντικό της ιστορικής αυτής οικογένειας. Φιλντισένια τραπεζάκια, καθρέφτες με ολόχρυσες κορνίζες, πελώρια κάδρα και μεταξωτές κουρτίνες δεμένες με μεγάλες φούντες στο πλάι. Και από τα ανοίγματα που άφηναν αυτές φαινόταν ολογάλανο, ήρεμο λίγες φορές, μα τις περισσότερες αφρισμένο το Κρητικό πέλαγος. Θυμούνται όμως εκείνα τα παιδιά… το στρογγυλό τραπέζι, στρωμένο με ένα όμορφο τραπεζομάντηλο όπου η νοικοκυρά τους σερβίριζε γάλα με σοκολάτα και άφθονες σπιτικές λιχουδιές, κυρίως όμως τα χορταστικά νόστιμα γλυκά.

Θυμούνται επίσης την παραγγελία των γονιών τους όταν πήγαιναν επίσκεψη σε ξένο σπίτι: “Να φιλήσετε το χέρι των ανθρώπων, να μιλάτε όμορφα, να είστε φρόνιμα και να προσέχετε το ξένο σπίτι!”. Άλλοι καιροί, άλλες εποχές, άλλες συνήθειες, άλλα ήθη, άλλοι τρόποι διαπαιδαγώγησης!