Εδώ και δεκαετίες εθιστήκαμε, χωρίς δυστυχώς εμφανή αντίδραση, σε πολλαπλούς χαρακτηρισμούς και κοινωνικές ομαδοποιήσεις. Αρκετοί προσάπτουν με περισσή ευκολία στους πολίτες τίτλους, τους κρεμάνε κομματικές ταμπέλες, προχωρούν κατά το δοκούν σε εύκολες και βολικές ομαδοποιήσεις και γενικεύσεις πολιτών, ωσάν να ανήκουν σε κάποια συνομοταξία, προσδίδοντας μάλιστα ιδιότητες, ιδιαιτερότητες και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Από τα μέσα, του προηγούμενου αιώνα, ακούμε και βιώνουμε ως εκλογικό σώμα την κατηγοριοποίηση της κοινωνίας πάνω στον χιλιοειπωμένο κατευθυντήριο άξονα αριστεράς-δεξιάς.
Γυρίζοντας λίγο πίσω, παρατηρούμε τι συγκεκριμένα επέφερε και σε τι ακριβώς οδήγησε αυτός ο, αθώος λεκτικά αλλά επώδυνος στην πραγματικότητα, διαχωρισμός των πολιτών της χώρας. Αρκεί να επαναφέρουμε στη μνήμη μας τον Ελληνικό εμφύλιο πόλεμο (1945-1949) από τη μια άκρη του πολιτικού φάσματος που συζητάμε, στα μέσα του αιώνα που μας άφησε πριν δύο δεκαετίες, και από την άλλη παράταξη, λίγο αργότερα (1967-1974), όπως τις εμπνεύστηκαν και δρομολόγησαν οι, κατά καιρούς, και γνωστοί φυσικά τοις πάσι, ιθύνοντες και προστάτες της χώρας.
Παρά την εκκωφαντική κατάρρευση του υπαρκτού, ανύπαρκτου εν τέλει, όπως αποδείχτηκε από την ιστορία, σοσιαλισμού, ο προαναφερόμενος πολιτικός άξονας συνεχίζει την πορεία του και στον καινούργιο αιώνα και χιλιετία που αισίως διανύουμε. Ίσως, ένα από τα όχι εμφανή χαρακτηριστικά του, τα οποία όπως φαίνεται γλυτώνουν κατά κάποιο τρόπο τους εύκολους χαρακτηρισμούς, είναι η περιοχή του κέντρου της προηγούμενης διαδρομής που οδηγεί στα δύο άκρα.
Είναι μια όχι τόσο δύσκαμπτη περιοχή, όπου απουσιάζουν οι εύκολοι χαρακτηρισμοί, με τα πολιτικά της όρια να είναι αρκούντως χαλαρά και το σπουδαιότερο με τάσεις αλλαγής σε ικανό βαθμό. Ένας πολιτικός χώρος με ευμεταβλητότητα, στον οποίο τα άτυπα μέλη του απέχουν από κάθε έννοια σκληρής κομματικής αντιπαράθεσης στην οποία τόσο αρέσκονται τα δύο άκρα που αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά εκείνος που με την παραμικρότερη μετακίνησή του, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της χώρας μας, διαχρονικά.
Στην ελληνική κοινωνία, εδώ και πολλές δεκαετίες, κυριαρχούσαν οι δύο γνωστές άκρες στον πολιτικό χάρτη. Με άλλα λόγια το πολιτικό μας σύστημα ήταν στην κυριολεξία και στην πραγματικότητα διπολικό. Στο χώρο του κέντρου ανήκαν παραδοσιακά οι πιο συντηρητικοί στις απόψεις τους πολίτες, απαιτητικοί σε πολλά πράγματα, άνθρωποι που βρίσκονταν μακρυά από κάθε κομματικό δογματισμό, που εμφορούνταν από την κοινή λογική, θιασώτες της έννομης τάξης, του κράτους πρόνοιας και των δημοκρατικών θεσμών, με μέσο ή και ανώτερο μορφωτικό επίπεδο, και που απείχαν από κάθε έννοια υβριστικών συνθημάτων και παρεμφερών χυδαίων συμπεριφορών όπως διαπιστώνουμε συνεχώς τον τελευταίο καιρό.
Κάποια πράγματα σήμερα άλλαξαν με την είσοδο στην πολιτική σκηνή ενός τρίτου πόλου πάνω στον προαναφερόμενο άξονα που αρέσκεται στην ιδέα του κέντρου. Του ΠΑΣΟΚ. Αν κρίνουμε από τις ως τώρα δηλώσεις του αρχηγού του, ο οποίος παρά το γεγονός ότι έχουμε εισέλθει για τα καλά στην καθαυτό προεκλογική περίοδο, εκείνος προτιμά ακόμα την ασφάλεια των Βρυξελών, άγνωστον εισέτι γιατί, αν και υπάρχουν οι σχετικές θεωρίες και οι ανάλογοι υπαινιγμοί, το κόμμα του δείχνει την τάση και προτίμηση να καταλάβει τον χώρο του κέντρου στον οποίο αναφερόμαστε, και να τοποθετείται σαν σφήνα στην αμφίρροπη μάχη που μαίνεται ανάμεσα στα δύο μεγάλα και καθημερινά αντιμαχόμενα κόμματα εξουσίας.
Όπως δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, ειδικά μετά το θλιβερό γεγονός των Τεμπών, αμφότερα τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος στοχεύουν σε αυτόν το χώρο, που μάλλον τώρα αρχίζει να λαμβάνει σάρκα και οστά αφού μέχρι πρότινος απουσίαζαν οι σχετικές ταμπέλες. Όμως ο συγκεκριμένος χώρος όπως προαναφέρθηκε, έχει την τάση να μετακινείται εύκολα, κάτι το οποίο τα βασικά του στελέχη τώρα αρχίζουν να συνειδητοποιούν. Ο χρόνος όμως στην πολιτική, καλώς ή κακώς, είναι πολύ συμπυκνωμένος, και κατά τα φαινόμενα όταν το καταλάβουν μερικοί θα είναι πολύ αργά!