«Τα τραγούδια λένε πάντα την αλήθεια», λέει ένα τραγούδι. Δεν ξέρω αν ισχύει για όλα, αλλά το τραγούδι «Κρουαζιέρα» του Βαγγέλη Γερμανού φαίνεται πως την είπε, πριν από τριάντα οκτώ χρόνια μάλιστα. Ο εμπνευστής του τραγουδιού ονειροπολούσε μια ανέμελη ζωή σαν κρουαζιέρα, μαζί με την καλή του και με τον στίχο, πριν καταλήξει στο ρεφρέν, «…θα σ’ έχω σαν κινέζικη βεντάλια και στο γραφείο δεν θα ξαναπάς», εξέφραζε μουσικά τον ευγενή πόθο του. Και το όνειρο έγινε εν μέρει πραγματικότητα! Έστω και μετά από τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. Έστω, δικαιώνοντας μονάχα τον παραπάνω στίχο του.

Η «προφητεία» βέβαια άρχισε να υλοποιείται από το μακρινό 2002, όταν ψηφίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μια «συμφωνία – πλαίσιο» που αφορούσε στην τηλεργασία και η οποία στόχευε στην προώθησή της, ως μια ευέλικτη μορφή οργάνωσης της εργασίας.

Η ιδέα της τηλεργασίας έτυχε ευρύτατης αποδοχής από μια σειρά εταιρειών σε πολλές κοινοτικές χώρες. Το αφήγημα που συνόδευε την «επαναστατική» αυτή ιδέα της εργασίας από απόσταση, παρουσίαζε τότε την αποφυγή του εργασιακού περιβάλλοντος ως πλεονέκτημα, τόσο για τον εργοδότη, όσο και για τον εργαζόμενο.

Η μορφή αυτή εργασίας παρείχε (υποτίθετο) μια μοναδική ευκαιρία σε κάποιους εργαζόμενους που επιθυμούσαν να νιώσουν την απόλυτη ελευθερία στο χώρο του σπιτιού τους και να μετατραπούν από εργαζόμενοι του γραφείου σε «εργαζόμενοι της πιτζάμας».

Οι εμπνευστές της ιδέας εκτιμούσαν τότε πως θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να την προωθήσουν στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., συμπεριλαμβανόμενης και της Ελλάδας.

Όλα αυτά ελάμβαναν χώρα προ κορονοϊού. Η πανδημία ήρθε σαν «καταιγίδα» να σαρώσει τα πάντα και να ανατρέψει βίαια όλα τα δεδομένα στην αγορά εργασίας. Συμπύκνωσε ταχύτατα τον παραπάνω χρόνο προσαρμογής και εξανάγκασε τους εργαζόμενους να λειτουργήσουν σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον εργασίας, μακριά από τον φυσικό χώρο της δουλειάς τους. Η οικία έγινε  ταυτόχρονα γραφείο, σχολική τάξη, καταφύγιο…

Διεθνή μέσα ενημέρωσης όπως είναι ο «Economist» και οι «Financial Times», προβλέπουν το τέλος της εποχής του γραφείου να έρχεται σύντομα. Στην επαλήθευση αυτής της πρόβλεψης συμβάλουν μερικοί βασικοί παράγοντες:

Η επέκταση της τηλεργασίας σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις και για όλο και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η καθιέρωση της εκ περιτροπής εργασίας. Η συρρίκνωση του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων λόγω της οικονομικής ύφεσης. Η εξοικονόμηση χώρων και προσωπικού για την μείωση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων.

Ας δούμε όμως, πως επηρέασαν όλα αυτά τα νέα δεδομένα τη χώρα μας:

Η Ελλάδα π.κ. (προ κορονοϊού) είχε το χαμηλότερο ποσοστό τηλεργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συγκεκριμένα, περιοριζόταν στο 4,7%, έναντι του 7,1% του κοινοτικού μέσου όρου. Κατά τη διάρκεια της 1ης καραντίνας όμως το 26% των Ελλήνων εργαζόμενων εντάχθηκε σε καθεστώς τηλεργασίας, όταν κατά το ίδιο διάστημα ο μέσος όρος στην Ε.Ε. έφτανε το 37%.

Με δεδομένο ότι, στη χώρα μας οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις απορροφούν περίπου το 85% των εργαζομένων αλλά και το γεγονός ότι, οι επιχειρήσεις αυτές είναι οι πρώτες που επλήγησαν από την πανδημία, σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις που είναι ανθεκτικότερες, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε ότι, ίσως το τέλος της εργασίας με την μορφή που την ξέραμε, είναι τελικά πιο κοντά απ’ όσο νομίζουμε.

Οι ραγδαίες εξελίξεις στο χώρο της εργασίας με την επιβολή της τηλεργασίας, ως την κατ’ εξοχήν μορφή εργασίας του μέλλοντος, δεν σηματοδοτούν απλώς μια χωροταξική μετατόπιση των εργαζομένων. Επιφέρουν και μια σειρά αλλαγών που αλλοιώνουν έως και εξαφανίζουν την κουλτούρα της εργασίας, έτσι όπως την ξέραμε τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Αποικοδομούνται για τους εργαζόμενους οι μεταξύ τους σχέσεις, όπως και η σχέση του κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά με το αντικείμενο της εργασίας του. Διαφοροποιείται δομικά το καθεστώς εποπτείας και διοίκησης στους χώρους δουλειάς και εξαϋλώνεται το εργασιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο μέχρι σήμερα, διενεργούνταν όλες οι κοινωνικές και επαγγελματικές ζυμώσεις των εργαζομένων, αναπτύσσονταν όλες οι αναγκαίες διαπροσωπικές σχέσεις και λειτουργούσε (όσο λειτουργούσε) ο συνδικαλισμός.

Η εφαρμογή της τηλεργασίας προϋποθέτει την ανάληψη μιας σειράς νομοθετικών και όχι μόνο πρωτοβουλιών, από πλευράς Πολιτείας, που θα εγγυούνται και θα διασφαλίζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Ποιος θα είναι εκείνος που θα αποφασίζει για την εφαρμογή της τηλεργασίας στο μέλλον; Τα πρόσφατα νομοθετικά μέτρα που ελήφθησαν λόγω της εμφάνισης του κορονοϊού, την τοποθέτησαν σαφέστατα στο διοικητικό δικαίωμα του εργοδότη.

Το νομοθετικό πλαίσιο που αφορούσε την προηγούμενη δεκαετία στη χώρα μας, απέδιδε τον «οικιοθελή»  χαρακτήρα σε αυτή τη μορφή εργασίας για τον εργαζόμενο.

Τότε βέβαια η τηλεργασία αφορούσε πολύ λίγες περιπτώσεις εργαζομένων που παρείχαν εργασία από απόσταση. Ένα νέο θεσμικό και νομικό πλαίσιο για την τηλεργασία περιλαμβάνει ένα νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας, που είναι στην τελική ευθεία και πρόκειται να εφαρμοστεί το αμέσως επόμενο διάστημα.

Τώρα βεβαίως, διανύοντας και την 2η καραντίνα, οι ανάγκες έχουν οξυνθεί και η τηλεργασία προβάλλει πλέον ως μια ρεαλιστική επιλογή για έναν ευρύτερο κύκλο εργαζομένων και εργοδοτών. Ο μεγαλύτερος ίσως κίνδυνος που απειλεί να πλήξει τους τηλεργαζόμενους του μέλλοντος είναι η απώλεια των χρονικών ορίων της εργασίας τους.

Η ευθύνη για την διαμόρφωση, την οργάνωση και την τήρηση αυτών των ορίων, περνάει τώρα από τον εργοδότη στον εργαζόμενο. Οι ανελαστικές διοικητικές υποχρεώσεις, με τις συναφείς κυρώσεις, που διέπουν μέχρι τώρα τις επιχειρήσεις (που διαθέτουν φυσικό χώρο εργασίας) για την δήλωση των χρονικών ορίων εργασίας, στην τηλεργασία χάνουν εντελώς το νόημά τους. Οι περίοδοι ανάπαυσης και οι αργίες θα πρέπει να οριοθετούνται από τον ίδιο τον εργαζόμενο. Ο εργοδότης θα θέτει τους στόχους και το χρονικό διάστημα επίτευξής τους. Οι στόχοι, όπως και το χρονικό αυτό διάστημα, θα είναι προφανώς αδιαπραγμάτευτα.

Η εργοδοσία έχει βεβαίως  τώρα με το μέρος της, εκτός από την τεχνολογία και μια σειρά από επιχειρήματα που είτε τα ενστερνίζεται είτε όχι, τα χρησιμοποιεί όμως ως τέτοια, για να εξασφαλίσει την εδραίωση αυτού του είδους της εργασίας που μόνο οφέλη θα επιφέρει για την ίδια.

Επικαλείται λοιπόν το κέρδος χρόνου που θα έχει ο εργαζόμενος για την μετάβασή του από το σπίτι του στο χώρο της εργασίας του και για την επιστροφή του. Αυτός ο χρόνος άλλωστε δεν αμείβεται από τον εργοδότη. Στο κέρδος του χρόνου μετάβασης θα προστίθενται τώρα και τα έξοδα μετάβασης, αφού πλέον δεν θα υπάρχουν.

Επικαλείται επίσης το κέρδος που θα έχει και το περιβάλλον, αφού θα γλυτώσει ένα μεγάλο μέρος ρύπανσης από τις ενεργοβόρες μετακινήσεις που με την εξ αποστάσεως εργασία καθίστανται πλέον περιττές. Τέλος, σε εγχώριο επίπεδο, επικαλείται το κέρδος που θα καταγράψει η επιχειρηματικότητα στην χώρα μας, αλλά και η εθνική μας οικονομία.

Τώρα που η ζωή μας μόνο ανέμελη δεν θα είναι πια. Τώρα που έχουμε μάθει πλέον να ταυτίζουμε την μοναξιά με την ασφάλεια. Τώρα που μονιμοποιούνται, η υψηλή ανεργία και η απαξίωση της εργασίας, οι πιο τυχεροί από αυτούς που δεν θα ξαναπάνε στο γραφείο, θα δουλεύουν από το σπίτι τους με τις… πιτζάμες.

Οι υπόλοιποι, δυστυχώς, εντός του σπιτιού τους κι αυτοί, θα αναγκαστούν να περιοριστούν σε ρόλο διακοσμητικό πια, σαν κι εκείνες τις κινέζικες βεντάλιες…

https://moschonas.wordpress.com