«Στην καταραμένη χώρα το Μάη μήνα βρέχει…», λέει μια παροιμία. Αλλά και στη δική μας ευλογημένη χώρα ο φετινός Μάης έφερε βροχές. Πολλών λογιών βροχές… Λες και τις κράταγε ο χειμώνας για το τέλος της άνοιξης. Λες και τις φύλαγε η κοινωνία για το τέλος μιας εποχής.

Οι ψιχάλες που ήρθαν από τα σύννεφα δεν ανησύχησαν κανέναν. Αντίθετα, οι άνθρωποι που «πέφτανε από τα σύννεφα» εκείνο το βράδυ, έγιναν η φοβερή «βροχή», η πραγματική «μπόρα», η μεγάλη «καταιγίδα» ενός Μάη που δεν θα ξεχαστεί.

Η Κική Δημουλά περιγράφει ποιητικά «τα πάθη της βροχής»: «Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο…».

Ο νικημένος ήχος της «βροχής» που έπεσε ξαφνικά το βράδυ της 21ης του Μάη, κουβάλησε μαζί του το ξάφνιασμα, την έκπληξη και την απογοήτευση των απροσδόκητων εκλογικών αποτελεσμάτων για τους ανθρώπους που πληγώθηκαν βαθιά από την βαριά ήττα. Ίσως είναι αρκετά νωρίς για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Ίσως πάλι για κάποιους άλλους να είναι ήδη πολύ αργά για κάτι τέτοιο.

Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης του Μάη, συνιστά μια συνολική ήττα της Αριστεράς στη χώρα μας. Μια στρατηγική ήττα και σημαντική αποτυχία, πρωτίστως του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά συνάμα και των όρων με τους οποίους θα πορευθεί το σύνολο της Αριστεράς στα χρόνια που έρχονται. Γιατί, η εκλογική καταβαράθρωση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν έφερε την ουσιαστική ενίσχυση κάποιου άλλου κόμματος της Αριστεράς, αλλά ανέδειξε την ηγεμονία των συντηρητικών πολιτικών στη χώρα μας.

Ανέδειξε με εμφατικό τρόπο την μονοκρατορία της Νέας Δημοκρατίας και την επικράτηση της Δεξιάς ατζέντας, που απλώνεται πλέον σε όλο το πολιτικό φάσμα. Το ΜέΡΑ 25 έμεινε εκτός Βουλής, η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά δεν ενισχύθηκε, ενώ η μικρή άνοδος του ΚΚΕ μοιάζει να είναι συγκυριακή, εν μέσω των δεδομένων συνθηκών.

Η ήττα της 21ης Μαΐου έχει τις ρίζες της στο μακρινό 2015. Τότε δημιουργήθηκε μια ρωγμή που συνεχώς μεγάλωνε και σήμερα έχει μετατραπεί σε χάσμα. Είναι η εικόνα μιας σχέσης που έχει διαρραγεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε ως μια Αριστερά, που επιδίωξε να επικοινωνήσει με νέα ακροατήρια, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε.

Με αδιευκρίνιστο αριστερό στίγμα, με συνεχείς παλινδρομήσεις και κυρίως με αμφίβολα πρόσωπα, όχι μόνο δεν έπεισε αυτά τα νέα ακροατήρια, αλλά περιφρόνησε και αυτόν ακόμα τον κόσμο της Αριστεράς, τον οποίο δεν είχε κερδίσει ποτέ ουσιαστικά. Αυτό είχε ως συνέπεια την άνοδο των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ και την περιφρόνηση του ΣΥΡΙΖΑ από ένα σημαντικό μέρος, πρώην ψηφοφόρων του.

Κατά τη διάρκεια της δύσκολης τετραετίας που διανύσαμε, δεν διατυπώθηκε από την αξιωματική αντιπολίτευση κανένα ουσιαστικό αφήγημα εξουσίας που να έδινε προοπτική και διέξοδο στον τόπο, ενώ οι προτάσεις που κατά καιρούς διατυπώνονταν ήταν άτολμες και συχνά ανεδαφικές. Οι επιθετικές ρητορικές μέσα από άναρθρες κραυγές και παρωχημένα συνθήματα, αποδείχτηκαν ξεπερασμένες στρατηγικές.

Η θεαματική πτώση έγινε ακόμα πιο εκκωφαντική, αν λάβουμε υπόψη ότι, η ήττα αυτή προκλήθηκε από ένα νεοφιλελεύθερο κόμμα, το οποίο κυβέρνησε τον τόπο επί μια τετραετία με τον πιο σκληρό τρόπο, καταπατώντας τους στοιχειώδεις δημοκρατικούς θεσμούς, αυξάνοντας τη φτώχεια και τη διαφθορά και εθίζοντας τους πολίτες στην επαιτεία των επιδομάτων.

Η πτώση όμως δεν σταμάτησε τη μέρα των εκλογών, αλλά συνεχίστηκε ακόμα πιο εκκωφαντικά την επόμενη μέρα με τις δικαιολογίες που ακούστηκαν. Δικαιολογίες που έριχναν το φταίξιμο σε εξωγενείς παράγοντες. Στη μονοκρατορία των ΜΜΕ (που ήταν δεδομένη από την έναρξη της κρίσης), στην ενδεχόμενη νοθεία (θεωρίες συνωμοσίας) και στην περιφρόνηση της λαϊκής ετυμηγορίας.

Όταν όμως προτάσσονται τέτοιες φθηνές δικαιολογίες, χωρίς ουσιαστική αυτοκριτική, ελλοχεύει ο κίνδυνος, η πτώση να μετατραπεί σε κάτι ακόμα χειρότερο. Στην απαξίωση της Αριστεράς, με συνέπεια την επικράτηση της ηγεμονίας των συντηρητικών δυνάμεων για τα επόμενα χρόνια.

Ένα είναι σίγουρο. Από την 21η του Μάη και μετά, τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Να μην ανησυχούν εκείνοι που φοβήθηκαν την ακυβερνησία, γιατί θα έχουμε κυβέρνηση, αλλά πολύ φοβάμαι πως θα μείνουμε χωρίς αντιπολίτευση.

Ο πολιτικός χάρτης της χώρας όπως αυτός πάει να διαμορφωθεί, περιλαμβάνει ένα ισχυρό Δεξιό κόμμα, με ποσοστά αποδοχής που θα προσεγγίζουν το 40%, και δυο μικρούς ανταγωνιστικούς – αντιπολιτευτικούς πόλους, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, με ποσοστά που αθροιστικά δεν θα υπερβαίνουν το 30%.

Όταν όμως εξαφανίζεται η αξιωματική αντιπολίτευση, ουσιαστικά δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Μαζί με την αντιπολίτευση εξαφανίζεται και η λογική του «αντίπαλου δέους», που οδηγεί μια παντοδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση σε αυταρχικές συμπεριφορές, αφού έχει ήδη εδραιώσει την επικράτησή της μέσα από ισχυρούς μηχανισμούς εξουσίας, των οποίων ο απόλυτος έλεγχος θα περάσει γρήγορα στα χέρια της.

Όσο συνεχίζει να μαίνεται ο εμφύλιος στο χώρο της Αριστεράς, «που έχει την ικανότητα να διασπάται πιο εύκολα και από το άτομο» – όπως εύστοχα έχει παρατηρήσει κάποιος – το παραπάνω σενάριο θα φαντάζει ως το επικρατέστερο. Αν η Αριστερά σκοπεύει να περιορίζει την αντιπολιτευτική της δράση σε «καθώς πρέπει» διαμαρτυρίες, θα πρέπει να γνωρίζει πως αυτές δεν ενοχλούν πλέον κανέναν. Οι εξουσίες δεν έχουν λόγο να φοβούνται όταν βρίσκονται απέναντι σε «καθώς πρέπει» διαμαρτυρίες.

Γιατί, οι εξουσίες έχουν τον τρόπο να ενσωματώνουν αυτές τις «καθώς πρέπει» διαμαρτυρίες και να ακυρώνουν την δυναμική τους, πριν γίνει επικίνδυνη για τα συμφέροντα που εξυπηρετούν.

Στις 25 του Ιούνη θα ξαναμπούμε στο παραβάν. Και μπορεί μεν η δεύτερη κάλπη να είναι άδεια – όπως αρέσκονται να τονίζουν οι πολιτικοί – αλλά το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης μπορεί να λειτουργήσει στο υποσυνείδητο των ψηφοφόρων με διαφορετικούς τρόπους.

Σε μια φυσιολογική χώρα, όπου οι πολίτες αποφασίζουν με γνώμονα τη λογική και τα συμφέροντά τους, και με δεδομένο τον ασύμμετρο συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων, όπως αυτός αποτυπώθηκε στις πρώτες εκλογές, το αποτέλεσμα της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης είναι λογικό να εμπεριέχει ως βασικό στοιχείο τη «διόρθωση» των υπερβολών – όπως συμβαίνει και στο χρηματιστήριο αξιών – με απώτερο σκοπό τον εξορθολογισμό ενός εκλογικού αποτελέσματος το οποίο, χωρίς αμφιβολία, δύναται να αξιοποιήσει κατά το δοκούν η εξουσία.

Στη δική μας τη χώρα όμως, πολύ φοβάμαι πως και τούτη τη φορά οι πολίτες της θα ακολουθήσουν το ένστικτό τους και όχι την λογική.

Ένα ένστικτο, που δεν επιβραβεύει αλλά τιμωρεί και που μπορεί να οδηγήσει τους κερδισμένους ακόμα υψηλότερα και τους χαμένους ακόμα χαμηλότερα.

Να μην ξεχνάμε και τούτο. Παραφροσύνη δεν γεννά μόνο η πολλή θλίψη, αλλά ενίοτε και η μεγάλη έπαρση. Και «μαρτυριάρηδες», δεν είναι μόνο οι «Κατρούγκαλοι» που έδωσαν την «χαριστική βολή» στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και οι «Γεωργιάδηδες» που έχουν «καβαλήσει το καλάμι» της αλαζονείας και ονειρεύονται φωναχτά – πριν από τις τελικές εκλογές μάλιστα – την απόλυτη κυριαρχία τους, με την κατάκτηση των 180 εδρών για το κυβερνών κόμμα, προαναγγέλλοντας ακόμα και την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών από τον «θαυμαστό κόσμο» της πολιτικής, επιστρέφουμε ξανά στο φιλόξενο καταφύγιο της ποίησης και στον «νικημένο ήχο της βροχής», με τον πάντα ξεχωριστό ποιητικό λόγο της αλησμόνητης Κικής Δημουλά:

«Όμως ο παραλογισμός, άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση μου ‘μαθε για τους ήχους…».

https://moschonas.wordpress.com