Όταν άρχισε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οι περισσότεροι ευρωπαίοι πολιτικοί ήταν υπέρμαχοι των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Τώρα, σχεδόν πέντε μήνες μετά, κι ενώ οι εχθροπραξίες συνεχίζονται ακάθεκτες, παρατηρείται κάποια απροθυμία πολλών ηγετών να συνεχίσουν την εφαρμογή αυτών των μέτρων.

Οι κυριότεροι αιτιολογικοί παράγοντες που οδηγούν προς αυτήν την κατεύθυνση, είναι η διαφαινόμενη μείωση της προσφερόμενης  ενέργειας τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες που βρίσκονται μπροστά μας, η απότοκος ανοδική πορεία του πληθωρισμού λόγω των συνεχόμενων αυξήσεων στα βασικά είδη διατροφής και φυσικά η ανάλογη τροχοπέδη στην πολυπόθητη ανάπτυξη των ευρωπαϊκών χωρών

Βεβαίως δεν πρέπει να μας ξεφεύγει μια κάποια διαφοροποίηση της θέσεως αρκετών ηγετών στο συγκεκριμένο θέμα. Για παράδειγμα, διαφορετική είναι η θέση των ΗΠΑ και φυσικά πολύ διαφορετική εκείνη των ευρωπαίων. Παράλληλα, ο Ρώσος ηγέτης μετά το αρχικό σοκ, αρχίζει να τρίβει ικανοποιημένος τα χέρια του, αφού βλέπει πως τα μέτρα εναντίον του στην ουσία έγιναν μπούμερανγκ για εκείνους που τα έθεσαν σε λειτουργία.

Η ενεργειακή κρίση ήταν σίγουρα μια από τις αιτίες που έδωσαν τη χαριστική βολή στον Βρεττανό πρωθυπουργό, τον οποίο ακολούθησε στην παραίτηση και ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι, βάζοντας αφ’ ενός τη χώρα του σε πρόωρες εκλογές, αφ’ ετέρου την Ευρωπαϊκή ήπειρο σε ανάλογες και ίσως μεγαλύτερες ταλαιπωρίες.

Και ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή απ’ ότι φαίνεται των πολλαπλών και πολυποίκιλων αντιδράσεων όλων των λαών της Ευρώπης με την επισιτιστική κρίση που αναμφίβολα με την πάροδο του χρόνου θα χειροτερέψει.  Πριν από την παραίτησή του, ο πολύπειρος  Μάριο Ντράγκι, έστω και καθυστερημένα, ζήτησε από τους ηγέτες της Δύσης να σταματήσουν με κάποιο τρόπο την πίεση των κυρώσεων στη Ρωσία, με το αιτιολογικό ότι τα πρώτα θύματα όλων αυτών θα είναι τελικά αυτοί οι ίδιοι, οι ευρωπαϊκοί λαοί, σε αντίθεση με τη Ρωσία η οποία κερδίζει, ενισχύοντας αισθητά την οικονομία της.

Όμως το ουκρανικό θέμα βρίσκεται καθημερινά στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών συζητήσεων. Το ζήτημα της οικονομίας, θέτει πολλούς πολιτικούς σε αναζήτηση άλλων μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος, αφού φέρνει σε αντιπαράθεση λαούς και πολιτικούς διαφόρων κομμάτων και σχηματισμών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της γειτονικής μας Ιταλίας, με την παρατηρούμενη αύξηση της επιρροής των ακραίων κομμάτων, όπως εκείνο της Τζόρτζια Μελόνι.

Κάπως παρεμφερές και ανάλογο φαινόμενο είναι εκείνο που παρατηρήθηκε πριν λίγο καιρό με τις γαλλικές εκλογές, στις οποίες ο Γάλλος πρόεδρος απώλεσε την  απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία κάνοντας έτσι την πολιτική του επιβίωση κατά τι δυσκολότερη.

Τόσο ο Μάριο Ντράγκι, όσο και ο Εμμανουέλ Μακρόν ήταν και παραμένουν φυσικά από τα πλέον πεπειραμένα στελέχη της ΕΕ, ο μεν πρώτος λόγω της πολύχρονης θητείας του σε επιτελικές ευρωπαϊκές θέσεις, ο δε δεύτερος λόγω των μελλοντικών του επιδιώξεων στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκεί, όμως, που σίγουρα εκκολάπτονται βαρύγδουπες εξελίξεις και πολιτικές ανατροπές είναι σίγουρα η γειτονική μας Ιταλία.

Οι παραιτήσεις του Βρεττανού Μπόρις Τζόνσον και του Ιταλού Μάριο Ντράγκι, ίσως αποτελέσουν την απαρχή μεγαλύτερων αναταράξεων στους ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους, με απρόβλεπτες συνέπειες για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Για συγκεκριμένους πολιτικούς, αυτό είναι βέβαιο.

Κάτι παρόμοιο παρατηρείται πάντως και στη Γερμανία όσο και στις μακρυνές ΗΠΑ.  Ο νέος Γερμανός καγκελάριος προσπαθεί να βρει τον βηματισμό του στην παραπαίουσα κατάσταση που θα αναγκαστεί να διαχειριστεί όπου νάναι τους επόμενους δύσκολους μήνες, ενώ ο Αμερικανός δείχνει να καταρρέει δημοσκοπικά μπροστά στων πρωτόγνωρο πληθωρισμό που βρέθηκε η χώρα του μετά από τόσο καιρό. Ήδη στις περισσότερες Πολιτείες η γενικότερη πολιτική του είναι καταδικαστέα.

Ο Μπόρις Τζόνσον  μαζί με τον  Τζο Μπάιντεν ήταν ανάμεσα σε εκείνους που πρωτοστάτησαν στις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά τελικά όπως αποδεικνύεται  προκάλεσαν σημαντική ζημιά στις χώρες τους με την  πολιτική που ακολούθησαν.

Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα καταφέρει να επανεκλεγεί ο αμερικανός πρόεδρος ξανά, όπως τονίζουν έγκυροι πολιτικοί αναλυτές στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ενώ δεν είναι τυχαίο το γεγονός της δυναμικής επανεμφάνισης στο προσκήνιο του προηγούμενου προέδρου, του Ντόναλτ Τραμπ. Στη Γερμανία που βρίσκεται κοντύτερα, ο καγκελάριος βρίσκεται ενώπιον ενός εξαιρετικά δύσκολου χειμώνα ανακοινώνοντας από τώρα μέτρα για μεγαλύτερο έλεγχο των ενεργειακών αποθεμάτων της πατρίδας του, με δεδομένη την άμεση εξάρτηση της χώρας του από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Στη Μεγάλη Βρεττανία, το εργατικό κόμμα βλέπει τα ποσοστά του να πληθαίνουν, τη στιγμή που το αντίπαλο κόμμα προσπαθεί να ανεύρει την  ισορροπία του με την μελλοντική εκλογή του νέου αρχηγού του και μετά από κάποια σκάνδαλα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας. Όμως, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι, αργά ή γρήγορα, τη σειρά θα πάρουν και οι άλλες χώρες στην Ευρώπη, ως αποτέλεσμα της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης.

Αλλά και εκτός Ε.Ε. άρχισαν να παρατηρούνται φυγόκεντρες τάσεις με κυριότερο παράδειγμα την κοντινή μας Σερβία η οποία τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ της Ρωσίας. Παράλληλα, δεν μας διαφεύγει το γεγονός ότι η Ρωσία κατάφερε, έως τώρα, και απέσπασε κάποια εδαφικά οφέλη, με κυρώσεις οι οποίες δεν φαίνεται να την κλονίζουν, κάτι το οποίο γίνεται στις εξαρτώμενες ενεργειακά από αυτή χώρες.

Ανακεφαλαιώνοντας, μπορούμε να ισχυριστούμε πως απ’ ότι φαίνεται η δύση θα πληρώσει βαρύ τίμημα για τη συμπροφορά της, με συνέπειες οι οποίες ακόμα δεν εμφανίστηκαν σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια. Σε πολίτες, πολιτικούς και χώρες. Ζητούμενο πλέον από όλους, η ικανοποιητική διαχείριση της επελαύνουσας οικονομικής κρίσης.