Αυγερινές ακτίνες, προπομποί Ηλίου,
χρόνους αλλοτινούς τα Πετεινά ξυπνούσαν
κι η φύση, αέρινες φορούσε φορεσιές,
ανάλαφρες αιγαιοπελαγίτικες λιτές,
απλόχερα σκορπώντας φρεσκάδας ευωδιές.
Κι άλλοτε πάλι, με τα ασημοπράσινα της ελιάς
και τα λευκά τα χρώματα της μυγδαλιάς,
τον Δωρικό χιτώνα της ενδεδυμένη,
το θαυμασμό, το δέος και το σεβασμό,
του ταξιδιώτη θεατή, προξενούσε.
Τότε οι ιριδισμοί των φυλλωμάτων της ρεματιάς
και το ουράνιο τόξο, στο βάθος του τοπίου,
το παραμύθι της γιαγιάς ξεκινούσαν!
Τώρα, στις ίδιες ρεματιές,
τις καλυμμένες από την απληστία,
ορθώνονται βέβηλα κτίρια αυτάρεσκα,
πολυώροφα μνημεία αλαζονείας,
αποκρουστικά απότοκα υποκουλτούρας,
θεμελιωμένα τα χρόνια της ευμάρειας,
υψωμένα τα χρόνια της ασυδοσίας.
Χίμαιρες Φοβερές.
Καταβόθρες αδηφάγες κάθε ωραίου,
που ατυχώς, ακόμη και σήμερα,
κάποιοι, όχι και λίγοι, επιεικώς αφελείς,
περιμένουν καρτερικά τον από μηχανής Θεό
να φέρει μια κάποια λύση.
Ίσως όμως ο Αδάκρυτος, ο Βελλερεφόντης
να μη φανεί ποτέ.
“Οι καιροί ου μενετοί”
Ο Πήγασος ενοικιάζεται στους περιηγητές
προς πεντακόσια ευρώ την ώρα
κι όπως διαρρέουν κύκλοι της κτηματαγοράς
ο Βελλερεφόντης απέκτησε σε δημοπρασία
μεζονέτα στις άχρονες κορυφές του Ολύμπου,
υλοποιώντας το προαιώνιο όνειρο του.

Μυθολογικά- Λογοτεχνικά στοιχεία
Ο Βελλερεφόντης ήταν μυθικός ήρωας, γιος του Βασιλιά της Κορίνθου Γλαύκου, με το γενεαλογικό του δένδρο να φτάνει μέχρι τον Δευκαλίωνα, γιο του Προμηθέα. Άθελα του σκότωσε τον αδελφό του Βέλλερο (Βελλερεφόντης) και γι’ αυτό εξορίστηκε στην αυλή του βασιλιά του Άργους Προίτου. Η βασίλισσα Άντεια τον ερωτεύτηκε αλλά αυτός δεν ενέδωσε και αυτή ζήτησε από τον Βασιλιά Προίτο να τον σκοτώσει επειδή δήθεν ο Βελλεροφόντης προσπάθησε να τη βιάσει.

Ο Προίτος τον έστειλε στον πεθερό του Ιοβάτη (ή Αμφιάνακτα), βασιλιά της Λυκίας, μ’ ένα γράμμα σφραγισμένο, όπου ζητούσε το θάνατό του. Ο Ιοβάτης, για να προκαλέσει το θάνατο του Βελλερεφόντη, τον έστειλε και σκότωσε τη Χίμαιρα, ένα φοβερό τέρας με κεφάλι λιονταριού, κορμό και κεφάλι γίδας και ένα φίδι για ουρά. Ο βελλερεφόντης κατάφερε να τιθασεύσει τον φτερωτό Πήγασο, με την συνδρομή της θεάς Αθηνάς πού του έδωσε χρυσά χαλινάρια. Καβάλα στο φτερωτό άλογο μπόρεσε να σκοτώσει την τρομερή Χίμαιρα.

Ακολούθησε μια σειρά από άθλους ( νίκησε την άγρια φυλή των Σολύμων και τις Αμαζόνες ) που του έδωσαν πλούτο και δόξα, και ο Ιοβάτης κατάλαβε πως ήταν από θεϊκή γενιά ( κατά μία εκδοχή γιος του Ποσειδώνα ) και του έδωσε την κόρη του και τη μισή απ’ τη βασιλική του εξουσία. Ζει μια ζωή ήρεμη, με τη γυναίκα και τους γιους του, άξιοι πολεμιστές που συναντάμε στην Ιλιάδα. Αλλά δεν ταιριάζει η ησυχία στους ήρωες.

Θέλει ο Βελλεροφόντης να φτάσει στους θεούς, να ανέβει πλάι τους στον Όλυμπο. Όμως ο Δίας τιμωρεί την ύβρη του. Στέλνει μία μύγα και τον γκρεμίζει από τον Πήγασο και πέφτει κάπου στη σημερινή Μικρά Ασία, να τριγυρνά τυφλός. Και ο Πήγασος, μένει στους στάβλους των αλόγων των θεών και μεταφέρει τους κεραυνούς του Δία.
Ο Πήγασος συμβολίζει αλληγορικά το θαλάσσιο νέφος (θαλάσσιοι υδρατμοί – γιος του Ποσειδώνα), που μεταφέρει τους κεραυνούς (του Δία) και που γίνονται αντιληπτοί στις καταιγίδες.
Ο Σοφοκλής έγραψε την τραγωδία Ιοβάτης και ο Ευριπίδης τις τραγωδίες Βελλεροφών και Σθενέβοια, όμως ελάχιστα αποσπάσματα διασώθηκαν από αυτές.

Ο Αδάκρυτος. Ο Κ. Παλαμάς στο “ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ” στο « παραμύθι του Αδάκρυτου» παρουσιάζει την υπέρτατη και αέναη εξέλιξη του ανθρώπου ο οποίος μόνο χαρακτηριστικό θα έχει την Τάση προς τα Εμπρός.
Ο Αδάκρυτος, είναι ο μόνος που έχει τη συνειδησιακή βούληση να απελευθερώσει την ψυχή του από τους αιώνιους τυράννους.
Με τον Αδάκρυτο ο Παλαμάς μας δίνει την ουσιαστικότερη συμβολική εικόνα της αρχής του Υπερανθρώπου του Πνεύματος , «την ανάγκη θυσίας και θανάτου του παλαιού Εγώ
χάριν της ανωτέρας εξελίξεως», όπως αναφέρει ο μελετητής του έργου του Παλαμά, ο Δ. Βεζανής….
«Δεν ήρθα να γίνω σε ραγιάδες ραγιάς βασιλιάς……
Στης καλής µου τα σπλάχνα σαλεύει
μιας χιλιόζωης ο σπόρος ζωής.
Είμαι η σάλπιγγα εγώ μιας ανάστασης
κι είμαι η σκάλα που αρχίζει απ’ τη γης
και μιας σοφίας το χέρι είμ’ εγώ,
κι αν ο Αδάκρυτος είμαι,
ειμ’ ο αθόλωτος,
η ματιά µου τρυπάει τον Καιρό»

* Ο Γιώργος Αγγελάκης είναι μαθηματικός