Μια επίσκεψη στον πάλαι ποτέ Ζωηφόρο Συνεταιρισμό των Αρχανών!

Είναι μερικά μέρη που, όπως και να το κάνει κάποιος, είναι λίγο διαφορετικά, είναι λίγο πιο ιδιαίτερα από κάποια άλλα.

Είναι κάποια μέρη, που δεν αποτελούν απλά «κάποιους χώρους», γιατί από το  παρελθόν ηχεί μια τεράστια ιστορία, όπου έδρασαν ιδέες και  άνθρωποι!

Είναι μερικά μέρη που όταν σήμερα ευρίσκεται κάποιος σε αυτά  ακόμα και τίποτα να μην συμβαίνει εκεί, μόνο και μόνο με μία απλή επίσκεψη θα αντιληφθεί και θα νιώσει μία αύρα του παρελθόντος.

Και στο μυαλό τριγυρνούν τόσες ζωντανές εικόνες, ευρισκόμενος στον τόπο αυτό, που της ξαναζεί και  τις φέρνει μπροστά του ως κινηματογραφική ταινία. Κι όταν καθίσει σε εκείνο το πεζούλι που κάποτε καθόταν με τόσους φίλους και γνωστούς  και τώρα κάθεται μόνος και έρημος, αρχίζει να ξετυλίγεται η ταινία των περασμένων χρόνων και με τα μάτια της ψυχής βλέπει ,μα και συλλογάται:

Κάποτε  έσφυζε   από ζωή.

Κάποτε  η εργασία στους τόπους τούτους  δεν σταματούσε ούτε μέρα ούτε νύχτα.

Κάποτε άνθρωποι, οχήματα, μικρά μεγάλα πηγαινοέρχονταν.

Κάποτε η κίνηση ήταν τόσο ζωηρή, ώστε δεν καταλάγιαζε γιατί δεν γνώριζε τη διαφορά ημέρας και νύχτας.

Κάποτε η ζωή κυλούσε με διάφορο, γελαστό και τραγουδιστό  ρυθμό.

Κάποτε  το χρήμα, ως μέσον επιβίωσης όλων αυτών των αμάλαγων ανθρώπων-κατοίκων της κωμόπολης των Αρχανών, ήταν αρκετό  και ντυμένο με αγάπη, μεράκι, ευγνωμοσύνη προς  όλους εκείνους που κοπίαζαν και πάσχιζαν να πιάνει τόπο… στο τόπο τους.

Κάποτε τα φώτα δεν έσβηναν κι εφώτιζαν  όλες εκείνες τις μορφές των ανθρώπων, που κρατούσαν ανοιχτά τα μάτια της ψυχής του Συνεταιρισμού Αρχανών.

Κι όταν η κινηματογραφική  ταινία λάβει τέλος, κάνει αρχή το συναίσθημα. Μια υποκειμενική συνειδητή έκφραση και εξωτερίκευση του εσωτερικού κόσμου… που εκδηλώνεται ανάλογα με την αιτία πρόκλησης.

Εν προκειμένω η μνήμη δεν μπορεί να ξεχάσει, ακόμη κι αν θέλει, την αγαστή συνεργασία  όλων  εκείνων των καλοκάγαθων  εργατικών γλυκύτατων   υπαλλήλων, είτε κατείχαν  εργατική, είτε  υπαλληλική, είτε  διευθυντική θέση. Οι υπέροχοι εργατικότατοι αυτοί άνθρωποι, αρκετές φορές  ξενυχτούσαν, όλοι μαζί για να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες, όχι μόνον των γηγενών κατοίκων, αλλά και κατοίκων άλλων περιοχών της ενδοχώρας

Δεν θα ξεχάσω τον ακούραστο διευθυντή τον κ. Ιωάννη Στραταριδάκη, με πόση αγάπη, μα και αγωνία εργαζόταν νυχθημερόν  για τις ανάγκες του Συνεταιρισμού. Θυμούμαι  αρκετές φορές να αποχωρούμε από το γραφείο του,  ώρες μεταμεσονύκτιες  και αυτός να παραμένει για την ετοιμασία της ερχόμενης μέρας. Και τις πρώτες πρωινές ώρες  να ευρίσκεται, με τη τζάντα υπό μάλης,  έξω από το  γραφείο του τότε δ/ντού Γ. Γιωργαντά για θέματα του Συνεταιρισμού και των συνεταίρων.

Ακόμη τον Αριστείδη τον Ψαλτάκη, τον Γιώργο το Ζωγραφιστό, το Γιώργο το Γενετζάκη, το χημικό κ. Βασιλειάδη (ARMANTI) και τόσους άλλους, που επειδή  είναι τόσοι πολλοί  θα ήθελα  πολύ τόπο  για να τους αναφέρω, οι οποίοι με πραγματική αυτοθυσία και αυταπάρνηση και ακόμη στέρηση της οικογενειακής ζωής τους, εργαζόταν μέρα και νύχτα, είτε στο γραφείο, είτε στο συσκευαστήριο, είτε στις αποθήκες, είτε στο εργαστήριο κλπ κλπ  χωρίς ποτέ να λογαριάζουν  και να νοιάζονται για ίδιον όφελος, αλλά για το καλό του Συνεταιρισμού τους, του δικού τους σπιτιού, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν.

Ημέρες μεγαλείου ψυχής, εργατικότητας, ευγνωμοσύνης, ευσυνειδησίας, αλληλοσεβασμού, αλληλοκατανόησης, και προπάντων αλληλοβοήθειας.

Όπου και αν βρίσκονται οι αγαπημένοι  αυτοί φίλοι  τους ευχαριστώ και τους ευγνωμονώ γιατί μας δίδαξαν…   «Πως στα φυλλώματα των δένδρων αηδόνια κελαηδούν και φτερουγίζουν και πάντα φέρνουν την Άνοιξη, όπως εκείνοι πάντα έφερναν  την Άνοιξη στο «ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟ ΤΩΝ  ΑΡΧΑΝΩΝ».