Η αλήθεια είναι ότι σε τούτο τον τόπο σπανίως τιμάμε πρώην πολιτικούς, εν ζωή. Τους προσεταιριζόμαστε όταν είναι εν ενεργεία και αξιόμαχοι (είτε με ειλικρινείς προθέσεις είτε λόγω ιδιαίτερα ταπεινών αιτίων), αλλά ουδέποτε όταν αποστρατεύονται. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η εκδήλωση της περασμένης Δευτέρας προς τιμήν του πρώην Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη ήταν μια λαμπρή εξαίρεση.

Την περίοδο Σημίτη μπορεί ο καθένας να την προσεγγίσει από το δικό του οπτικό πρίσμα. Θα ήταν, όμως, χαιρέκακος και ίσως ιδιοτελής εάν δεν έβλεπε το δάσος και έμενε προσκολλημένος στο δένδρο.

Οι ηγεσίες και οι πολιτικοί περίοδοι διακρίνονται από τα προτάγματα που τίθενται και το βαθμό υλοποίησης αυτών. Μπορεί να χαρακτηρίζονται ή στιγματίζονται (αναλόγως) από μεγαλεπήβολα οράματα, ιδεοληψίες και υπερφίαλους στόχους, αλλά αυτό που μένει στο τέλος είναι η πιστή τήρηση και των προταγμάτων και η υλοποίηση αυτών.

Και για την περίοδο Σημίτη – όσοι τη ζήσαμε σε μικρότερη ή μεγαλύτερη ηλικία – μπορούμε να θυμόμαστε μια ισχυρή Ελλάδα. Μια Ελλάδα που εντάσσεται με το σπαθί της στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ένταξη στην ΟΝΕ), πετυχαίνει ιστορικές διπλωματικές επιτυχίες (αναίμακτη ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μολονότι υπήρχε casus belli από την Τουρκία για την περίπτωση αυτή), διοργανώνει αψεγάδιαστους Ολυμπιακούς Αγώνες (όπως μόνον ισχυρά κράτη μπορούν) και «βιώνει» πανσπερμία έργων υποδομής που κλείνουν ερμητικά την πόρτα στο ιστόρημα της «τριτοκοσμικής ψωροκώσταινας» (διεθνές αεροδρόμιο Αθηνών, Εγνατία Οδός, αττικό μετρό, ολοκλήρωση ΠΑΘΕ, ζεύγη Ρίου – Αντιρρίου κλπ).

Μέσα σε 8 χρόνια η Ελλάδα, άλλαξε επίπεδο. Οι κάτοικοι τούτης της χώρας ανέκτησαν τη χαμένη αυτοπεποίθησή τους. Οι ομογενείς έσπευδαν να αποκτήσουν Ελληνικό διαβατήριο. Από τη Νέα Ζηλανδία μέχρι τις ΗΠΑ και από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ μέχρι τη Λατινική Αμερική ξαναδήλωναν περήφανοι που είναι Έλληνες.

Όλα τα ανωτέρω συμπυκνώθηκαν στο εννοιολογικό αφήγημα του «εκσυγχρονισμού».  Ο Σημίτης δεν ήταν ο μοναδικός εμπνευστής του αφηγήματος. Ήταν, όμως, ο καλύτερος εκφραστής του.

Ο εκσυγχρονισμός ήταν μια κοινωνική ανάγκη, συμμαχία πολλών πληθυσμιακών στρωμάτων που αναζητούσαν μια ώθηση προς τα εμπρός. Κοινωνία και πολιτική ηγεσία βίωναν βίους παράλληλους μέχρι που συναντήθηκαν υπό την ηγεσία του Κωνσταντίνου Σημίτη. Όσοι υποστήριξαν, υπηρέτησαν από διάφορα μετερίζια ή συμμετείχαν στο εκσυγχρονιστικό εγχείρημα της χώρας θυμούνται πόσο περήφανοι ήταν τόσο οι ίδιοι όσο τα μεσαία δυναμικά κοινωνικά στρώματα που «ζούσαν», επιτέλους… Ευρώπη.

Ο ίδιος στον χαιρετισμό του στην ανωτέρω εκδήλωση είπε αρκετά. Στέκομαι στη φράση: «Υπάρχουν δύο λέξεις κλειδιά: το σχέδιο και η συγκυρία. Δεν προχωράς χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχο και πρόγραμμα υλοποίησης».

Η ανωτέρω φράση, αυτονόητη για κάθε σοβαρό πολιτικό δεν ήταν (ούτε είναι) συνήθης, στην εποχή της ψευδολογίας, του κιτρινισμού, του πολιτικού βερμπαλισμού, του ωχαδερφισμού και του κομματικού φανατισμού.

Φαντάζει «αποϊδεολογικοποιημένο» πανεπιστημιακό εγχειρίδιο διοίκησης μιας επιχείρησης. Και, όμως, αποτελεί συμπυκνωμένο μάθημα δημόσιας διοίκησης: μετρήσιμοι στόχοι – εποπτεία – λογοδοσία. Πράγματα που θα έπρεπε να ήταν κοινός τόπος στην Ελλάδα, στο λυκαυγές τούτης της χιλιετίας, αλλά δεν ήταν. Και δυστυχώς δεν είναι ούτε και σήμερα…

* Ο Αργύρης Αργυριάδης είναι δικηγόρος www.argiriadis.gr