«Εγένετο καταφύγιον πλείστων κατοίκων των εγγύς αλλά και παρακειμένων χωρίων… ήνοιξε τας πύλας της εις τους εκεί καταφυγόντας Χριστιανούς, ένθα έβρισκον άσυλον και φιλοξενίαν…»
Γ. Συλαμιανάκης, «Η μάχη της Κρήτης 1941», Αθήνα 1945, σελίδα 123.
Είναι γνωστός ο ρόλος όλων των μοναστηριών της Κρήτης σε όλους τους εθνικούς αγώνες και κυρίως στην Τουρκοκρατία, όταν ο Χριστιανισμός ήταν ταυτισμένος με την ελληνικότητα, γιατί ο αγώνας ήταν ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους και έφτανε να περάσεις στην απέναντι όχθη για να αλλάξει η ζωή σου. Η πλούσια σε σιτηρά, λάδια και κοπάδια Μονή του Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη ήταν εύκολο πέρασμα αγροτικής περιοχής χωρίς συγκεντρωμένα στρατεύματα και είχε καλούς πατριώτες μοναχούς
. Τον πλούτο και την αρχοντιά του μοναστηριού χαιρόμαστε στην αφήγηση του περιηγητή Πάσλεϋ που περιγράφει τη φυσική και πνευματική ομορφιά του χώρου, την ευγένεια και το ήθος των μοναχών και το γεύμα που πρόσφεραν οι μοναχοί, «ανάλογο δεξίωσης της πιο πλούσιας και μορφωμένης κοινωνίας της Ευρώπης».
Για τη συμμετοχή της στις Επαναστάσεις καταστράφηκε πολλές φορές. Το 1896, όταν οι Τούρκοι έκαψαν για τέταρτη φορά τη Μονή της Παναγίας, που βρισκόταν ανατολικά του χωριού Πατσίδερος, όπου λειτουργούσε σχολείο για τα παιδιά του Αλαγνίου, του Αρκαλοχωρίου, του Πατσιδέρου και του Χουμερίου, η Μονή Επανωσήφη φρόντισε για την ανοικοδόμησή της, θεωρώντας την παιδεία προϋπόθεση της ελευθερίας.
Μελετώντας τη σχετική βιβλιογραφία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Γ. Μουρέλος, Γ, Κάββος κ.λπ.) βλέπομε ότι τα μοναστήρια της Κρήτης πρωτοστάτησαν στην Αντίσταση: πρώτα – πρώτα τα μοναστήρια των Αστερουσίων, η Αγία Μονή Βιάννου και το Σιναΐτικο μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων στήριξαν από την αρχή την οργάνωση Κρητική Επαναστατική Επιτροπή. Επίσης στη Σύσκεψη της Μουσούτας πρώτοι – πρώτοι συμμετείχαν οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Αγκαράθου, στη Μονή του Αγίου Φανουρίου στο Βαλσαμόνερο ορκίστηκαν οι αντάρτες του Πετρακογιώργη, η Μονή Αρκαδίου και Πρέβελη ήταν εξαρχής κέντρα της Αντίστασης.
Η Μονή Επανωσήφη, χτισμένη στο κέντρο της Κρήτης, κοντά στο Ηράκλειο και στις Αρχάνες, όπου διεξήχθη η Μάχη της Κρήτης, στο μεγάλο σιτοβολώνα της Μεσαράς και στα Αστερούσια, στων οποίων τις σπηλιές κρύβονταν αμέσως μετά τη Μάχη της Κρήτης εκατοντάδες σύμμαχοι, Ελλαδίτες και Κρήτες καταδιωκόμενοι, ήταν φυσικό να διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο. Εξάλλου βρισκόταν ανάμεσα στα χωριά των Ανωγειανών της Διασποράς (Μελιδοχώρι, Γέννα, Αρκάδι, Ρουκάνι και Καρκαδιώτισσα).
Οι Ανωγειανοί της Διασποράς έπαιξαν σπουδαίο ρόλο εξ αρχής λόγω του ανυπότακτου φρονήματός τους αλλά και γιατί υπεράσπιζαν τον τόπο τους, τον οποίο βρήκαν έρημο και χέρσο και τον αξιοποίησαν άριστα μετά από σκληρή δουλειά. Η Αντιστασιακή Οργάνωση Ανωγείων, στενά δεμένη ως μητρόπολη με τους Ανωγειανούς του Μονοφατσίου, ενήργησε, ώστε να δημιουργηθεί στο Μονοφάτσι οργάνωση – παράρτημα της ΑΟΑ, με σπουδαία συμβολή στον Αγώνα.
Έτσι, η Μονή Επανωσήφη δε βρισκόταν μόνο σε κατάλληλο γεωγραφικό σημείο, αλλά και κοντά στα πιο σοβαρά οργανωμένα πρώτα δίκτυα που δημιουργήθηκαν από τους πρώτους μήνες της Κατοχής. Γι’ αυτό, αν και δεν είναι οχυρωμένη και προφυλαγμένη σε ορεινό μέρος, έπαιξε ρόλο απόρθητου φρουρίου, κέντρου της Αντίστασης, αφού ήταν στο δρόμο προς τα νότια παράλια, προς χωριά – κάστρα του Αγώνα και είχε ανατολικά της τα προσφυγοχώρια Αμουργέλες, Πατσίδερο, Ζήντα κ.λπ., απ’ όπου παρακολουθούσαν τις κινήσεις του αεροδρομίου Καστελλίου και προς τα δυτικά της τα Ανωγεινά χωριά. Η Μονή ήταν ακριβώς πάνω στο δρόμο προς τα λημέρια του Ψηλορείτη (δυτικά) και αντίστροφα προς το λημέρι της Δίκτης, που δημιουργήθηκε το Γενάρη του 1943 (ανατολικά).
Πηγές για το ρόλο της Μονής Επανωσήφη στον αγώνα κατά των Γερμανών αποτελούν: καταγραφές γερόντων από τα χωριά Μεγάλη Βρύση, Πρεβελιανά, Άγιο Θωμά – Χαράκι, Μαδέ, Λιγόρτυνο, Αποΐνι – Καστελλιανά, Φαβριανά – Καλό Χωριό και Αρκαλοχώρι. Όλοι συμφωνούν ότι οι μοναχοί της Μονής αγωνίστηκαν με αυτοθυσία με την καθοδήγηση και την προστασία του μεγάλου Ιεράρχη, τοποτηρητή του Μητροπολιτικού Θρόνου Ευγένιου Ψαλιδάκη, που αναδείχτηκε στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής βράχος ακλόνητος, όπου συχνά ξεσπούσε η γερμανική Διοίκηση, την οποία διαχειριζόταν προσεκτικά και μαεστρικά και γι’ αυτό γλύτωσε τον εαυτό του και τη Μονή.
Επίσης η σχετική, πλούσια βιβλιογραφία και το αρχείο της Μονής είναι πολύτιμες πηγές.
Στο αρχείο της Μονής βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές και σημειώματα που απευθύνονταν κάποια στον Ηγούμενο Τιμόθεο Τσαγκαράκη και άλλα δι’ αυτού σε όλους του μοναχούς. Για την Κατοχή υπάρχουν περίπου τριάντα έγγραφα, πολλά από τα οποία αποτελούν διαταγές της Γενικής Διοίκησης Κρήτης, της Νομαρχίας Κρήτης, του Στρατιωτικού Διοικητή Κρήτης και των Εμμ. Μπαντουβά, Γ. Πετρακογιώργη, Ν. Πλεύρη και του Διοικητή του 43 Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Τα περισσότερα έγγραφα όμως στέλνει ο Ευγένιος Ψαλιδάκης με την ιδιότητά του ως τοποτηρητή του Θρόνου.
Με αυτά δίνει οδηγίες ή ζητά πληροφορίες από τον Ηγούμενο της Μονής. Του πρώτου εγγράφου (23-10-1941) αποστολέας είναι ο Βασίλειος Μαρκάκης, Μητροπολίτης Κρήτης ως τις 26-3-42, που τον άρπαξαν μέσα στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Ηρακλείου άνδρες της Γκεστάπο και τον μετέφεραν στην Αθήνα, τον τόπο της εξορίας του. Οχτώ μήνες μετά (30-11-42) ο εξόριστος Ιεράρχης στέλνει ένα συγκινητικό γράμμα αγάπης και νοσταλγίας στον Ηγούμενο Τιμόθεο Τσαγκαράκη.
Από τη μελέτη του αδημοσίευτου αρχείου της Μονής συμπεραίνομε ότι η Μονή χρησιμοποιήθηκε στη Μάχη της Κρήτης σαν θεραπευτήριο ως το τέλος του Ιουνίου 1941. Στη Μονή κατέφυγαν πολλοί από κοντινές και μακρινές περιοχές, κυρίως φτωχοί άνθρωποι. Ο Μητροπολίτης Ευγένιος εκφράζει τους φόβους του σχετικά και υπενθυμίζει συνεχώς την ανάγκη να ελέγχεται όλος αυτός ο κόσμος.
Οι διαταγές της γερμανικής Διοίκησης και οι οδηγίες του Ευγένιου δείχνουν ότι οι Γερμανοί υποπτεύονται ότι στη Μονή διαμένουν επικηρυγμένοι εχθροί τους. Γι’ αυτό στέλνουν σοβαρούς συνεργάτες τους από τον Ιανουάριο του ’42 κιόλας τάχα για την επίταξη των προϊόντων, αλλά στην ουσία για τον απόλυτο έλεγχο του χώρου.
Δημιουργεί έκπληξη και απορία πώς βρίσκονται τόσα δημητριακά, λάδια, ζώα, τα οποία διαμοιράζονται σε φόρους των Γερμανών, βοήθεια στα παιδικά συσσίτια της Αθήνας, στα ορφανοτροφεία, στο Πανάνειο, στους φυλακισμένους, στην ΕΟΧΑ, στη Μητρόπολη κ.λπ. Επίσης τα τόσα τρόφιμα που η Μονή στέλνει στο αντάρτικο της Δίκτης και σε άλλες αντάρτικες οργανώσεις κυρίως το 1944, όταν είχαν στρατοπεδεύσει στην κοντινή της περιοχή.
Τα παραπάνω ενδεικτικά στοιχεία δείχνουν ότι η οργάνωση της Ημερίδας της 24ης Φεβρουαρίου για το ρόλο της Ιεράς Μονής Επανωσήφη στην ιστορία και τον πολιτισμό της Κρήτης ήταν μια χρησιμότατη ενέργεια του Κέντρου Κρητικής Λογοτεχνίας.