Η ιστορία της Ευρώπης είναι μια ιστορία πολέμων και καταστροφών. Μια ιστορία με αιώνες αιματηρών συγκρούσεων και ανταγωνισμών, ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις και αυτοκρατορίες, με καταγεγραμμένες φάσεις και περιόδους πολιτικών και γεωγραφικών ανασυνθέσεων, με αποκορύφωμα το πογκρόμ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα ξημερώματα της περασμένης Πέμπτης, ο πόλεμος επέστρεψε στην Ευρώπη. Εισήλθαμε βίαια σε μια νέα εποχή. Σε μια νέα Ευρώπη. Η κακή φήμη της Γηραιάς Ηπείρου επιβεβαιώνεται και πάλι, αυτή τη φορά επί ουκρανικού εδάφους. Παρά τις επανειλημμένες αρχικές διαψεύσεις του υπερ-φιλόδοξου Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, στις επίμονες προειδοποιήσεις των ΗΠΑ για επικείμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και παρά τα ειρωνικά σχόλια που εξαπέλυε το περιβάλλον του για την αμερικανική «προφητεία», τελικά δικαίωσε ο ίδιος στην πράξη τις Μυστικές Υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών, που ορθώς προέβλεψαν, με μια μικρή καθυστέρησε, τη ρωσική εισβολή.
Ίσως βέβαια να ήταν και οι μόνες που γνώριζαν τι επρόκειτο να γίνει (εκτός από τον Πούτιν), αφού και οι ίδιες ήταν αναμεμιγμένες με τον δικό τους «τρόπο» στη λεγόμενη ουκρανική κρίση. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος της απογοήτευσης του προέδρου της Ουκρανίας, Ζελένσκι, από την πρώτη κιόλας μέρα της ρωσικής εισβολής. «Η Δύση μας άφησε μόνους», δήλωσε, με την τραγικότητα ενός εξαπατημένου που πίστεψε αφελώς σε μια επίπλαστη δυτική φιλία. Προφανώς, άλλα του έταξαν κάποιοι πριν από τον πόλεμο και μετά τον εγκατέλειψαν. «Η Ουκρανία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ», ήταν η δικαιολογία. Ούτε το Κόσσοβο ήταν μέλος του ΝΑΤΟ το 1999, όμως μια χαρά βομβάρδισε τότε το ΝΑΤΟ τη Σερβία για να προστατέψει λέει τους Κοσοβάρους από τις βόμβες του Μιλόσεβιτς.
Εκείνο που αγνόησε ο θλιβερός Ζελένσκι ήταν ότι το ΝΑΤΟ κάνει μπίζνες, και τις κάνει επιμελώς με μεγάλη επιτυχία, δημιουργώντας τεχνητές εντάσεις, κρίσεις, εξεγέρσεις και νέους εχθρούς, εξασφαλίζοντας την απαραίτητη «πελατεία» στις πολεμικές βιομηχανίες.
Το 1991 όπου ελάμβαναν χώρα οι συνομιλίες για την συνένωση των δύο Γερμανιών, όλοι οι Δυτικοί ηγέτες υπόσχονταν στον Γκορμπατσόφ ότι «το ΝΑΤΟ δεν επρόκειτο να επεκταθεί ούτε σπιθαμή προς Ανατολάς». Ήταν μια συμφωνία κυρίων που όμως δεν τηρήθηκε.
Έτσι άνοιξε η «πληγή» του ουκρανικού ζητήματος που αποτέλεσε «casus belli» για τη Ρωσία. Αλλά και το 2009, ο Μπάιντεν από τη θέση του Αντιπροέδρου τότε, εργαζόταν με προσήλωση, καλλιεργώντας το έδαφος για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και με σταθερή επιδίωξη να «δέσει» τη γειτονική χώρα της Ρωσίας στο «δυτικό άρμα». Τώρα όμως που ήρθαν τα δύσκολα, τα «άρμα» εγκατέλειψε τη χώρα όπως ήταν φυσικό να κάνει.
Ο πόλεμος επέστρεψε στην Ευρώπη, και ετούτη τη φορά στα γεωγραφικά όρια της Ουκρανίας. Ένας πόλεμος που λόγω των απρόβλεπτων συνεπειών του, δεν περιορίζεται μονάχα στην Ευρώπη, αλλά έχει ήδη διεθνοποιηθεί. Η επιδίωξη του Πούτιν είναι να προσαρτήσει ένα μέρος της Ουκρανίας στη Ρωσία και η υπόλοιπη να τεθεί υπό τον έλεγχό του, τοποθετώντας εκεί μια κυβέρνηση της απολύτου εμπιστοσύνης του, κατά το πρότυπο της Γεωργίας. Το σχέδιο όμως αυτό οδηγεί αναπόφευκτα και στη διχοτόμηση της Ουκρανίας. Η νοσταλγία του Πούτιν μας πάει πίσω στην προ Σοβιετική εποχή, στην αυτοκρατορική Ρωσία.
Ο πόλεμος αυτός, το τέλος του οποίου θα το έχουν δει κι ετούτη τη φορά μονάχα οι νεκροί του, αναδεικνύει τη Ρωσία σε επιθετική αναθεωρητική δύναμη και επιτρέπει στον αμερικάνικο παράγοντα να επανακάμπτει στη Γηραιά Ήπειρο. Η ειρήνη στην Ευρώπη αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο δέχεται ένα μεγάλο πλήγμα και ίσως να αποτελεί προάγγελο και άλλων εφιαλτικών εξελίξεων. Οι ήδη διαταραγμένες γεωπολιτικές ισορροπίες του «μεταδιπολικού» κόσμου που ανατέλλει, κλονίζονται εκ θεμελίων. Οι επεκτατικές βλέψεις του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς σταματάνε στα σύνορα της Ουκρανίας, ενώ τα ζωτικά συμφέροντα της Ρωσίας δεν μπορούν πλέον να αγνοούνται. Ένας Νέος Ψυχρός Πόλεμος μόλις ξεκίνησε, κυρίως με χρηματοοικονομικά μέσα και με κύρια στόχευση την κυριαρχία στο χώρο της ενέργειας, των εξοπλισμών και της σύγχρονης τεχνολογίας.Διανύουμε το τέλος μιας εποχής και χρειαζόμαστε ένα νέο δόγμα ανάσχεσης του αναθεωρητισμού στην Ευρώπη, όπως χρειαζόμαστε και την γεωστρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Είναι δύσκολο βέβαια να βρεθεί κάποιος στη σωστή πλευρά της ιστορίας, όμως η αλήθεια – που είναι ένα από τα μεγαλύτερα θύματα κάθε πολέμου – αποκαλύπτεται σε όσους ξέρουν να μελετούν την ιστορία. Γιατί, ιστορική μνήμη και εμπειρία υπάρχει και είναι πικρή. Έχουμε την εμπειρία της κυπριακής τραγωδίας, που μοιάζει πολύ με την περίπτωση της Ουκρανίας. Μια τραγωδία που «προετοίμασαν» οι εθνοτικές συγκρούσεις, η εγκληματική δράση της χούντας και της «ΕΟΚΑ Β΄», τα γεωπολιτικά παιχνίδια στην περιοχή και η αδυναμίες της επιδίωξης ένωσης Ελλάδας-Κύπρου. Κατ’ αναλογία με την Κύπρο, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ έχουν την δική τους συμμετοχή στην καταστροφή της Ουκρανίας.
Όλο αυτό το αρρωστημένο κλίμα έφερε τον Πούτιν και τον σωβινισμό στο Κίεβο, όπως ακριβώς έφερε κάποτε τον «Αττίλα» και τον Ετζεβίτ στην Κύπρο.
Με την αιματηρή ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, λαβώθηκε βαριά η «καρδιά» της Ευρώπης, βάζοντας τίτλους τέλους σε μια εποχή όπου επικράτησε η ψευδαίσθηση της ασφάλειας για τα τελευταία τριάντα χρόνια, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, όπου η Ρωσία αποδυναμώθηκε και περιθωριοποιήθηκε οικονομικά και στρατιωτικά. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν, η Ρωσία έδινε μεν το παρόν στις προκλήσεις των διεθνών ανταγωνισμών, αλλά περιόριζε τη δράση της σε μικρές περιφερειακές συγκρούσεις και πολεμικές εμπλοκές δια αντιπροσώπων.
Μπορεί να προηγήθηκε η βίαιη προσάρτηση της Κριμαίας, αλλά η τωρινή στρατιωτική επίθεση στην Ουκρανία καταδεικνύει το γεγονός ότι η ρωσική ελίτ με τους ολιγάρχες-στρατοκράτες της, αλλάζει τώρα τρόπο δράσης και διεκδίκησης. Επιστρέφει επιθετικά αναλαμβάνοντας ρόλο οικονομικής και στρατιωτικής υπερδύναμης, υπονομεύοντας όμως την ειρήνη και την ασφάλεια όλου του πλανήτη και επιβάλλοντας μια νέα τάξη πραγμάτων και μια επικίνδυνη ισορροπία τρόμου, που καθορίζει και το πλαίσιο του Νέου Ψυχρού Πολέμου. Οδηγούμαστε αναμφισβήτητα σε ένα νέο σκηνικό παρατεταμένης αστάθειας στην Ευρώπη. Ο αναθεωρητισμός, ο επεκτατισμός, ο μιλιταρισμός, ο στρατιωτικός ανταγωνισμός, η επιθετικότητα, το δίκιο του ισχυρού και η κατάλυση της κυριαρχίας των αδύναμων χωρών, συνθέτουν πλέον το νέο σκηνικό.
Ο κόσμος ξημερώνει πια, όχι με δύο, αλλά με τρεις κυρίαρχους πόλους. Τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα. Η οικονομική, στρατιωτική και τεχνολογική ισχύς που έχουν συγκεντρώσει οι τρεις αυτές υπερδυνάμεις είναι υπερβολική, ανεξέλεγκτη, και ενδεχομένως μπορεί να αποβεί και επικίνδυνη για το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη.
Οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης αυτές τις μέρες τάσσονται με την πλευρά της ειρήνης. Δεν καταλαβαίνω όμως πως μια χώρα μπορεί να υπηρετεί την ειρήνη, εξοπλίζοντας τη μια ή την άλλη αντιμαχόμενη πλευρά; Η Γερμανία που μας «τσάκισε» στη λιτότητα επί μια δεκαετία για μερικά δισ. ευρώ παραπάνω που συσσωρεύτηκαν στο χρέος μας, τώρα με μια μόνο υπογραφή και χωρίς καθόλου τσιγκουνιές δαπανά 100 δισ. ευρώ για να εξοπλίσει στρατιωτικά την Ουκρανία.
Αλλά και η χώρα μας, που κατά το παρελθόν έστελνε ιατροφαρμακευτική και ανθρωπιστική βοήθεια στις πληττόμενες περιοχές από τους πολέμους, τώρα χωρίς την έγκριση της Βουλής, αποφάσισε να στείλει πολεμικό υλικό, το οποίο δεν παράγει η ίδια, αλλά το αγοράζει από το υστέρημα των πολιτών για τις δικές της αμυντικές ανάγκες. Πρόκειται για μια πρόχειρη και παρορμητική απόφαση, που εύχομαι μόνο να μη μας κοστίσει ακριβά στο μέλλον…
Όσες θλιμμένες φατσούλες κι αν κατακλύσουν το facebook, όσα περιστέρια της ειρήνης κι αν κοσμούν τα προφίλ των ειρηνιστών χρηστών των social media, όσες πορείες κι αν γίνουν για την ειρήνη, όσος πολιτισμός κι αν έχει επιτευχθεί από τον άνθρωπο, οι πόλεμοι δυστυχώς – χωρίς τους οποίους δεν μπορεί η ανθρωπότητα – όπως γράφει και ο Ολλανδός ιστορικός Pieter Geyl, «θα συνεχίσουν να επιταχύνουν τη διαδικασία της ιστορίας».