Πριν λίγες ημέρες, με πήρε στο τηλέφωνο ένας συνάδελφός μου. Με ενημέρωσε για μια εκδήλωση που επρόκειτο να γίνει, με αφορμή την παρουσίαση ενός ακόμα βιβλίου του Νίκου Ψιλάκη, και με ρώτησε αν θα μπορούσα να παρέμβω κι εγώ στην εκδήλωση αυτή και να πω δυο λόγια για τον Νίκο Ψιλάκη, ως δημοσιογράφο και ως άνθρωπο, με τον οποίο εργαστήκαμε στην ίδια επαγγελματική στέγη, πάνω από 20 – 25 χρόνια.
Όπως αντιλαμβάνεστε, μου ήταν αδύνατο να αρνηθώ. Διατήρησα όμως μέσα μου μια επιφύλαξη για την εκδήλωση, επειδή γνώριζα πως αυτές τις μέρες ο Νίκος έδινε μια σκληρή μάχη για την υγεία του. Ευχήθηκα να πάνε όλα καλά, κι άρχισα αμέσως την προσπάθεια να φρεσκάρω και να βάλω σε κάποια σειρά μερικές από τις πιο ωραίες αναμνήσεις του επαγγελματικού μου βίου.
Πρωτογνώρισα τον Νίκο Ψιλάκη από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του ‘70. Νεαροί και οι δύο, στο Ηράκλειο των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων, ψάχναμε τρόπους να προσεγγίσουμε τα υπάρχοντα τότε μέσα ενημέρωσης, για να ανοίξουμε δρόμο προς την δημοσιογραφία που μας συγκινούσε.
Ξεκινούσαμε από διαφορετικές αφετηρίες, όμως ο στόχος μας ήταν κοινός: Να γίνουμε δημοσιογράφοι!.. Την εποχή αυτή, που ήταν εποχή ζωντάνιας και διαρκούς αναζήτησης, τα πάντα ήταν διαφορετικά. Η χούντα, στη διάρκεια της επαχθούς επταετίας, είχε διαλύσει τον χώρο του Τύπου.
Είχε κλείσει τις περισσότερες εφημερίδες (όσες δεν είχαν αναστείλει την έκδοσή τους), και είχε τον απόλυτο έλεγχο στην κρατική ραδιοτηλεόραση. Η πτώση της χούντας, συνοδεύτηκε από μια φοβερή και απίστευτη εκδοτική έκρηξη. Παλιές κυρίως, αλλά και καινούργιες εφημερίδες, άρχισαν να επανεκδίδονται κατά δεκάδες, που ανέμιζαν καθημερινά στις προθήκες των περιπτέρων. Αυτό συνέβη κυρίως στην Αθήνα. Αλλά και στην επαρχία, άρχισαν να ταράσσονται τα λιμνάζοντα ύδατα του χώρου.
Η δημοσιογραφία ξανάρχισε να αναπνέει, και μια νέα γενιά δημοσιογράφων άρχισε να κυοφορείται. Ο Νίκος Ψιλάκης, αφού ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία, επέστρεψε στο Ηράκλειο, όπου άρχισε να δίνει τα πρώτα δείγματα των δημοσιογραφικών του δεξιοτήτων.
Εργάστηκε και συνεργάστηκε με τοπικές εφημερίδες της εποχής, όμως οι ικανότητες και οι δυνατότητές του τον οδήγησαν, έχοντας δυναμικά στο πλάι του την αγαπημένη του σύζυγο Μαρία, να προχωρήσει σε ένα πρωτοποριακό αλλά και παράτολμο για την εποχή βήμα: Την έκδοση του περιοδικού “Κρητικές Εικόνες”, που με τα ζωντανά και πάντα ενδιαφέροντα θέματά του, έγραψε την δική του ξεχωριστή Ιστορία στον χώρο των περιοδικών εκδόσεων.
Δυστυχώς, οι “Κρητικές Εικόνες”, όπως και άλλα αξιόλογα περιοδικά, αποδείχθηκαν βραχύβια, λόγω περιορισμένων οικονομικών πόρων. Έτσι, ο Νίκος Ψιλάκης, κυρίως για βιοποριστικούς λόγους, επέστρεψε στο χώρο των τοπικών εφημερίδων, όπου και διέπρεψε.
Αποκορύφωμα των προσπαθειών του ήταν η αναβάθμιση της γνωστής εφημερίδας “Δημοκράτης”, του Στρατή και της Ανθούσας Παπαγεωργίου, που με την προτροπή και με πρωτοβουλίες του Νίκου, έγινε η πρώτη έγχρωμη τοπική εφημερίδα.
Επίσης, άσκησε με επιτυχία τα καθήκοντα του ανταποκριτή σε αρκετές, γνωστές εφημερίδες της Αθήνας. Παράλληλα με την άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, άρχισε να συστηματοποιεί την ενασχόλησή του με την έρευνα και την συγγραφή θεμάτων που τον συγκινούσαν, όπως διάφορες εκφράσεις του κρητικού λαϊκού πολιτισμού και των παραδόσεων της Κρήτης.
Με την πάροδο του χρόνου, ο Νίκος Ψιλάκης αναδείχθηκε σε κορυφαίο και ακάματο ερευνητή, μελετητή και καταγραφέα της ζωής στην Κρήτη, από την αρχαιότητα ως την εποχή μας. Οι συγγραφικές του προσπάθειες απέδωσαν σπουδαίους καρπούς και του χάρισαν σημαντικές διακρίσεις και βραβεία. Ξεχωρίζω το μνημειώδες έργο του “Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης”.
Σε δυο πολυσέλιδους τόμους, κατέγραψε όλους ανεξαιρέτως τους χώρους λατρείας της Κρήτης, κάτι που μόνο ο Νίκος Ψιλάκης μπορούσε να επιτύχει. Κανένας άλλος! Το έτος 1989, με την απελευθέρωση της Ραδιοφωνίας αρχικά και της Τηλεόρασης στη συνέχεια, άρχισαν να ιδρύονται σωρηδόν, σε όλη την Ελλάδα, ιδιωτικοί ραδιοσταθμοί και τηλεοπτικά κανάλια.
Στο Ηράκλειο, μεταξύ άλλων, ιδρύθηκε τον Μάιο του 1989, το “Ράδιο Κρήτη”, όπου ο Νίκος Ψιλάκης ανέλαβε την πρωινή ζώνη και ο υποφαινόμενος τις ειδήσεις αρχικά και μια δίωρη καθημερινή εκπομπή στη συνέχεια. Ήταν η πρώτη φορά που είχα την τύχη να συνεργαστώ στενά με τον Νίκο Ψιλάκη και να παρακολουθήσω από κοντά τον τρόπο της σκέψης του, την ικανότητα του να προσεγγίζει το κοινό και να το πείθει να συμμετέχει ενεργά σε ενδιαφέροντες και γόνιμους ραδιοφωνικούς διαλόγους.
Ήταν αυτή μια εποχή που έθεσε σε γερές και υγιείς βάσεις την σύγχρονη δημοσιογραφία, προσδίδοντάς της κύρος και αντικειμενικότητα, χαρακτηριστικά που την ακολούθησαν και στα αμέσως επόμενα χρόνια. Κάθε πρωί, τα χρόνια της συνεργασίας μας στο “Ράδιο Κρήτη”, σμίγαμε με το Νίκο και ανταλλάσσαμε απόψεις επί παντός επιστητού.
Ποτέ δεν λειτουργήσαμε ανταγωνιστικά! Και πολύ σπάνια, για να μην πω ουδέποτε, διέφεραν οι απόψεις μας επί σοβαρών θεμάτων. Θα σας εξομολογηθώ και κάτι: Βρεθήκαμε και συνεργαστήκαμε στην ίδια επαγγελματική στέγη για πάρα πολλά χρόνια.
Ουδέποτε ανταλλάξαμε μεταξύ μας μια κακή κουβέντα! Δεν ξέρω αν αυτό αποτελεί μοναδικό φαινόμενο, σίγουρα πάντως είναι σπάνιο. Πάντα στις σχέσεις μας περίσσευε το χαμόγελο και η καλοσύνη. (Περίσσευαν βέβαια και οι προσπάθειες κάποιων, ελαχίστων, να υπονομεύσουν τη δουλειά μας, ακόμα και την παρουσία μας στον Σταθμό, όταν απευθυνόμενοι στον ιδιοκτήτη του, του έλεγαν: “Καλά, τόσα χρόνια δεν τους βαρέθηκες, τον Ψιλάκη και τον Τριγώνη”; Αυτό ήταν το κριτήριό τους, τα πολλά χρόνια της παρουσίας μας εκεί!)…
Η ενασχόληση του Νίκου με τα ερτζιανά, κυρίως τα πρωϊνά, του επέτρεπε να ασχοληθεί και με τα άλλα ενδιαφέροντά του. Έτσι, με την πάροδο των χρόνων, μας παρουσίαζε, το ένα κατόπιν του άλλου, τα πολύτιμα βιβλία του, για τα οποία έχουν μιλήσει και γράψει πολλοί. Εγώ, απλώς θέλω να υπογραμμίσω κάτι που έχει σχέση με τον χαρακτήρα και την σεμνότητα του Νίκου Ψιλάκη.
Ποτέ, ακόμα κι όταν τον βράβευε η Ακαδημία των Αθηνών, ή ο Δήμος Ηρακλείου με το βραβείο Ν. Καζαντζάκη, δεν τον είδα και δεν τον άκουσα να συμπεριφέρεται με έπαρση. Πάντα ήταν άνθρωπος σεμνότατος και προσγειωμένος. Κι αυτό θεωρώ ότι προστίθεται στα προτερήματά του.
Τα τελευταία χρόνια, ο Νίκος είχε την ευτυχία να γίνει παππούς και όπως διαπιστώναμε, χαιρόταν ιδιαίτερα αυτή του την ιδιότητα. Τον έβλεπα, πολλές φορές, να παίζει σαν μικρό παιδί με τα δυο του εγγονάκια στην πλατεία Αγίας Αικατερίνης, και το πρόσωπό του έλαμπε από χαρά…
Θα μπορούσα να πω κι άλλα πολλά, για τον καλό μου φίλο, γι΄ αυτό τον πολύτιμο Ηρακλειώτη, αν και ο ίδιος θα με απέτρεπε. Απέφευγε πάντα να ασχολείται με τον εαυτό του. Κάθε ειδική αναφορά στο πρόσωπο του, προσέκρουε στην σεμνότητά του.
Όμως, όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε, όσοι παρακολου-θήσαμε την πορεία του και την προσφορά του, προσπαθούμε σήμερα να προσδιορίσουμε το βάθος του κενού που αφήνει η απώλειά του. Πιστεύω προσωπικά πως θα περάσουν πολλά χρόνια, μέχρι να προσδιοριστεί επακριβώς αυτό το κενό.
Γιατί, το πολύπλευρο και αξιοθαύμαστο έργο του, δεν είναι σε θέση να το επαναλάβει κανένας άλλος. Ο Νίκος Ψιλάκης ήταν μοναδικός! Η δημοσιογραφία της Κρήτης, ήταν πολύ τυχερή που ανέδειξε μια τέτοια προσωπικότητα.
Οι σωστοί και άξιοι δημοσιογράφοι στο εξής, θα σε έχουν ως κορυφαίο τους πρότυπο. Νίκο Ψιλάκη, σε ευχαριστούμε πολύ που ελάμπρυνες και εμπλούτισες, με την παρουσία και το έργο σου, την Δημοσιογραφία και τα Κρητικά Γράμματα κι έκανες όλη την Κρήτη να σεμνύνεται για σένα!