Ο νεοφιλελευθερισμός στην εποχή μας ορίζεται ως εξής: αφήστε την αγορά να ρυθμίζει την οικονομία, γιατί αυτή μόνο ξέρει να το κάνει. Laisse faire λοιπόν στην οικονομία της αγοράς να αποφασίζει τα της οικονομίας γενικώς. Αυτά εμπνεύστηκαν και είπαν ο Milton Friedman και η παρέα του, καθηγητές στην Οικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σικάγο.
Οι γκουρού, λοιπόν, του νεοφιλελευθερισμού είναι και οι ιδρυτές του αχαλίνωτου καπιταλισμού. Ήταν ο Friedman ο οποίος ως σύμβουλος του δικτάτορα Πινοσέτ εφάρμοσε στη Χιλή αυτή την οικονομική θεωρία του, όπως έκανε κατόπιν και στις πλημμύρες στη Λουϊζιάνα των ΗΠΑ. Τώρα όλη η υφήλιος έχει αυτό το είδος της δημοκρατίας, δηλαδή τη δημοκρατία της κεφαλαιαγοράς.
Τώρα, όλοι έχουμε την ιστορία του πολιτικού λόγου να εκφράζεται μόνο ως οικονομικό-τραπεζικός λόγος. Αυτός έγινε τώρα και το δόγμα του πολιτικού νεοφιλελευθερισμού όλης της υδρογείου και λειτουργεί και ως μοχλός πολιτικής καταπίεσης. Τώρα, αυτό το οικονομικό-τραπεζικό χρήμα κινείται και διεθνικά κατοχυρωμένο από διεθνείς κανόνες και προς θεού όχι ΘΕΣΜΟΥΣ, όπως λανθασμένα γράφουμε, γιατί Θεσμός θα πει Νόμος ψηφισμένος από τις Βουλές των λαών.
Μόνον εμείς οι αμόρφωτοι ονομάζουμε θεσμούς κάτι γραφτά κείμενα, τα οποία δεν ψηφίστηκαν ή αναπτύχθηκαν στις εκκλησίες των λαών (εκκλησία=Βουλή). Άλλωστε η νεοφιλελεύθερη τράπεζο-νομισματική οικονομική πολιτική φοβάται σφόδρα τις εκκλησίες των λαών και δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο βήμα λειτουργίας αυτού του είδους της λεγόμενης δημοκρατίας εμφανίστηκε αμέσως μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Τότε εμφανίστηκε μια τεράστια δανειακού τύπου βοήθεια προς τα κράτη τα οποία σχεδόν είχαν κηρύξει πτώχευση εξαιτίας των ζημιών που είχαν υποστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ήταν το σχέδιο Μάρσαλ. Ήταν ένα δάνειο που δόθηκε από τις ΗΠΑ στα κράτη τα οποία ήταν σύμμαχοι της στον πόλεμο, αλλά και στα ηττημένα κράτη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Το δάνειο αυτό δόθηκε με τη μορφή βιομηχανικών προϊόντων, τα οποία είχαν ανάγκη τα καθημαγμένα από τον πόλεμο κράτη.
Μ’ αυτόν τον τρόπο η αμερικανική βιομηχανία άνθησε. Επίσης, το δάνειο δόθηκε από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Αυτή πλήρωνε την παραγωγή των προϊόντων που ζητούσαν τα κράτη στις ΗΠΑ, ενώ τα κράτη πλήρωναν το κόστος τους δια του δανείου. Να σημειωθεί ότι η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα ήταν και είναι τελείως ανεξάρτητη από τη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία των ΗΠΑ, εμφανίζεται ακόμα και σήμερα ως αυτοχρηματοδοτούμενη, δηλαδή δεν έχει πάρε-δώσε με τις δημόσιες δαπάνες των ΗΠΑ. Ουσιαστικά, ήταν και είναι μια ιδιωτική τράπεζα και όχι κρατική.
Εμείς πάλι, οι Έλληνες, με φουσκωμένα τα στήθη από υπερηφάνεια, για τους διθυράμβους που μας έκαναν όλοι για τον ηρωισμό μας, ξοδεύαμε το δανεισμένο χρήμα απερίσκεπτα φωνάζοντας στις επιθεωρήσεις μας «στείλε κι άλλα θείε Τρούμαν». Κι έστελνε αυτός και σπαταλούσαμε εμείς ρουσφετολογικά. Το ρουσφέτι είχε μπει στην καθημερινότητά μας, σ’ όλες της εκφάνσεις της ζωής μας. Θυμάμαι να μου λέει κάποιος «ας είναι καλά ο μπαμπάς σου που μου ‘βαλε την κόρη μου στην πορνεία». Ήθελε, βέβαια, να πει ότι μπήκε η κόρη του να εργαστεί στα γραφεία της Προνοίας.
Ακόμα και τώρα την ίδια ρουσφετολογική διαχείριση ασκούμε. Πρόσφατα, μου διηγήθηκαν μια συνομιλία. Έλεγε. Ας είναι καλά ο βουλευτής μου που μου ‘βαλε το γιό μου στην τράπεζα κι ο άλλος, τσατισμένος που δε μπήκε κι ο δικός του γιος, απαντά: Αλήθεια σύντεκνε, και μ΄ ίντα τόκο, μωρέ, στον έβαλε;… Μ’ αυτό το φουσκωμένο στήθος του ήρωα νομίζαμε ότι μας ξεχρέωναν τις υποχρεώσεις τους οι άλλοι λαοί και δεν ακούγαμε τις φωνές της λογικής (βλέπε Αγγελόπουλος, κ.ά.).
Φωνές που μας φώναζαν ότι πάμε κατά διαόλου με τον τρόπο που αντιμετωπίζαμε τη δανειακή πολιτική μας, η οποία, ίδια και απαράλλαχτη, επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας από την εποχή των δανείων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Τελικά το χρήμα, ως ανεξάρτητη οικονομική και πολιτική συγχρόνως οντότητα, οργανώθηκε και τώρα ελέγχει απόλυτα τον πολιτικό λόγο, με κύριο μοχλό του τον τραπεζο-οικονομικό λόγο, ο οποίος εμφανίζεται πλέον και ως οικονομικο-πολιτικός λόγος.
Τα χρόνια πέρασαν και η εικόνα που διαμορφώθηκε τώρα είναι, τελικά, η σφικτή διαπλοκή του χρηματοπιστωτικού κόσμου με τον πολιτικό κόσμο, με το δεύτερο τελείως εξαρτημένο από τον πρώτο. Ας αναφέρουμε ένα παράδειγμα μιας τέτοιας οικονομικο-πολιτικής διαπλοκής. Ας πάρουμε τον πρώην πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας, τον κ. Τόνυ Μπλερ. Το 2008, ένα χρόνο μετά που έπαυσε να είναι ο επί 10 χρόνια πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, ο κ. Μπλερ ίδρυσε μια εταιρεία, την Tony Blair Associates. Και τι πουλά;
Πουλάει τη μεγάλη του πείρα στην πολιτική διπλωματία και τη δυνατότητα επαφών του με τις πολυάριθμες πολιτικές γνωριμίες που έκανε κατά τη διάρκεια των πρωθυπουργικών του θητειών . Τις υπηρεσίες του τις πουλά πανάκριβα στους ενδιαφερόμενους. Υπολογίζεται ότι σήμερα το κεφάλαιο της εταιρείας του υπερβαίνει τα 150 εκατομμύρια ευρώ. Και τι δουλειά κάνει ακριβώς ο Μπλερ και ο κάθε Μπλερ;
Μα, τον μεσάζοντα μεταξύ κρατών και τεράστιων εταιρειών, μαχαραγιάδων, υπερπλουσίων, κεφαλαιοκρατών κ.ο.κ.
Η εικόνα διαπλοκής, την οποία περιέγραψα παραπάνω, μας θυμίζει κάτι παρόμοιο που συνέβαινε παλιά, αλλά σε πολύ μικρότερη και αμιγώς πολιτική μόνον κλίμακα. Μας θυμίζει τον κομματάρχη, ο οποίος άνοιγε τις πολιτικές πόρτες λόγω γνωριμιών και διαπλοκών του με το πολιτικό κατεστημένο.
Αυτός διαμεσολαβούσε μεταξύ του απλού ψηφοφόρου και του βουλευτή, ή του υπουργού, του οποίου ήταν γνωστός, έμπιστος, φίλος, ή πολλές φορές και κουμπάρος του. Σήμερα, λοιπόν, η οικονομία αυτονομήθηκε από την πολιτική. Ουσιαστικά η οικονομία διαχειρίζεται την πολιτική, την ελέγχει και την επιβάλλει. Ας μην προσβάλλουμε, επομένως, τους προγόνους μας. Καμιά σχέση δεν έχει η Αθηναϊκή Δημοκρατία με τη σημερινή δημοκρατία της μονεταριστικής και νεοκαπιταλιστικής έκδοσής της.
Τώρα, όλοι είμαστε νέο- γκάγκστερς, γιατί όλοι συμμετέχουμε ή ανεχόμαστε άμεσα ή έμμεσα, χωρίς να καταγγέλλουμε, αυτή τη βρωμερή πολιτική κατάσταση και, άρα, την υποστηρίζουμε. Το τι θα συμβεί προσεχώς ούτε αόρατο, ούτε αβέβαιο είναι. Ας κοιτάξουμε καλά. Δε μπορεί. Θα το δούμε. Φαίνεται.
* Ο Γιάννης Γ. Τσουδερός είναι γιατρός