Άλλη μια μεγάλη ιστορία για τούτη την πόλη που μπορεί και να ‘χει χίλια χρόνια θύμησες…
Χάνεται η ιστορία του ναού στα βάθη των αιώνων. Από την εποχή του Νικηφόρου Φωκά που ξεριζώνει το μωαμεθανικό στοιχείο από το νησί της Κρήτης αν ξεκινήσεις να διαβάζεις, θα βρεις πολλές γραφές για έναν νέο μητροπολιτικό ναό του Αποστόλου Τίτου στον Χάνδακα. Αργότερα, σαν έρχονται οι Ενετοί, γνωρίζει δόξες περισσότερες ο ναός και για αυτούς θεωρείται σαν μητρόπολη της Κρήτης ολάκερης.
Στα 1446 μ.Χ. ανακαινίζεται από τον Λατίνο αρχιεπίσκοπο Φαντίνο Ντάντολο και σ’ αυτόν τον ναό τοποθετείται η κάρα του Αγίου Τίτου σε ειδικό βωμό, καθώς και τα λείψανα του Αγίου Στεφάνου, του Αγίου Μαρτίνου και της Αγίας Φωτεινής. Εδώ θα συναντήσουμε πάλι τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Μεσοπαντίτισσας. Λείψανα και κειμήλια που είχαν διασωθεί από τον ναό του Αγίου Τίτου στη Γόρτυνα θα βρουν μια θέση στον μεγάλο ναό. Στα 1669, με πλοίο θα μεταφερθούν στη Βενετία, στον ναό του Αγίου Μάρκου και της Σωτηρίας (Della Salute).
Στα 1508, στον μεγάλο σεισμό, δημιουργούνται αρκετές ζημιές και μερικά χρόνια αργότερα, στα 1544, ξεσπά μια μεγάλη πυρκαγιά προκαλώντας τρομερή καταστροφή.
Ξαναφτιάχνεται και την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Γίνεται τέμενος αφιερωμένο στον Φαζήλ Αχμέτ Κιοπρουλή που πια αποκαλούνταν Βεζίρ Τζαμί.
Γράφει ο Εβλία Τσελεμπί για τούτο το Τέμενος: «Αυτό το τζαμί έχει πάντοτε πολλούς πιστούς γιατί βρίσκεται κοντά στην αγορά και το παζάρι. Το μήκος και το πλάτος του είναι από 80 πόδια. Πάνω από το μιχράμπ βρίσκεται ένας τρουλίσκος που στηρίζεται σε τέσσερις κολώνες. Πάνω από το παλιό κτίσμα με την οροφή από κυπαρισσόξυλα, είναι μολυβοσκέπαστο. Το μιχράμπ και ο άμβωνας είναι στολισμένα από κρύσταλλα και μουράνο.
Το τζαμί λούζεται από το φως. Από την μπροστινή πλευρά του μιχράμπ περνά μια πλατειά λεωφόρος. Στα ανατολικά βρίσκεται ένας κήπος του Ιρέμ. Τρείς πύλες έχει το τζαμί, η μία είναι μικρή, η μεσαία η μεγάλη αποτελείται από τρεις πόρτες και η τρίτη ανοίγει προς τα ανατολικά. Η πύλη που βρίσκεται προς τα αριστερά βλέπει στην αριστερή αυλή με τη στέρνα και το σιντριβάνι.
Πάνω από το σιντριβάνι που είναι ένα έργο τέχνης, ο μηχανικός του έστησε ψηλό τρούλο πάνω σε έξι λεπτές μαρμάρινες κολώνες. Στα αριστερά του τζαμιού βρίσκεται η είσοδος για τους πιστούς που στηρίζεται σε δοκούς και έχει οροφή από σκαλιστό ξύλο. Στα δεξιά βρίσκεται ένας καινούριος, ψηλός μιναρές που είναι ακριβό έργο τέχνης».
Πέρασαν δύο αιώνες, και φτάσαμε στον μεγάλο σεισμό του 1856, που όλα έγιναν πέτρες ξανά.
Αμέσως σχεδόν άρχισε να ξαναφτιάχνεται από τα θεμέλια. Ο Αθανάσιος Μούσης, αρχιτέκτονας και πολύ γνωστός από την ανοικοδόμηση του Αγίου Μηνά, ανέλαβε και τούτη την εκκλησία. Έτσι το 1869 ο νέος ναός είχε πια τελειώσει και το αποτέλεσμα ήταν μάλλον εκπληκτικό για την εποχή.
Στη συνέχεια οι πληροφορίες είναι ελάχιστες. Αναφέρονται σε διάφορες πηγές πως καθόλην τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στην πόλη, στον προαύλειο χώρο θάφτηκαν επιφανής Τούρκοι αγάδες, όπως για παράδειγμα ο Χασάν πασάς, περίπου στα 1823 που θεωρούνταν από τους πιο αιμοσταγείς πασάδες της Κρήτης, με ανελέητες καταστροφές στο Λασίθι και ιδιαίτερα στη Μίλατο.
Στα 1913 οι Τούρκοι έχουν φύγει οριστικά από την Κρήτη και στην ανταλλαγή πληθυσμών που έγινε στα 1925 ο ναός περνά πια οριστικά στα χέρια και τη δικαιοδοσία μόνο των ορθόδοξων χριστιανών, ύστερα από 700 και πλέον χρόνια. Η τελετή που γίνεται στις 3 Μαΐου του 1925, στα εγκαίνια του ναού, συγκεντρώνει απίστευτο κόσμο. Συγκίνηση και ενθουσιασμός επικρατεί στο πλήθος που πλέον η εκκλησία αφιερώνεται στον Άγιο Τίτο από εκείνη την ημέρα.
Την ίδια περίοδο κατεδαφίζεται και ο μιναρές του…
Το 1930 έγινε η εικονογράφηση του ναού από τον αυτοδίδακτο Καστρινό ζωγράφο Ευάγγελο Μαρκογιαννάκη. Έργα του φυλάσσονται σήμερα στο παρεκκλήσι του Αγίου Τίτου, μέσα στον ναό και στον γυναικωνίτη.
Γράφει η Λιάνα Σταρίδα για τον Άγιο Τίτο: «…Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Άγιος Τίτος έπαθε σοβαρές ζημιές καθώς μία βόμβα τρύπησε τη στέγη του νάρθηκα λίγο δεξιότερα της εισόδου. Σχηματίστηκε έτσι, μέσα στον ναό, ένας λόφος από ερείπια και παντός είδους συντρίμμια. Για να μπει κανείς στο εσωτερικό του, έπρεπε να περάσει από αυτό το χάλασμα, ενώ τμήματα από σπασμένους σοβάδες έπεφταν στα δάπεδα του ναού.
Τα στηθαία του γυναικωνίτη και το εικονοστάσιο καταστράφηκαν, το καταπέτασμα της Ωραίας Πύλης διαλύθηκε, τα δωδεκάορτα έφυγαν από τη θέση τους και έσπασαν στα δυο, ενώ όλοι οι πολυέλαιοι και τα παράθυρα καταστράφηκαν. Τα μάρμαρα των παραστάδων της θύρας του νάρθηκα και η ενεπίγραφη πλάκα πάνω από αυτήν έπαθαν, επίσης, μεγάλες ζημιές.
Επιπλέον, επιτάχθηκε από τη Νομαρχία για να χρησιμοποιηθεί ως αποθήκη σίτου. Η επίταξη έγινε το Φεβρουάριο του 1943 και έληξε τον Μάρτιο του 1944. Σε όλο αυτό το διάστημα που ο ναός χρησιμοποιείτο ως σιταποθήκη, οι ιερείς του Αγίου Τίτου λειτουργούσαν στον Άγιο Μηνά και στον Άγιο Δημήτριο. Στον μικρό κήπο πίσω από το ιερό βήμα, που χρησιμοποιήθηκε ως κοιμητήριο κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης, τάφηκαν οι αξιωματικοί Ι. Τζουλάκης και Ι. Μαρινέλλης καθώς και άλλοι στρατιωτικοί και ιδιώτες…».
Ο εφημέριος Εμμανουήλ Ασκιανάκης με προφορικές του μαρτυρίες μού επιβεβαίωσε επίσης πως για πολύ μεγάλο διάστημα οι λειτουργίες την περίοδο της γερμανικής κατοχής γίνονταν κανονικά στον ναό ίσαμε τον βομβαρδισμό του.
Και φτάνουμε στην πιο πολυπόθητη μέρα και ιστορική που ξημέρωσε ποτέ για την μεγάλη χριστιανική εκκλησία του Ηράκλειου πια, την 15η Μαΐου 1966. Είναι η μέρα που το λιμάνι, η 25ης Αυγούστου, θα γεμίσει με χιλιάδες ανθρώπους. Αντιπρόσωποι της κυβέρνησης, κληρικοί, μοναχοί, και απλός λαός θα υποδεχτούν την κάρα του Αποστόλου Τίτου ύστερα από 297 περίπου χρόνια.
Είχε «φύγει» στη Βενετία μαζί με όλα τα κειμήλια με εκείνη τη γαλέρα το Σεπτέμβρη του 1669. Επιστροφή στην πατρίδα, στη γενέθλιο γη. Λένε πως έριχναν παντού ροδοπέταλα και άλλα λουλούδια της κρητικής γης, σε όλο τον δρόμο από τo λιμάνι, την 25ης Αυγούστου και μέχρι την είσοδο του ναού, για να υποδεχτούν ένα σύμβολο, ένα ιερό κειμήλιο που μόνο δάκρυα χαράς θα μπορούσε να φέρει στα μάτια όλων των ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί. Επίσημοι προσκεκλημένοι ο αντιπρόσωπος του πατριάρχου της Βενετίας, επίσκοπος Ιωάννης Ολιβότι, που την παρέδωσε στον μακαριστό αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο.
Απόγευμα παραμονής της γιορτής πέρασα από τον ναό.
Ο εφημέριος Εμμανουήλ Ασκιανάκης, πάντα πρόθυμος να μου μιλήσει, να μου πει για εκείνο το μεγάλο θαύμα που συνέβη στις δικές μας μέρες με εκείνη τη γυναίκα από τα Μέγαρα, που ενώ δεν μπορούσε να κάνει παιδιά, με τις πολλές της παρακάλεσες είδε στον ύπνο της τον «Άγιο της Κρήτης» να την καθησυχάζει και να της λέει πως θα γεννήσει πολύ σύντομα και θα της έστελνε ένα σημάδι στο δεξί της χέρι.
Το πρωί σαν ξύπνησε κρατούσε ένα ολόχρυσο σταυρό. Σε λίγο καιρό έμεινε έγκυος και γέννησε δυο αγόρια. Τους έδωσε και των δυο σαν πρώτο όνομα, αυτό του Αγίου. Κι ήρθαν πριν από δυο χρόνια σε τούτο το ναό κι έφεραν ένα χρυσό αντίγραφο του σταυρού και τον κόλλησαν στην εικόνα του Αγίου Τίτου.
Κι ανατρίχιασα στο άκουσμα τούτου του θάματος κι είδα τον σταυρό κι εγώ και φωτογραφίες από πρόσωπα υπαρκτά…
Κι είπε κι ο παπά Μανόλης: «Ο Άγιος Τίτος είναι παρών στις μέρες μας, είναι εδώ, εμείς τον νοιώθουμε και το πιστεύουμε κι είναι μια ήρεμη δύναμη για μας, για την πόλη μας!».
Κόσμος μπαινόβγαινε πολύς να ανάψει το δικό του κερί…
Βγήκα στο προαύλιο και πλησίασα το σεμνό πέτρινο μνημείο στη δεξιά πλευρά του ναού: «Εις μνήμην των Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος Σφαγιασθέντων Χριστιανών την 25η Αυγούστου 1898!». Τουλάχιστον εδώ κάτι υπάρχει…
Οδός 25ης Αυγούστου, ένας δρόμος, μια ιστορία, μια μεγάλη μέρα θα γιορταστεί και πάλι κι όλοι ελπίζω να θυμηθούν την κτηνωδία που συνέβη πριν 121 χρόνια.
– Της Ελένης Μπετεινάκη
ΠΗΓΕΣ:
- Στέφανου Ξανθουδίδου, Ο ναός του αγίου Τίτου, ιστορικά σημειώματα έκδοσις Β΄, 1974
- Νέα Eφημερίς, 3 Μαΐου 1925
- Στέργιου Σπανάκη, Το Ηράκλειο στο πέρασμα των Αιώνων, Δήμος Ηρακλείου, 1990
- Το Ηράκλειο και η Νομαρχία του, Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Ηρακλείου, 2005
- Ντενίζ – Χλόη Αλεβίζου, Η Κρήτη των καλλιτεχνών, εκδ. Δοκιμάκης
- Λιάνα Σταρίδα,Υπήρχε μια πόλη το Μεγάλο Κάστρο, εκδ. ΄Ιτανος