Πολλὲς φορές, κατὰ τὴν πολύχρονη ἐκπαιδευτική μου σταδιοδρομία, ἐνήργησα ὡς ἀξιολογητὴς τοῦ ἔργου καὶ τῆς προσωπικότητας διαφόρων ἀτόμων, ποὺ ζητοῦσαν νὰ καταλάβουν κάποια θέση μέσα στὸ κοινωνικὸ γίγνεσθαι. Ὁμολογῶ ὅτι μπροστὰ στὸ δύσκολο αὐτὸ ἔργο, ποὺ ὑπεύθυνα ἐπωμιζόμουν, αἰσθανόμουν ἕνα δέος. Ἐπιθυμία μου ἦταν νὰ φανῶ γνήσιος, αὐθεντικός, εἰλικρινὴς καὶ ἀντικειμενικός, χωρὶς νὰ βλάψω, ἀλλὰ νὰ ὠφελήσω ἀνθρώπους.
Το συναίσθημα τῆς ευθύνης αὐτῆς ἐβίωνα σὲ μεγαλύτερο βαθμό, ὅταν ἀνελάμβανα τὴν ὑποχρέωση νὰ ἀξιολογήσω τὴν προσωπικότητα ἑνὸς κληρικοῦ καὶ μάλιστα Ἀρχιερέως. Ὁμίλησα καὶ ἔγραψα τότε γιὰ ὅσα ἐγνώριζα γιὰ τὴν προσωπικότητά του καὶ γιὰ τὸ ἔργο ποὺ ἐπετέλεσε κατὰ τὴν πορεία τῆς ζωῆς του. Ὅσα εἶπα καὶ ἔγραψα, λόγια πτωχὰ καὶ ταπεινά, τὰ ἐθεώρησα προπάντων ὡς ἕνα μνημόσυνο τοῦ προσώπου στὸ ὁποῖο ἀναφερόμουν. Τὸ ἴδιο αὐτὸ ἔργο ἐπιχειρῶ καὶ τώρα, ἀξιολογώντας τὴν προσωπικότητα τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτη Πέτρας καὶ Χερρονήσου Νεκταρίου (1951-2015), ὁ ὁποῖος μοῦ ἦταν πολὺ γνωστός. Τὸν γνώρισα ὡς νέο κληρικὸ καὶ μάλιστα ὡς πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου (Ψαλιδάκη). Ἑπομένως, ὅσα περὶ τῆς προσωπικότητάς του γνωρίζω εἶναι αὐθεντικά.
Ὁ Ἀρχιερέας Νεκτάριος ἐπιβαλλόταν πρωτίστως μὲ τὴ σωματική του διάπλαση καὶ παρουσία. Εἶχε ἕνα σῶμα προικισμένο ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ πολλὰ χαρίσματα, τὰ ὁποῖα τὸν ἔκαναν νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους. Ἦταν ὁ εὐπαρουσίαστος καὶ σωματικὰ ἐπιβαλλόμενος ἄνθρωπος μπροστὰ στὸν ὁποῖο κάθε ἄλλος αἰσθανόταν μικρός. Περιβαλλόμενος τὰ μαῦρα ράσα του καὶ μάλιστα τὰ χρυσοκέντητα ἄμφιά του, ἐνόμιζε κανεὶς ὅτι εἶχε μπροστά του ἕναν ἀπεσταλμένο ἀπὸ τὰ οὐράνια σκηνώματα. Ὅταν λειτουργοῦσε, μὲ τὸ ἐπιβλητικό του παράστημα καὶ μάλιστα μὲ τὶς ὑψωμένες πρὸς τὸν Οὐρανὸ χεῖρες του, ἔδιδε στὸν ἄλλο τὴν ἐντύπωση ὅτι εὑρίσκεται ἐνώπιον τοῦ Παναγάθου Θεοῦ, ποὺ μὲ τὴν στεντόρια ἐπίκληση τοῦ ἱερουργοῦ ἐκαλεῖτο νὰ εὐλογήσει τὴν ἐπίγεια ἄμπελό του, δηλαδὴ τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἔφερνε στὴ μνήμη κάθε πιστοῦ μιὰ παρόμοια εἰκόνα λειτουργοῦ, ποὺ εἴχαμε ζήσει κατὰ τὸ παρελθόν, ἐκείνη τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου, μιμητὴς πιστὸς τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε ὁ Ἀρχιερέας Νεκτάριος.
Αὐτὴν τὴν ἄριστη εἰκόνα συμπλήρωνε ὁ λόγος του ὡς ἱερουργοῦ καὶ ὡς ἱεροκήρυκος. Ὁ μακαριστὸς Νεκτάριος ὁμιλοῦσε ὅσο ἐλάχιστοι κληρικοί. Τὰ κηρύγματά του ἦταν πλήρη πνεύματος, χάριτος καὶ σοφίας. Ὁ λόγος του ἦταν χριστοκεντρικὸς καὶ πάντοτε πατερικός. Ὅ,τι ἔλεγε ἀπὸ ἄμβωνος συνιστοῦσε ὑποθῆκες χριστιανικῆς πίστεως καὶ παιδείας. Ἀκούοντάς τον, ἔλεγες νὰ μὴν τελειώσει, ἀλλὰ νὰ μᾶς εἰπεῖ ἀκόμα περισσότερα. Λόγοι παρηγορητικοί, φρονηματιστικοί, ἐνισχυτικοί· λόγοι ὀρθόδοξης παιδείας καὶ ἀγωγῆς, τοὺς ὁποίους ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀκούει τὸ ἐκκλησίασμα· λόγοι ποὺ ἔκαναν κάθε πιστὸ νὰ θαυμάζει τὸν ὁμιλητὴ καὶ νὰ παρακαλεῖ τὸν Θεὸ νὰ εὐλογεῖ τὸ ἔργο του αὐτό.
Βασικὸς κορμὸς κάθε προσωπικότητας εἶναι ὁ χαρακτήρας, δηλαδὴ τὰ σταθερὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα κάθε ἀτόμου. Αὐτός, ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ Χαρακτηρολογία, προσδίδει καὶ τὸν τύπο στάσης καὶ συμπεριφορᾶς στὸν φορέα του. Ἔχομε, ἑπομένως, τόσους τύπους ὅσοι εἶναι καὶ οἱ ἄνθρωποι. Ἄρα, καὶ ὁ μελετώμενος μακαριστὸς Ἀρχιερέας εἶχε τὸν τύπο του· ἦταν ἕνας εὐδιάκριτος χαρακτηρολογικὸς τύπος. Τὰ γνωρίσματά του μᾶς ἐπιτρέπουν νὰ τὸν ἐντάξουμε στοὺς θρησκευτικοὺς χαρακτηρολογικοὺς τύπους μὲ ἔκδηλα τὰ στοιχεῖα τῆς ἐνδοστρέφειας. Ἄρα, ἦταν ἕνας ἐνδοστρεφὴς θρησκευτικὸς ἄνθρωπος.Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ζοῦμε ἔντονα τὴ θρησκευτικὴ ζωή, κλεινόταν στὸν ἑαυτό του, καὶ στρεφόταν πρὸς τοὺς ἄλλους μόνον ὅταν οἱ συνθῆκες τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου τὸ ἐπέβαλλαν. Τίποτε τὸ περιττὸ στὴ ζωή του. Ὅλα ὄμορφα, σταθερά, ἥσυχα, φωτισμένα μὲ τὴ θεία Χάρη. Αὐτὸς ἦταν ὁ μικρὸς Κωνσταντῖνος, (αὐτὸ ἦταν τὸ βαπτιστικό του ὄνομα), ἀλλὰ καὶ ὁ σεβάσμιος Μητροπολίτης Νεκτάριος. Αὐτὸ μαρτυροῦν ὅσοι τὸν γνώρισαν ἀπὸ παιδὶ ἀκόμη. Κλειστὸς καὶ σοβαρὸς ἄνθρωπος σὲ ὅλες τὶς μορφὲς τῆς ζωῆς του. Τύπος καὶ ὑπόδειγμα γνησίου χριστιανοῦ πολίτου καὶ μάλιστα ὀρθοδόξου κληρικοῦ.
Ὁ θρησκευτικὸς ἐνδοστρεφὴς αὐτὸς ἄνθρωπος ἔτυχε εὐρείας περιβαλλοντικῆς ἐνίσχυσης ἀπὸ τὰ παιδικά του ἀκόμη χρόνια μέχρι τὰ νεανικά. Οἱ θεολογικές του σπουδὲς στὴ Ριζάρειο Σχολὴ καὶ στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν ἔθρεψαν μὲ πολλὰ μορφωτικὰ ἀγαθὰ τὸν χαρακτήρα του καὶ τὸν κατέστησαν μιὰ ὑγιὴ καὶ ἰσχυρὴ προσωπικότητα, ἱκανὴ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀπαιτήσεις τῆς ζωῆς, καὶ μάλιστα ἐκείνης ποὺ τοῦ ἐπεφύλαττε ἡ ἐκκλησιαστική του σταδιοδρομία.
Οι γνωστικὲς λειτουργίες τῆς προσωπικότητάς του τοῦ ἐπέτρεψαν νὰ συλλαμβάνει μηνύματα, νὰ τὰ ἐπεξεργάζεται, νὰ τὰ ἐντάσσει στὶς προϋπάρχουσες πνευματικές του δομές, καὶ νὰ ἐνεργεῖ ἀναλόγως, πάντοτε μάλιστα περισσότερο γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἄλλων καὶ λιγότερο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Κυρίαρχη γνωστικὴ λειτουργία του σ’αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο στάθηκε πάντα ἡ ὑψηλὴ νοημοσύνη του. Ὁ μακαριστὸς Ἀρχιερέας Νεκτάριος ἦταν ἄνθρωπος εὐφυής, δηλαδὴ ἱκανὸς νὰ λύνει ἐπιδέξια τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς καὶ νὰ προσαρμόζεται ἐπιτυχῶς στὶς ἑκάστοτε κοινωνικὲς ἀπαιτήσεις. Αὐτὴ ἡ ὑψηλὴ νοημοσύνη, τὸ θεῖο αὐτὸ δῶρο, τοῦ ἄνοιγε πάντα δρόμους ἐπιτυχίας σὲ ὅποιο πεδίο δράσης τὸν ἐφερναν τὰ καθήκοντά του καὶ οἱ ὑποχρεώσεις του.
Ὡστόσο, οἱ γνωστικές του λειτουργίες δὲν ἔμεναν ποτὲ ἀνεπηρέαστες ἀπὸ τὶς ἀντίστοιχες συναισθηματικές. Ὁ μακαριστὸς Νεκτάριος ἦταν καὶ λίαν συναισθηματικὸς ἄνθρωπος. Μιὰ δέσμη ἰσχυρῶν θετικῶν συναισθημάτων χαρίτωνε τὴ ζωή του καὶ τὸν προέβαλλε στὸ κοινωνικὸ περιβάλλον ὡς ἄνθρωπο τῆς ἀγάπης, τῆς φιλίας, τῆς συμπάθειας, τοῦ ἀλτρουϊσμοῦ καὶ τῆς ἀλληλεγγύης. Ποτὲ δὲν φαινόταν λυπημένος, ἀκόμα μάλιστα καὶ ὅταν ἀντιμετώπιζε μεγάλες πικρίες ἢ ἀκόμα καὶ ἀδικίες. Ἦταν ὁ εὔχαρις, λαμπρὸς καὶ φωτεινὸς στὴν ὄψη ἄνθρωπος.Ἦταν ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, μιᾶς δύναμης ποὺ πέραν ἀπὸ συναίσθημα εἶναι καὶ θεῖον δῶρο καὶ μεγάλη ἀρετή. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη τὸν ἔφερνε πολὺ κοντὰ στὸν πλησίον καὶ τὸν καταξίωνε ὡς συνάνθρωπο, ἀλλὰ προπάντων ὡς καλὸν ποιμένα. Τὰ ἔργα τῆς ἔμπρακτης ἀγάπης του ἦταν πολλὰ καὶ ἀξιόλογα. Σὲ δύσκολες περιστάσεις ἤξερε νὰ συγχωρεῖ καὶ νὰ εὐλογεῖ. Πολλὲς φορές, σὲ προχωρημένες βραδυνὲς ὧρες, μοῦ τηλεφωνοῦσε, γιὰ μιὰ φιλικὴ συζήτηση καὶ ἀνακούφιση. Τὸ εἶχε ἀνάγκη, τὸ ἤθελε, τοῦ ἦταν χρήσιμο, ἀναγκαῖο καὶ ἐπωφελές. Ἤθελε νὰ ἀντλήσει κάποια δύναμη ἀπὸ τὴν ἑτέραν ψυχήν, ἐκείνη ποὺ μποροῦσε νὰ τὸν καταλάβει.
Ὁ θρησκευτικὸς ἐνδοστρεφὴς αὐτὸς ἄνθρωπος ἦταν παράλληλα καὶ κοινωνικός. Ἤξερε νὰ συμπορεύεται μὲ τοὺς ἄλλους, ὅποιοι κι ἂν ἦταν αὐτοί, πολὺ περισσότερο ὅμως μὲ ἐκεὶνους ποὺ ἡ Θεία Πρόνοια ἐνέταξε στὸ λογικό του ποίμνιο. Ἤξερε νὰ πλησιάζει τοὺς ἄλλους καὶ νὰ συμμερίζεται τὴ χαρά τους, μάλιστα δὲ τὴ λύπη τους. Σὲ σκηνὲς τοῦ πένθους θλιβερὲς ἦταν πάντοτε παρὼν ὡς ἱερουργός, ὡς ὁμιλητὴς καὶ μάλιστα ὡς συμπάσχων καὶ ἐμψυχωτής. Καὶ μόνο ἡ παρουσία του ἦταν ἀρκετὴ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο τῶν πενθούντων καὶ λυπημένων, καὶ νὰ σκορπίσει μηνύματα αἰσιοδοξίας.Μετὰ ἀπὸ μιὰ μεγάλη πικρία ποὺ δοκίμασε, ἔλεγε: «Ἔχω τὴ συνείδησή μου καθαρὴ καὶ τὴν καρδιά μου ἀνοικτή, ἀπέραντη στὴν ἀγάπη πρὸς ὅλους. Παρακαλῶ ὅλους ἐκείνους ποὺ νομίζουν ὅτι τοὺς ἀδίκησα ἢ τοὺς στενοχώρησα νὰ μὲ συγχωρήσουν, ὅπως καὶ ἐγὼ συγχωρῶ αὐτοὺς ποὺ μὲ διέβαλαν. Ἂς τοὺς ἔχει ὁ Θεὸς καλά. Θὰ προσεύχομαι γι’ αὐτούς. Δὲν πρέπει ἐπ’ οὐδενὶ νὰ ὑπάρξουν μικρότητες καὶ μεμψιμοιρίες. Ἔχουμε χρέος νὰ ὑπακοῦμε πάντοτε στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη καὶ ὅταν νομίζουμε ὅτι αὐτὴ πλανᾶται ἢ ὅταν θεωροῦμε ὅτι ἀδικούμαστε. Πάνω ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὶς ἀδυναμίες τους εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως κι ἂν ἐκφράζεται. Ὁ Θεὸς ἔχει τὸν τελευταῖο λόγο.». (Ἐφημερίδα Ἡρακλείου «ΠΑΤΡΙΣ», 1.9.2006, σελ.7).
Ὡς ὀρθόδοξος θεολόγος καὶ Ἀρχιερέας ἤξερε νὰ εἰσχωρεῖ στὰ ἐνδότερα τῆς πίστεώς μας καὶ νὰ καταρτίζεται συνεχῶς ἀντλώντας ἀγαθὰ ἀπὸ τὰ διδάγματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Πνεῦμα ἁγνό, καθαρό, ὀρθόδοξο, φιλοαγειρίτικο! Τὸ βεβαιώνει καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπῆρξε τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἱδρυτικὰ μέλη τοῦ Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» Ἡρακλείου, τὸν ὁποῖο ἀγάπησε καὶ στήριξε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις. Ἐνθυμοῦμαι καὶ ἀναφέρω ἕνα πολὺ σχετικὸ γεγονός. Ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος ἤθελε νὰ τύχει ὁ Νεκτάριος καὶ μιᾶς εὐρύτερης εὐρωπαϊκῆς παιδείας καὶ ἐπιμόρφωσης, γιατὶ αὐτὸ θὰ τὸν βοηθοῦσε στὸ μελλοντικὸ ἐκκλησιαστικό του ἔργο. Γι’ αὐτὸ ζήτησε ἀπὸ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία μία ὑποτροφία γιὰ μετεκπαίδευσή του στὴ Γαλλία. Ὅταν ἡ ἀπάντηση ἦλθε θετικὴ καὶ ὅλα ἦταν ἕτοιμα γιὰ τὴ μετάβαση τοῦ νεαροῦ τότε ἀρχιμανδρίτου στὸ ἐξωτερικό, ὁ ἴδιος ἀρνήθηκε. Ἐπειδὴ εἶχα παίξει τὸν ρόλο τοῦ μεταφραστῆ τῆς σχετικῆς ἀλληλογραφίας, ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος μὲ παρακάλεσε νὰ πείσω τὸν Νεκτάριο νὰ δεχθεῖ τὴν ὑποτροφία καὶ νὰ μεταβεῖ στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ εὐρύτερες σπουδές. Ἐκεῖνος ὅμως μὲ παρεκάλεσε νὰ ἐνεργήσω ἀντιστρόφως, δηλαδὴ νὰ παρακαλέσω τὸν μακαριστὸ Εὐγένιο νὰ τὸν στείλει καλύτερα ἐπὶ ἕνα ἔτος στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ὄχι στὴ Γαλλία. Καὶ τὸ θέμα ἔκλεισε μὲ ὑποχώρηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ μὲ ἀντικατάσταση τοῦ ἀρχιμανδρίτη Νεκταρίου ἀπὸ τὸν ἀρχιμανδρίτη Ἄνθιμο Συριανό, τὸν μετέπειτα Μητροπολίτη Ρεθύμνης καὶ Αὐλοποτάμου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ μαρτυρεῖ πολλὰ γιὰ τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα τοῦ μακαριστοῦ Νεκταρίου, ὁ ὁποῖος ἦταν γνήσιος ὀρθόδοξος θεολόγος καὶ κληρικός. Τέτοιος ἦταν καὶ τέτοιος ἔμεινε μέχρι τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας παρουσίας του.
Ἐμφορούμενος ἀπὸ τὴν πλούσια καὶ βαθιὰ θεολογική του παιδεία καὶ ἐνισχυόμενος ἀπὸ ὑγιεῖς καὶ ἡψηλοῦ βαθμοῦ γνωστικὲς καὶ συναισθηματικὲς λειτουργίες, ἐπορεύθη καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ βίου του ὡς καθηγητής, ἱεροκήρυκας, ἀρχιμανδρίτης, πρωτοσύγκελλος καὶ μητροπολίτης. Ἡ κοινωνικὴ προσφορά του, ἀξιόλογη καθ’ ὅλα, ἐκλονίσθη ὅταν τὸν προσέβαλε μία ἀνίατη νόσος, ἡ ὁποία τὸν ὁδήγησε καὶ στὴν πρὸς Κύριο ἐκδημία του, μετὰ ἀπὸ πολύμηνη δοκιμασία, τὴ 15.10.2015. Ἔφυγε ὁ πολλὰ ὑποσχόμενος ἱεράρχης σὲ ἡλικία 64 ἐτῶν. Ἀξίζει, πρὸς παραδειγματισμό μας, νὰ μείνουμε ὀλίγο στὸ τέλος αὐτὸ τοῦ βίου του.
Ἀπὸ ἐπιστολές, ποὺ ἔστελνε σὲ φίλους καὶ γνωστούς του ἀπὸ τὸ κρεβάτι τοῦ πόνου, μεταφέρομε ἐδῶ μερικὰ ἀπὸ ὅσα μὲ θάρρος καὶ πίστη ἔγραφε, τὰ ὁποῖα θεωροῦμε ὑποθῆκες καὶ παρακαταθῆκες πρὸς κάθε ἄνθρωπο, μάλιστα δὲ πρὸς τὸν δοκιμαζόμενο ἀπὸ ἀνίατη νόσο.
Ἔγραψε: «Εἶναι πειρασμὸς αὐτὸ ποὺ βιώνω. Δὲν ἀπελπίζομαι. Ὁ Ἰώβ στὸ τέλος τῆς δοκιμασίας του ἔλεγε στὸν Θεὸ ‘κρίμα ποὺ δὲν ἔπαθα περισσότερα γιὰ Σένα. Πρέπει νὰ ἐκφωνήσω τὸ Ἀμὴν τῶν ἰδικῶν μου δυνάμεων, γιὰ νὰ βάλει ὁ Θεὸς τὸ Εὐλογητὸς τῆς παντοδυναμίας Του. Θὰ νικήσει ὁ Παντοδύναμος Χριστός. Ὅποια ἐξέλιξη καὶ ἂν ἀκολουθήσει ἡ πορεία τῆς ἀσθένειάς μου, μοῦ ἔχει κάνει πολὺ καλό. Ἔχω θάρρος, ἀγάπησα περισσότερο τὴν αἰωνιότητα, τονώθηκε ἡ πίστη μου, ἡ ἀγάπη μου στὸν Χριστό. Αἰσθάνομαι ὡς ὁ ἔσχατος πάντων καὶ ὅτι ταῦτα πάντα ἐπήγαγεν ὁ Θεὸς ἐπ’ ἐμὲ διὰ τὰς ἁμαρτίας μου. Δὲν ὑπερβάλλω. Δὲν τὸ λέω ἀπὸ ταπεινολογία. Πόσο μὲ ἀγαπᾶ ὁ Θεός! Μὲ τὸ ὀδυνόμετρο τῆς ἀσθενείας μου μετρῶ τὸν ἀνεξιχνίαστο πλοῦτο τῆς ἀγάπης Του. Καὶ ἐὰν ἀκόμη παρατείνει ὁ Θεὸς τὸ ἔλεός Του καὶ γίνω καλά, θὰ τὸ κάνει γιὰ νὰ μοῦ δώσει εὐκαιρίες νὰ ἐργασθῶ γιὰ τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποια πορεία καὶ ἂν ἀκολουθήσει ἡ ἀσθένειά μου θὰ εἶναι γιὰ τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μου. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν περιπέτειά μου πρέπει νὰ ἀποδείξω στὸν Χριστὸ ὅτι εἶμαι δικός Του. Γι’ αὐτὸ τοῦ λέω ταπεινὰ ‘καιρὸς τοῦ ποιῆσαι τῷ Κυρίῳ’.».
Τὰ προαναφερθέντα κείμενα προέρχονται ἀπὸ ἐπιστολὲς ποὺ ἔστελνε ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Νεκτάριος ἀπὸ τὸ κρεβάτι τοῦ πόνου στὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεο, ὁ ὁποῖος τὶς δημοσίευσε στὸ διαδίκτυο μὲ πολλὰ ἑρμηνευτικὰ σχόλια. Ἔγραψε : «Αὐτὸς ἦταν ὁ προσφιλής μου φίλος, ὁ ἐκλεκτὸς καὶ πεφιλημένος ἀδελφός, ποὺ ἀπέφευγε τὴν ‘ἐκκλησιαστικὴ διπλωματία’, ποὺ ζοῦσε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐν Χριστῷ αἰωνιότητος. Ἦταν ἕνας θησαυρὸς ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, καρδιακῆς εὐαισθησίας, διαρκοῦς ἀνεστιότητος, κρητικῆς λεβεντιᾶς, ἀρχιερατικοῦ ἤθους, πατερικῆς συμπεριφορᾶς, ἡσυχαστικῆς ζωῆς».
Πράγματι, αὐτὸς ἦταν ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Πέτρας καὶ Χερρονήσου Νεκτάριος, ὁ ὁποῖος «τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ, ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς». Ἂς ἔχουμε τὴν εὐλογία του ἀπὸ τὰ οὐράνια σκηνώματα ὅπου σήμερα αὐλίζεται ἡ ἁγία ψυχή του.
1 Το κείμενο αυτό, με τον ακριβὴ τίτλο «Ἡ προσωπικότητα τοῦ Μητροπολίτου Πέτρας καὶ Χερρονήσου Νεκταρίου», ἀποτελεῖ μνημόσυνο ἐπὶ τῇ συμπληρώσει ὀκτὼ ἐτῶν ἀπὸ τὴν εἰς Κύριον ἐκδημία τοῦ μακαριστοῦ ἱεράρχη (2015-2023)
* Ο Γεώργιος Ἐ. Κρασανάκης είναι ομότιμος καθηγητής Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης