Παρακολουθούμε με αμείωτο ενδιαφέρον το τελευταίο διάστημα μια δωρεάν παράσταση στο θέατρο του παραλόγου.

Τα φώτα και τα μάτια είναι στραμμένα στον πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη. Τι έκανε, πώς το έκανε, πώς πέρασε τα πρώτα βραδιά στη φυλακή, τι έφαγε, τι διάβασε, τι είπε.

Ο ήρωας της τοξικότητας της εποχής μας. Ο θύτης που η διαστροφή του ήταν γνωστή και άγνωστη.

Οι γείτονες ήξεραν, οι συνάδελφοι ήξεραν, τα θύματα ήξεραν, αλλά μια πλεκτάνη σιωπής συγκάλυπτε τα πάντα. Η μαγνητική προσωπικότητα, η καλλιέργεια, το κύρος, η προνομιούχα θέση, όλα σε ένα συμπλεγματικό γαϊτανάκι απόκρυψης και θολούρας.

«Οι επιθυμίες μου βάραιναν πάντα περισσότερο από τα πρέπει» αποκαλύπτει ο πρωταγωνιστής. Μέσα του προφανώς δεν έπαψε να νιώθει έφηβος κι αυτό δικαιολογούσε στον εαυτό του κάθε άνομη πράξη του. Κι αν διαχρονικά η μεγαλοφυΐα συγγενεύει με την παράνοια, ο θρίαμβος με τον όλεθρο και η σαγήνη με την αποστροφή, ανακαλύψαμε με ανακούφιση το απόλυτο θύμα. Δε θέλω να σας σοκάρω αλλά Λιγνάδηδες υπάρχουν πολλοί.

Δεν εξαντλήθηκαν στον έναν που παραδόθηκε στον όχλο για να κατευναστούν η οργή, τα δικαστικά και καταγγελτικά απωθημένα, τα νεύρα από την κλεισούρα, η οικονομική ανασφάλεια. Ελάχιστοι ήξεραν τον Λιγνάδη ή είχαν ασχοληθεί με κείνον και το έργο του. Άλλους τους ξέρουν, έχουν γελάσει ή συγκινηθεί μαζί τους. Το τραγικό είναι πως η κοινωνική συνείδηση χόρτασε δράμα και αίμα.

Η απαίτηση για ξεσκαρτάρισμα επικεντρώθηκε και συγχρόνως εξατμίστηκε σε ένα συνονθύλευμα από πολιτικές σκοπιμότητες. Ακόμα πιο τραγικός ο ίδιος. Στο διαταραγμένο του μυαλό πιθανόν να πρωταγωνιστεί σε ένα ακόμα έργο. Ένα μονόπρακτο νοσηρής φαντασίας και αχαλίνωτης περιέργειας, στο οποίο οι χυδαίες πράξεις αποκτούν μια ιδεατή ατμόσφαιρα, έναν ίλιγγο αγωνίας και κινδύνου.

Η ατίμωση φαντάζει μονόδρομος και η τιμωρία λυτρωμός. Ένας δρ Φάουστους σε διασκευή-σκηνοθεσία-απόδοση αποκλειστικά δική του. Λέει ο Μεφιστοφελής, ο προσωπικός μας διάβολος: «Ο καλλιτέχνης είναι του εγκληματία αδελφός και του τρελού. Έχεις την γνώμη ότι δημιουργήθηκε ποτέ ένα διασκεδαστικό έργο χωρίς ο ποιητής του να έχει εξοικειωθεί με την έννοια του εγκληματία και του παλαβού; Τι αρρωστημένο και τι υγιές. Ποτέ στην ζωή της η ζωή δεν τα κατάφερε δίχως το αρρωστημένο».

Ο Λιγνάδης είναι άρρωστος και θα παραμείνει άρρωστος γιατί οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Συνήθως γίνονται περισσότερο ο εαυτός τους. Η αρρώστια του όμως θα μας κατατρέχει όσο αδυνατούμε να αντιληφθούμε πως δεν είναι -και κυρίως δεν ήταν- μόνο ένας. Όταν θα γίνει αυτό ΙΣΩΣ αρχίσει η κάθαρση.