Στις παρακαταθήκες του Ανδρέα Παπανδρέου πέρασαν – μαζί με όλα τα άλλα – και εκείνα τα «βαριά» συνθήματα που ενέπνευσαν και σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή.

Την εποχή της «Αλλαγής». Ένα από αυτά τα συνθήματα που χρησιμοποιούσε περίτεχνα ο εμβληματικός ηγέτης και ιδρυτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος στην επικοινωνία του με τον λαό, κατά την διεξαγωγή των ιστορικών προεκλογικών του ομιλιών, ήταν και τούτο: «Ο λαός θέλει, το ΠΑΣΟΚ μπορεί να φέρει την Αλλαγή!».

Οι εποχές άλλαξαν. Σήμερα, κοντά μισό αιώνα μετά, το σύνθημα αυτό γίνεται ξανά – κατά κάποιο τρόπο – επίκαιρο, όχι όμως με την προστακτική της απαίτησης, όπως τότε, αλλά αυτή τη φορά με την υποτακτική της αβεβαιότητας.

Είναι γιατί, μαζί με τους εμβληματικούς ηγέτες μιας άλλης εποχής, έχουν εξαφανιστεί πια και οι αγώνες και τα συνθήματα. Αλλά και η ίδια η εποχή μας έχει απολέσει μεγάλο μέρος του «προστακτικού» της χαρακτήρα και έχει υποταχθεί πλέον για τα καλά, στην ανασφάλεια, την αβεβαιότητα και την αδράνεια.

Η ανασφάλεια είναι εκείνη που υποβάλει στις μέρες μας τούτο το απλό, αλλά επιτακτικό ερώτημα, που αποτέλεσε και τον τίτλο του σημερινού άρθρου. Ένας τίτλος που, αν μη τι άλλο,  διεκδικεί κάτι από την παρωχημένη «αίγλη» του εμβληματικού αυτού συνθήματος.

Ο πολιτικός χάρτης της χώρας, έτσι όπως αυτός τείνει να διαμορφωθεί, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για τους πολίτες. Το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα είναι εξόχως πολιτικό και πρωτόγνωρο στην μεταπολιτευτική μας ιστορία.

Η χώρα διαθέτει κυβέρνηση – κι ας είναι κυβέρνηση των ολίγων – αλλά στερείται αντιπολίτευσης και δη αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παλεύοντας με τους ανίκητους εσωτερικές του «δαίμονες», δεν φαίνεται να κατορθώνει τελικά – όπως όλα δείχνουν – να ανταποκριθεί σε αυτόν τον ρόλο.

Έτσι, η «σκυτάλη» της ιστορίας δείχνει να ψάχνει τον επόμενο εν δυνάμει αντιπολιτευτικό πόλο, τον οποίο διεκδικεί να ενσαρκώσει τώρα το ΠΑΣΟΚ.

Τα δύο παραπάνω κόμματα της μείζονος αντιπολίτευσης, ευρίσκονται σε τροχιά αναζήτησης των ηγεσιών τους, μετά και από τις αμφότερες αμφισβητήσεις των αρχηγών τους από τα συντεταγμένα όργανα των παρατάξεών τους.

Η πρώτη κάλπη θα στηθεί την ερχόμενη Κυριακή και θα υποδεχθεί τα ψηφοδέλτια των έξι υποψηφίων αρχηγών του ΠΑΣΟΚ.

Την προηγούμενη Τρίτη οι έξι «μνηστήρες» της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ, μέσα από μία τηλεμαχία, έδωσαν και επισήμως το στίγμα της πολιτικής πρότασης της υποψηφιότητά τους, άλλοι φανερώνοντας την στρατηγική τους και άλλοι όχι.

Την ερχόμενη Κυριακή τα μέλη του κόμματος θα αποφασίσουν ποιοι από αυτούς θα περάσουν στον δεύτερο γύρο της μεθεπόμενης Κυριακής. Όσοι από εκείνους μείνουν εκτός της «κούρσας», θα καθορίσουν – ως έναν βαθμό – και το τελικό αποτέλεσμα, ανάλογα με την δύναμη που θα καταγράψουν, τις συμμαχίες που θα κάνουν και τις αποφάσεις που θα πάρουν για το ποιον θα στηρίξουν.

Παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσοχή το debate των έξι υποψηφίων, αλλά ομολογώ ότι, εκτός από μια πολιτισμένη πολιτική «συζήτηση» που είδα, δεν μπορώ να πω ότι διαφωτίστηκα κιόλας για μια σειρά από βασικά ερωτήματα, στα οποία όμως θα κληθούν να απαντήσουν με την ψήφο τους τα μέλη και οι φίλοι του ΠΑΣΟΚ, την προσεχή Κυριακή.

Η δεύτερη τετραετία του Κυριάκου Μητσοτάκη – όπως όλοι γνωρίζουμε – δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Μια σειρά από καρατομήσεις, απομακρύνσεις και παραιτήσεις στελεχών της κυβέρνησης, αλλά και οι απανωτοί ανασχηματισμοί που διενεργήθηκαν από τον πρωθυπουργό, καταδεικνύουν (συν τις μετρήσεις) πως η φθορά αυτής της κυβέρνησης, που δεν έχει ουσιαστικό αντίπαλο, μπορεί να έρθει γρηγορότερα από ότι αναμενόταν.

Όσο κι αν δεν αρέσει σε κάποιους – που μάλλον σε κανέναν δεν αρέσει – οι επόμενες κυβερνήσεις στη χώρα μας θα είναι αναγκαστικά κυβερνήσεις συνεργασίας. Για το θέμα αυτό και τις προθέσεις των υποψηφίων αρχηγών του ΠΑΣΟΚ, δεν είδα κανέναν να παίρνει ξεκάθαρη θέση.

Δεν μας είπε κάποιος από αυτούς αν υπάρχει ή όχι λόγος για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ – και ποιον ΣΥΡΙΖΑ – ακόμα και όσοι παρασκηνιακά στηρίζουν αυτήν την προοπτική. Επίσης δεν τέθηκε και βεβαίως δεν απαντήθηκε το ερώτημα αν το ΠΑΣΟΚ θα έμπαινε ποτέ ξανά σε κυβέρνηση συνεργασίας με την Νέα Δημοκρατία;

Θα πρέπει όμως να μας διαφωτίσουν για αυτά τα ερωτήματα, χωρίς «ναι μεν» και «αλλά». Θέλουν πράγματι αυτόνομη πορεία, επιθυμούν συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ ή θα κλείνουν ενίοτε το μάτι στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη;

Είμαι βέβαιος ότι, οι συγκεκριμένες υποψηφιότητες καλύπτουν όλες αυτές τις επιλογές κι ας μην άνοιξαν στο debate όλοι τα «χαρτιά» τους…

Δεν μας απάντησαν επίσης οι έξι, ποιο ακριβώς είναι το σχέδιό τους για το ΠΑΣΟΚ που οραματίζονται να αναδομήσουν και πως θα καταφέρουν να πετύχουν τον στόχο της επιστροφής τους στην εξουσία;

Γιατί ο κόσμος θα εμπιστευτεί εκείνον τον υποψήφιο που θα μπορέσει να νικήσει τον Μητσοτάκη. Αυτόν θα πάει να ψηφίσει την Κυριακή.

Δεν έστειλαν επίσης οι έξι, κάποιο μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας προς τους ψηφοφόρους του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, οι οποίοι αποτελούν και την πλειοψηφία των εν δυνάμει ψηφοφόρων τους.

Δεν υπαινίχθηκαν καν ότι, το ΠΑΣΟΚ μπορεί να εξελιχθεί στο «κοινό σπίτι» όλων των προοδευτικών δυνάμεων του τόπου, η και σε νέο φορέα, με σκοπό τη δημιουργία ενός προοδευτικού μετώπου απέναντι στις συντηρητικές πολιτικές.

Πιστεύω ακράδαντα πως, όλα αυτά τα ερωτήματα αν δεν απαντηθούν έγκαιρα στην κοινωνία, αλλά κυρίως μέσα στο ίδιο τους το κόμμα, θα πλανώνται διαρκώς στο μέλλον σαν «φαντάσματα» πάνω από τους ίδιους, αλλά και πάνω από τα συλλογικά τους όργανα.

Ο κόσμος δείχνει σήμερα κουρασμένος και η συλλογική μνήμη δεν είναι πια στο φόρτε της. Κανένας πλέον δεν θυμάται τίποτα. Η λήθη έχει κατακυριεύσει τον λαό. Το 2015 κανείς δεν θυμόταν αν ψήφισε ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν και κανείς δεν θυμάται σήμερα αν ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ το 2015.

Το μυστικό της επιτυχίας των ιστορικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, που την δεκαετία του ’80 διπλασίασαν δύο φορές τα ποσοστά του κόμματος, δεν το γνωρίζουν τα σημερινά στελέχη του νέου ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ του ’81 δεν έχει καμία σχέση με το σημερινό ΠΑΣΟΚ.

Αλλά και ο λαός θέλει κάποια άλλα πράγματα σήμερα, από αυτά που ήθελε πριν από 40 και πλέον χρόνια…

Το σενάριο συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ στον Δήμο της Αθήνας, όχι μόνο «περπάτησε», αλλά είχε και ανατρεπτικό αποτέλεσμα. Η εξέλιξη αυτή επαναφέρει το ερώτημα «αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί;».

Αν μπορεί να επιτύχει κάτι παραπάνω από το 10%-14%; Αυτό μας κάνει να διερωτόμαστε σήμερα: Το σύνθημα του ’81, «Ο λαός θέλει, το ΠΑΣΟΚ μπορεί!», θα μπορούσε άραγε να τεθεί – έστω και ερωτηματικά – 43 χρόνια μετά; Το «πόσο θέλει ο λαός;» το δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, αλλά θα το δείξει και η κάλπη της 6ης Οκτωβρίου…

Αν «μπορεί» το ΠΑΣΟΚ, θα φανεί. Για πολλά χρόνια πάντως ήταν ικανό για όλα! Ήταν το κόμμα που μπορούσε να κάνει τα πάντα.

Το απέδειξε στην πράξη μάλιστα. Μπόρεσε ακόμη και να συνεργαστεί με τη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1989-90) και του Αντώνη Σαμαρά (2012-15). Πρόκειται για δύο «υπερβάσεις» που έγιναν με βάση την αντίληψη ότι «η αντιπαλότητα πρέπει να αναστέλλεται για λόγους εθνικού συμφέροντος».

Σήμερα είναι πολλοί οι διεκδικητές της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και μεγάλη η γκάμα της επιλογής. Από το παλαιό μέχρι το νέο ΠΑΣΟΚ. Οι προεδρικοί πρυτάνευσαν στο παρελθόν, αλλά ο Δούκας δημιουργεί «δέλεαρ αλλαγής».

Δεν μπορώ να ξέρω τι θα καταφέρει ο Δήμαρχος της Αθήνας, αν τελικά γίνει εκείνος ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, αλλά αν κρίνω από τον ανηλεή «πόλεμο» που του έχει κηρύξει το «σύστημα» όλο αυτό το διάστημα, συμπεραίνω πως μάλλον τον θεωρεί υπολογίσιμο αντίπαλο. Γιατί, ο φρέσκος αέρας φέρνει την ελπίδα.

Ένα μόνο πράγμα μπορεί σήμερα να φέρει ξανά την ελπίδα: Η αλλαγή! Αυτήν, που έδειχνε ο Ηράκλειτος, όταν έγραφε:

«Η μόνη πραγματική σταθερά, είναι η ίδια η αλλαγή».

https://moschonas.wordpress.com