Πάρτι Δεξιών με Ακροδεξιούς καλεσμένους, θύμισαν τα αποτελέσματα αυτών των εκλογών. Γαλάζια επέλαση, εθνική έγερση και μια νέα Βουλή με… περικεφαλαία.
Η δεύτερη κάλπη δεν ήταν τελικά άδεια, όπως επανειλημμένα προειδοποιούσαν τους ψηφοφόρους τους ορισμένοι πολιτικοί πριν από τις δεύτερες εκλογές. Περιείχε μέσα της το περιεχόμενο της πρώτης κάλπης, ελαττωμένο κατά 800 χιλιάδες περίπου ψηφοδέλτια λόγω της αποχής, αλλά και άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις. Η λαϊκή ετυμηγορία είναι – και πρέπει να είναι – σεβαστή από όλους. Ακόμα και όταν αυτή δεν γίνεται κατανοητή.
Ο λευκός καπνός που βγαίνει από την καπνοδόχο της Καπέλα Σιξτίνα για την εκλογή του νέου Πάπα, προέρχεται από την καύση των ψηφοδελτίων. Ο λευκός καπνός που αναδύθηκε από το άνοιγμα της κάλπης των εθνικών εκλογών το βράδυ της περασμένης Κυριακής, προήλθε από την «λευκή επιταγή» που έδωσε ο Ελληνικός λαός στα κόμματα της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, που κέρδισαν σχεδόν το 55% της εμπιστοσύνης του εκλογικού σώματος.
Εκείνοι που ανησυχούσαν μήπως οδηγηθούμε σε ακυβερνησία, μπορούν πια να κοιμούνται ήσυχοι. Έχουμε κυβέρνηση από το βράδυ της Κυριακής και μάλιστα αυτοδύναμη και ισχυρότατη. Μπορεί να χάσαμε την αντιπολίτευση, αλλά την κυβέρνηση την βρήκαμε.
Μια κυβέρνηση που εξελέγη χωρίς όρους και προϋποθέσεις, αλλά κυρίως χωρίς αντίπαλο. Είμαστε κι εμείς βεβαίως, λαός της υπερβολής. Ή θα βρίζουμε ή θα αποθεώνουμε. Ενθουσιαζόμαστε και απογοητευόμαστε το ίδιο εύκολα. Από την εποχή του «Τσοβόλα δώστα όλα…», έχουμε περάσει πια ως κοινωνία, στην εποχή του «Κυριάκο πάρτα όλα…».
Όλη η Ελλάδα έγινε ξανά γαλάζια, αλλά η Ροδόπη εξακολουθεί να νιώθει μοναξιά. Συνεχίζει να αποτελεί παραφωνία στο χάρτη της γαλάζιας πατρίδας. Άξιος ο μισθός της Ντόρας, αλλά οι απειλές της δεν έπιασαν τόπο. Οι φτωχοί κάτοικοι της Ροδόπης δεν έδειξαν να φοβούνται πως θα περάσουν δύσκολα τα τέσσερα χρόνια που έρχονται.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα περάσουν κι εκείνοι «όμορφα», όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες. Όπως θα περάσουμε κι εμείς εδώ, «όμορφα» και «Σπαρτιάτικα», στο πάλαι ποτέ «Δημοκρατικό Ηράκλειο», που έχει μετεξελιχθεί πλέον σε «Νεοδημοκρατικό Ηράκλειο».
Η κάλπη της 25ης Ιουνίου δεν «μίλησε» μόνο για την επόμενη κυβέρνηση που επιθυμούν να έχουν οι Έλληνες, αλλά «μίλησε» και για την αντιπολίτευση που δεν επιθυμούν να έχουν. Οι εκλογές αυτές θα μείνουν στην ιστορία, όχι τόσο για τη μεγάλη νίκη της Ν.Δ., όσο για την μεγάλη πανωλεθρία της Αξιωματικής αντιπολίτευσης. Για την λαϊκή απαξίωση γενικότερα του προοδευτικού χώρου.
Ποτέ στην ιστορία της Μεταπολιτευτικής Ελλάδας δεν υπέστη κατά κράτος τέτοιου μεγέθους στρατηγική εκλογική ήττα η Αξιωματική αντιπολίτευση, όπως σε αυτές τις εκλογές. Αυτό είναι ένα δεδομένο που θα πρέπει πρωτίστως να απασχολήσει και σοβαρά την επόμενη μέρα την ίδια την Αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και τα υπόλοιπα κόμματα του λεγόμενου «προοδευτικού χώρου», που χρεώνονται και εκείνα σημαντικό μέρος από το κόστος αυτού του αποτελέσματος.
Η δυσάρεστη έκπληξη αυτών των εκλογών, ήταν αναμφίβολα η επιστροφή της «ομάδας Κασιδιάρη» – με όποια ονομασία κι αν έχει αυτή – στη Βουλή «από το παράθυρο». Δεν σχολιάζω το γεγονός ότι ο υποκρυπτόμενος αρχηγός της και υπόδικος νεοναζί, κατάφερε να ξεγελάσει ολόκληρο το πολιτικό και το νομικό μας σύστημα (αν αυτό τελικά έγινε), αλλά δεν μπορώ να κρύψω τη μεγάλη μου θλίψη και απογοήτευση ότι ένα σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας – και για πρώτη φορά δυστυχώς και της τοπικής – συνεχίζει να είναι πανέτοιμο και πρόθυμο, μέσα σε λίγες μάλιστα μέρες – τόσο χρειάστηκε για να στηθούν οι «Σπαρτιάτες» – να στοιχηθεί πίσω από ένα φασιστικό μόρφωμα με χαρακτηριστικά εγκληματικής οργάνωσης. Και μη μου πει κανείς ότι πρόκειται για ψήφο διαμαρτυρίας…
Αν η κάλπη της 25ης του Ιούνη «μίλησε» για τους νικητές και τους ηττημένους αυτής της εκλογικής αναμέτρησης, τα επιμέρους αποτελέσματα «φωνάζουν» για το τι θα πρέπει να γίνει – από την επόμενη μέρα κιόλας – στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Και αναφέρομαι φυσικά στην επιτακτική ανάγκη για συνεννόηση, κυρίως ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Μακάρι να συμμετείχαν κι άλλα προοδευτικά κόμματα, αλλά στη «Βαβέλ της Αριστεράς» είναι δύσκολη η συνεννόηση. Πριν να είναι πολύ αργά, θα πρέπει οι δυο αυτές πολιτικές παρατάξεις που ουσιαστικά το μόνο που έχουν να μοιράσουν είναι οι ψηφοφόροι τους, να αφήσουν πίσω τους μεμψιμοιρίες και κοντόφθαλμες προσδοκίες για τα «μαγαζάκια» τους και να συζητήσουν πλέον μεταξύ τους πολύ σοβαρά για τις δυνατότητες δημιουργίας ενός ισχυρού πόλου στο χώρο της Κεντροαριστεράς, που θα μπορέσει να αποτελέσει ένα πραγματικό «ανάχωμα» στην ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς, που όπως όλα δείχνουν εγκαθίσταται για τα καλά στη χώρα μας, στα πλαίσια ενός πολιτικού συστήματος μηδενικών αντιστάσεων.
Αν δεν συμβεί αυτό, φοβάμαι ότι θα συμβούν πολύ χειρότερα πράγματα στα χρόνια που έρχονται. Θα πρέπει να αντιληφθούν όλοι τις σοβαρές αλλαγές που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία εδώ και κάμποσα χρόνια, με προεξέχουσα την εγκαθίδρυση της ιδεολογικής ηγεμονίας της Δεξιάς και την συνακόλουθη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας.
Είδα το ΠΑΣΟΚ να υπόσχεται ότι σύντομα θα πάρει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση. Αυτό είναι το ζητούμενο; Αυτό είναι το όραμά του; Να ανταλλάξουν απλώς θέσεις, ενώ τα ποσοστά τους μαζί δεν θα φτάνουν το 30%; Τι ζηλεύει από τη θέση του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ;
Η σημερινή κυρίαρχη Δεξιά στη χώρα μας, μέσα από την ισχυρή στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων του τόπου και από ένα παντοδύναμο μιντιακό σύστημα, κατόρθωσε να επιβάλει την ατζέντα της και να διαμορφώνει τα θέματα και το πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης, προβάλλοντας τις θέσεις της και την πολιτική της έκφραση, ως «τη φωνή της κοινής λογικής».
Για την ευρεία επικράτηση της Δεξιάς αλλά και για την απήχηση των κομμάτων της Άκρας Δεξιάς σε αυτές τις εκλογές, αντί να κατηγορούμε την ελληνική κοινωνία για τις επιλογές της, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να «διαβάσουμε» προσεκτικά το αποτέλεσμα, να κατανοήσουμε την λογική του και να τολμήσουμε να αναμετρηθούμε με την πραγματικότητα.
Η Ακροδεξιά ρητορική έχει αποκτήσει νέους πολιτικούς και πολιτιστικούς εκφραστές στην Ελλάδα όπως και στην Ευρώπη. Η ζοφερή προοπτική της Δεξιάς κυριαρχίας στη χώρα μας για τα (πολλά) επόμενα χρόνια, επαναφέρει ξανά το πεδίο των ιδεών ως διακύβευμα, για την υπεράσπιση των λαϊκών τάξεων, των δημόσιων αγαθών, αλλά και αυτής της ίδιας της δημοκρατίας μας. Τους τρόπους υπεράσπισης θα πρέπει να τους αναζητήσουν οι λεγόμενες «προοδευτικές δυνάμεις» του τόπου – ή όσες τέλος πάντων αισθάνονται ακόμα προοδευτικές – ως ζητούμενο, όχι της επόμενης μέρας, αλλά των επόμενων χρόνων.
Σε διαφορετική περίπτωση ελλοχεύει ένας πολύ μεγάλος κίνδυνος για το πολιτικό μέλλον της χώρας. Ο ανυπεράσπιστος πολιτικά χώρος του Κέντρου να καταληφθεί από την κυρίαρχη Ν.Δ., αφήνοντας ακάλυπτο ένα σημαντικό ανερχόμενο πεδίο προς τα δεξιά της, να αποτελέσει έναν υπολογίσιμο αντιπολιτευτικό πόλο.
Με λίγα λόγια, να γίνει κι εδώ… «της Γαλλίας…». Την ίδια στιγμή, τα άκαμπτα κόμματα του αποκαλούμενου «προοδευτικού τόξου» θα λιώνουν και θα εξαϋλώνονται μέσα στη μίζερη μικροκομματική τους υπόσταση, φαντάζοντας μικρές γραφικές πολιτικές καρικατούρες από ένα μακρινό παρελθόν.
Ο νέος κοινοβουλευτικός χάρτης, έτσι όπως αυτός έχει διαμορφωθεί, με μια τόσο αδύναμη Αξιωματική αντιπολίτευση που δεν μπορεί να καταθέσει ούτε καν πρόταση μομφής, και με τα τρία κόμματα της Ακροδεξιάς να ξεπερνάνε αθροιστικά το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, δεν μπορεί παρά να εμπνέει εύλογη ανησυχία σε κάθε δημοκρατικό πολίτη.
Άκουσα έναν λαλίστατο εκλογολόγο-γυρολόγο των καναλιών, ερμηνεύοντας το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών, να βάζει τον τίτλο, «Ο Κυριάκος και οι επτά νάνοι». Όσο συνεχίζουν να βολεύονται κάποιοι στο ρόλο του «νάνου», τόσο θα εξακολουθεί να αποθεώνεται ο Κυριάκος στο ρόλο της «Χιονάτης». Και το παραμύθι δεν τελείωσε…