Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι λαοί της Βόρειας και της Δυτικής Ευρώπης προσπάθησαν να επουλώσουν γρήγορα τις πληγές τους. Είπαν να ξεχάσουν τις όποιες διαφορές τους και να ζήσουν ειρηνικά στις γειτονιές τους, για να ασχοληθούν μόνο και απερίσπαστα με την ανάπτυξη και την πρόοδό τους. Και το πέτυχαν σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Βέβαια, ο Ψυχρός Πόλεμος, ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, τάρασσε πότε πότε τα ήρεμα νερά τους, αλλά οι αναμνήσεις των δεινών του πολέμου που είχαν βιώσει ήσαν ακόμα πολύ νωπές για να ξαναπιέσουν τη σκανδάλη. Έτσι, οι χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης ξαναβρήκαν τον βηματισμό τους και ασχολήθηκαν ανεμπόδιστα με την άνοδο και την προκοπή των κοινωνιών τους.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο και στις κομμουνιστικές χώρες ούτε στην Ελλάδα. Εκεί το ανελεύθερο καθεστώς κι εδώ ο εμφύλιος που διαδέχτηκε τη Γερμανική Κατοχή, δεν άφησαν περιθώρια γαλήνης και ανάπτυξης. Έμειναν πολύ πίσω.

Και στη μεν Ελλάδα, εξαιτίας του εμφυλίου, ξεκίνησε ένας καινούργιος εθνικός διχασμός που ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας εδραίωσης του επικρατήσαντος αστικού καθεστώτος και που εμπόδισε για πολλά χρόνια τη συμφιλίωση του λαού και μία γρήγορη ανάπτυξή του. Τον εθνικό διχασμό διαδέχτηκε ο κομματικός διχασμός και φανατισμός. Τον επέβαλαν οι κυβερνήτες της χώρας μας, για να κερδίζουν ή να διατηρούν την εξουσία.

Όλοι τους υπήρξαν μικρού ή μεσαίου το πολύ αναστήματος πολιτικοί και δεν κατάφεραν να οδηγήσουν τη χώρα σε πραγματική ανάπτυξη και ευημερία, ή, έστω, σε επίπεδο προόδου παραπλήσιο του ευρωπαϊκού. Ψήφιζαν νόμους, πολλούς νόμους, τους οποίους τελικά δεν εφάρμοζαν. Μεταρρυθμίσεις; Όσες θέλεις, αλλά χωρίς διάρκεια και περιεχόμενο, Γραφειοκρατία; Αθεράπευτη και απροσπέλαστη.

Πολλοί απ’ αυτούς είδαν τον εαυτό τους ως φεουδάρχη και τη χώρα σαν τσιφλίκι τους που μπορούσαν ανεμπόδιστα να εκμεταλλεύονται για να πλουτίζουν ή… για να ικανοποιούν κάθε τους όνειρο και φιλοδοξία. Ποτέ δεν σκέφτονταν στην ουδία το λαό και τα προβλήματά του.

Στον εξωτερικό τομέα απογοήτευσαν. Ποτέ τους δεν άσκησαν καθαρά εθνική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Αντί να λύνουν ή να προλαμβάνουν προβλήματα, άφηναν τα υπάρχοντα να χρονίζουν ή δημιουργούσαν νέα με τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους.

Σκλάβοι του ανύπαρκτου στην ουσία δόγματος “Ανήκομεν εις την Δύσιν”, υπήρξαν πειθήνια όργανα των Αγγλοσαξόνων και των Αμερικανών, των οποίων εκτελούσαν τις εντολές και προωθούσαν τα συμφέροντα, έστω και αν αυτά ήσαν αντίθετα ή έρχονταν σε σύγκρουση με τα δικά μας. Η δε Ευρώπη, που τόσο μας διαφήμισαν, μας έκαμε, εξαιτίας τους, σκλάβους και ζητιάνους, ανυπόληπτους και παρίες και πειραματόζωα των προβλημάτων της οικονομίας της.

Η ίδια, αφού, παρέα με τους Αμερικανούς, βομβάρδισε και κατέστρεψε χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, μας έστειλε πεσκέσι αναρίθμητους πρόσφυγες και μετανάστες, για να μουσουλμανοποιήσει ύπουλα τη χώρα μας και να εξαφανίσει τη φυλή μας, την οποία ζήλευε και δεν χώνεψε ποτέ.

Στις δε κομματικές χώρες και στην κόκκινη γειτονιά μας ο ήλιος της ελευθερίας και της προκοπής άργησε ν’ ανατείλει και όταν επιτέλους ανέτειλε, φάνηκε η δυστυχία των λαών τους οποίους ο υπαρκτός σοσιαλισμός κυβέρνησε. Η πατρίδα μας γέμισε από άφραγκους και πεινασμένους μετανάστες Αλβανούς, Σλάβους, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Ρώσους κ.ά.

Η Ελλάδα φάνταζε στα μάτια τους ως παράδεισος, μόνο που ο παράδεισος αυτός ήταν στην ουσία ψεύτικος. Ήταν παράδεισος δανείων και επιδοτήσεων, συνταξιούχων, αναπήρων και αντιστασιακών, δημοσίων υπαλλήλων και συνδικαλιστών, εξουσιομανών πολιτικών και αδίστακτων απατεώνων, καταχραστών και δημαγωγών. Έτσι, μόλις έκαμε την εμφάνισή της η οικονομική κρίση, φάνηκε η ηθική σαπίλα, ο ξεπεσμός, η φτώχεια και η γύμνια του υποτιθέμενου παραδείσου-μέλους της Ενωμένης Ευρώπης και μάλιστα της Ευρωζώνης!

Στην περιοχή μας, βόρεια της χώρας μας, είχε κυριαρχήσει, ως γνωστό, ο κομμουνισμός και επί εποχής Τίτο η νότια Γιουγκοσλαβία από Βαρδάσκα έγινε Μακεδονία. Αργότερα, η “δημοκρατική” Δύση τεμάχισε τη Γιουγκοσλαβία και οι Αμερικανοί έφτιαξαν το κράτος των Σκοπίων, για να ελέγχουν όλη τη Βαλκανική, και το ανεγνώρισαν με το όνομα “Μακεδονία”, δημιουργώντας έτσι το Μακεδονικμό πρόβλημα.

Η υπόλοιπη Βαλκανική και η περιοχή ανατολικά του Αιγαίου κατοικείται δυστυχώς από λαούς που δεν έχουν να επιδείξουν παρά μόνο πολεμική ιστορία. Στον πολιτιστικό τομέα, στα γράμματα, στις τέχνες και στις επιστήμες δεν διακρίθηκαν ποτέ. Κάποιοι απ’ αυτούς, πολεμοχαρείς από τη φύση τους, υπολογίζουν μόνο τη δύναμή σου.

Είσαι δυνατός; Σε λογαριάζουν και δεν σ’ ενοχλούν. Αδυνάτισες; Εγείρουν αμέσως φανταστικές ή παράλογες απαιτήσεις και επιζητούν να σε κατασπαράξουν. Είναι κακοί γείτονες. Δεν σέβονται σύνορα και συνθήκες. Μερικοί θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αχάριστοι λαοί, ως άρπαγες, άδικοι και επικίνδυνοι.

Δεν ευγνωμονούν ποτέ όποιον τους ευεργετήσει. Κάποιοι, μάλιστα, έχουν μεγάλη αδυναμία στις εθνοκαθάρσεις, γι’ αυτό καταπιέζουν αφάνταστα ή εξαφανίζουν με διάφορους τρόπους τις όποιες ξένες μειονότητες ζουν στην επικράτειά τους.

Δοθέντων όλων αυτών, η πατρίδα μας ήταν και είναι υποχρεωμένη να δαπανά μεγάλο μέρος του εθνικού της εισοδήματος σε εξοπλισμούς, προκειμένου να εξασφαλίζει την άμυνα και την ασφάλειά της, εις βάρος φυσικά των άλλων τομέων της ανάπτυξής της.

Σήμεα, δυστυχώς, ούτε αυτό μπορεί η χώρα μας να εγγυηθεί. Φίλους ή συμμάχους δεν είχαμε πότέ ούτε και τώρα έχουμε, ενώ θα μπορούσαμε όταν έπρεπε και αν βάζαμε στην άκρη το “ανήκουμε στη Δύση”. Είμαστε λίγοι και μόνοι έχοντας μόνο το Θεό. Ας μας λυπηθεί  και ας βάλει το χέρι του.

 

* Ο Μανώλης Ροδιτάκης είναι  τ. εκπαιδευτικός και ειδικός πάρεδρος του Παιδαγ. Ινστιτούτου, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών