Ο Νίκος Καζαντζάκης με την Edvige Levi και τον αδελφό της Doro Levi στη Φλωρεντία. Οκτώβριος 1926

Εξήντα χρόνια μετά τον θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη, οι μελέτες και τα επιστημονικά συνέδρια αποδεικνύουν ότι ο μεγάλος στοχαστής και συγγραφέας μας είναι πάντα επίκαιρος σε θέματα λογοτεχνίας και φιλοσοφικού στοχασμού.

Στη σημερινή πολιτική κατάσταση που βρίσκεται ο ελληνικός, ο ευρωπαϊκός και ο παγκόσμιος χώρος θα είναι ενδιαφέρουσα μια ερευνητική προσέγγιση για τις πολιτικές του απόψεις. Όχι πως θα μπορούμε να τις αντιγράψουμε σήμερα. Η επανεμφάνιση, όμως, των φασιστικών ιδεών, η κρίση ιδεών και αξιών του 20ού αιώνα, λίγο ή πολύ, είναι φαινόμενα και της δικής μας εποχής, εντόπιας και αλλοδαπής.

Κατά συνέπεια, είναι ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε εκ νέου την πολιτική βιωτή και τις πολιτικές απόψεις και στάσεις του Καζαντζάκη, καθώς και πώς ο ίδιος προσέγγισε το πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής του.

Μέχρι τώρα οι περισσότερες ερμηνείες που δόθηκαν είναι ποικίλες και εκ διαμέτρου αντίθετες. Ήδη, πολύ νωρίς, ανάλογα με τα προσωπικά, ιδεολογικά δεδομένα, ήταν και οι ερμηνείες. Επιγραμματικά, τις εκ διαμέτρου αντίθετες πολεμικές παραθέτει η γυναίκα του, Ελένη Σαμίου, γράφοντας ότι: «Τον κατηγορούν για πληρωμένο κομμουνιστή από τη Μόσχα. Ξέρει, επίσης, πολύ καλά πως οι αριστεροί δεν τον θέλουν, γιατί είναι μυστικιστής. Ωστόσο, δεν ήξερε ακόμα πως οι αρχηγοί του Κ.Κ.Ε. τον κατηγορούν για πράκτορα της Ιντέλλιτζενς Σέρβις” (Καζαντζάκη Ελένη, 477). Άλλοι, πιο σύγχρονοι, γράφουν ότι «σχετικά με τις πολιτικές, θρησκευτικές και γενικότερα ιδεολογικές πεποιθήσεις του Νίκου Καζαντζάκη επικρατεί αβεβαιότητα και αυτό οφείλεται κυρίως στις ιδεολογικές μεταστροφές που χαρακτήριζαν τον συγγραφέα» (Πετροπούλου, 1999). Άποψη, με την οποία συμφωνεί και ο Peeter Been, λέγοντας ότι οι πολιτικές πεποιθήσεις του Καζαντζάκη προέρχονται από τη θρησκευτική του αναζήτηση και το αντίστροφο.

Oι ερμηνευτές του, όμως, παλαιοί και νεότεροι, αποφαίνονται, ουσιαστικά, χωρίς να έχουν μελετήσει την πολιτική του διαδρομή επισταμένως και ειδικότερα δύο στοιχεία. Το πρώτο είναι ότι ο Καζαντζάκης δεν υπήρξε ποτέ μέλος ουδενός πολιτικού κόμματος, εξαιρώντας το 1945, που ο ίδιος ίδρυσε δικό του κόμμα. Το δεύτερο είναι η μελέτη και ερμηνεία της περιόδου 1922-1929 και η σχέση του Καζαντζάκη με την κομμουνιστική ιδεολογία και τη Σοβιετική Ένωση.

Η πρώτη ουσιαστική πολιτική παρουσία του Καζαντζάκη είναι το 1910, όταν υπάρχει η έξαρση του ελληνικού, πατριωτικού εθνικισμού. Τότε σε κείμενό του “Για τους νέους” χαιρετίζει τον Ίωνα Δραγούμη ως προφήτη που θα οδηγήσει την Ελλάδα σε νέες δόξες.

Δυο χρόνια αργότερα, το 1912, σχετίζεται προσωπικά με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και την κοινοβουλευτική δημοκρατία του, διορίζεται στο ιδιαίτερο γραφείο του και κατατάσσεται εθελοντής στους Βαλκανικούς Πολέμους.

Από τις ίδιες κοινοβουλευτικές απόψεις εμφορούμενος, διορίζεται το 1918 ως γενικός διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως του Ελευθερίου Βενιζέλου για τον επαναπατρισμό 150 χιλιάδων Ελλήνων, διωγμένων από τη Σοβιετική Ένωση.

Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, πέραν της εθνικής, επέφερε κρίση στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και στον λαό, κάτι ανάλογο, θα λέγαμε, με την παρατεινόμενη οικονομική πτώχευση του 2008.

Το ίδιο έτος ο Καζαντζάκης, κατά συνέπεια, προσκολλάται στις κομμουνιστικές ιδέες της Οκτωβριανής Επανάστασης από τη Ραχήλ Λιπστάιν-Μινκ.

Το διάστημα 1922-1929 μπορεί να ηγήθηκε δυσαρεστημένων αξιωματικών, απόστρατων και κομμουνιστών, στο Ηράκλειο, το 1924. Μπορεί ως προσκεκλημένος της Σοβιετικής Ένωσης, ως συγγραφέας, στο Συμπόσιο Ειρήνης για τα δεκάχρονα της Επανάστασης να εκφώνησε λόγο.

Μπορεί, δύο χρόνια αργότερα, στη Γερμανία, να έδωσε διαλέξεις για τη Σοβιετική Ένωση. Τις θέσεις του, όμως, αυτές θα τις λέγαμε ως φίλα προσκείμενες στον κομμουνισμό ή μετακομμουνιστικές, καθώς ήδη ασκούσε κριτική στον κομμουνισμό, εξαιτίας των προγραφών και των εκκαθαρίσεων που γίνονταν. Δεν μπορούν όμως να χαρακτηριστούν, σε καμία περίπτωση, αντικομμουνιστικές. Γιατί, το να μην δέχεται κάποιος μια ιδέα δεν σημαίνει πως διάκειται ενάντια στην ιδέα αυτή (Κουμάκης, 93).

Έτσι, αποστασιοποιημένος από τον κομμουνισμό, αλλά και λόγω της κρίσης των ιδεών κατά τον μεσοπόλεμο, εξαιτίας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ερμηνεύεται και το γιατί, καθαρά δημοσιογραφικά πια, ως απεσταλμένος της εφημερίδας “Καθημερινή” (24 Νοεμβρίου 1936-17 Ιανουαρίου 1937), για να καλύψει τον ισπανικό Εμφύλιο, παίρνει από τη μια την πολυσυζητημένη συνέντευξη από τον δικτάτορα Φράνκο και από την άλλη από τον φιλόσοφο Ισπανό συγγραφέα Μιγκέλ ντε Ουναμούνο που, παρά τις πολιτικές παλινωδίες του, στον λόγο του επί τη ενάρξει του ακαδημαϊκού έτους 1936, εξέφρασε ανοικτά την πίστη του στην ελευθερία.

Το έτος, όμως, 1945 είναι πλέον που για πρώτη φορά ο Καζαντζάκης αναμειγνύεται, προσωπικά, ενεργά με την πολιτική. Ήδη από το 1927, στο συνέδριο της Ειρήνης στη Μόσχα (1927), προορατικά αναφέρθηκε όχι σε ταξικό πόλεμο, αλλά προέτρεψε «να προετοιμάζεστε για τον κοινωνικό πόλεμο», αποσαφηνίζοντας τις θέσεις του από τότε.

Το 1945, έχοντας ζήσει πλέον τα τραγικά Δεκεμβριανά και εμφορούμενος από τις διαχρονικές του απόψεις της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, για πρώτη φορά αναμειγνύεται με την πολιτική, προκειμένου να ενώσει τις ομάδες αποσχισθέντων δημοκρατικών της μη Κομμουνιστικής Αριστεράς. Κατόπιν τούτου «ίδρυσε τη Δημοκρατική Ομάδα και τη Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση, της οποίας ήταν και πρόεδρος» (Κουμάκης, 94).

Έτσι, στις 26 Νοεμβρίου 1945 ώς τις 20 Ιανουαρίου 1946, οπότε και παραιτήθηκε, υπηρέτησε ως υπουργός χωρίς χαρτοφυλάκιο στην κυβέρνηση του βενιζελικού Θεμιστοκλή Σοφούλη, συνεργαζόμενος με τον Σβώλο και άλλους σοσιαλιστές για την πραγμάτωση μιας ανεξάρτητης σοσιαλιστικής πολιτικής. Όπως, μάλιστα, έγραψε, με σκοπό «να πλάσουμε έναν πιο δίκαιο και ηθικό κόσμο, όπου η υλική ευδαιμονία θα είναι το μέσον μονάχα για την ψυχική και πνευματική χειραφέτηση του ανθρώπου» (Πρεβελάκης, 297).

Αν εξαιρέσουμε, λοιπόν, την πολιτική ιδεολογική κρίση, την προερχόμενη από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 ως το 1929, περίοδο που επηρέασε και τον Καζαντζάκη, διαπιστώνουμε ότι ο μεγάλος διανοητής μας παρέμενε προσκείμενος στενά στη κοινοβουλευτική Δημοκρατία.

Εν συμπεράσματι, μάλιστα, θα λέγαμε, κατά τον πάντα επίκαιρο χαρακτηρισμό μελετητών του, ότι ο Καζαντζάκης “ήταν σοσιαλιστής” (Κουμάκης, 94) και ότι στην πορεία του παρέμενε θιασώτης του κοινοβουλευτικού, σοσιαλιστικού πολιτεύματος, με ανθρώπινο πρόσωπο.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

1.Ελένη Καζαντζάκη -Σαμίου, Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ασυμβίβαστος, εκδόσεις Καζαντζάκη, Αθήνα 1998

2.Εύη Πετροπούλου, ο Νίκος Καζαντζάκης στον Ισπανικό Εμφύλιο, 23-5-1999

3.Δημ. Φιλιππής, Η Ελλάδα μπροστά στον ισπανικό εμφύλιο, π. Αντί, 23-1-1999

4.Παντελή Πρεβελάκη, Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, Αθήνα 1965

5.Γιώργος Χ. Κουμάκης, Νίκος Καζαντζάκης, θεμελιώδη προβλήματα στη φιλοσοφία του, βιβλιοπωλείον της “Εστίας”, Αθήνα 1982

* Ο Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος είναι επιτ. καθηγητής Ιστορίας

της ΠΑΕΑΚ- συγγραφέας