Ο αξέχαστος Γουβιανός Κωστής Μαρκάκης ή Κοντόχας, παραδοσιακός βιολάτορας, μαντολινάρης, τραγουδιστής, καφετζής και κουρέας, γεννήθηκε και έζησε στις Γούβες. Είχε παντρευτεί τη Γουβιανή Άννα Δετοράκη και απέκτησαν τρία παιδιά, τον Γιάννη, τον Μιχάλη και την Κατερίνα.

Το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας του Κοντόχα είχε βγάλει τους περισσότερους οργανοπαίχτες στις Γούβες. Τα ονόματα των συγγενών του οργανοπαιχτών είναι: Ο πρώτος ξάδερφος του παππού του, Λυπογιάννη Μαρκάκη, ο Εθνικός ποιητής και λυράρης Ιωάννης Κωνσταντινίδης (1848-1917). Ένας άλλος πολύ καλός λυράρης ήταν ο αδελφός του πατέρα του Κοντόχα Λυπομανώλη Μαρκάκη, ο Μιχάλης Μαρκάκης ή Σπανός.

Άλλοι συγγενείς οργανοπαίχτες του Κοντόχα είναι ο αδελφός του Κοντόχα, Γιάννης Μαρκάκης βιολάτορας, ο Στερεός Πλευράκης βιολάτορας λυράρης και μαντολινάρης, ο Γιάννης Κουφαλιτάκης, πολύ καλός και μεγάλος λυράρης και τραγουδιστής, ο Μανώλης Πλευράκης, κιθαρίστας και τραγουδιστής, ο Βαγγέλης Πλευράκης, μαντολινάρης, λαουτιέρης, μπουζουξής και λυράρης, ο νεότερος Νίκος Μυλωνάκης, λυράρης και τραγουδιστής, ο γιος του Κοντόχα, Μιχάλης Μαρκάκης παίζει διάφορα έγχορδα και πνευστά όργανα.

Πριν και μετά τη Γερμανική κατοχή, ο πρωτομπάρμπας του Κοντόχα, ο Σπανός, ήταν σημαντικός και αγνός λυράρης των Γουβών που όπως έλεγαν έπαιζε πάνω από 70 γυρίσματα του πηδηχτού χορού, που επηρέασε και δίδαξε τον Κοντόχα και έγινε πολύ καλός οργανοπαίχτης.

 

δεκαετία του 1950 στο πανηγύρι της εκκλησίας των Αγίων Ανάργυρων στου Κοκκίνη το Χάνι
Στη φωτογραφία της δεκαετίας του 1950 στο πανηγύρι της εκκλησίας των Αγίων Ανάργυρων στου Κοκκίνη το Χάνι, από αριστερά ο Ανεπολιώτης-Γουρνιώτης Μηνάς Μετοχαράκης και οι Γουβιανοί οργανοπαίχτες, ο Μιχάλης Μαρκάκης ή Σπανός, ο Κωστής Μαρκάκης ή Κοντόχας, και ο Γιάννης Μπαριτάκης, που θα έπαιζαν το απόγευμα και το βράδυ σε αυτό το πανηγύρι.

 

Δε μπορώ να μη γράψω πως προπολεμικός μπασαδόρος και τραγουδιστής του Σπανού και του Καλιακαντώνη ήταν ο πατέρας μου,  Μαστρο-Γιώργης Μπαριτάκης. Οι μεταπολεμικοί Γουβιανοί συνεργάτες οργανοπαίχτες του Σπανού ήταν ο Γιάννης Μπαριτάκης, ο Κωστής Μαρκάκης ή Κοντόχας, ο Στερεός Πλευράκης, ο Γιάννης Γιαννουδάκης και άλλοι.

Τα μεταπολεμικά χρόνια ο Κοντόχας άνοιξε ένα καφενείο και κουρείο στις Γούβες, λίγα μέτρα νότια από τη Ζωοδόχο Πηγή. Σε ένα τοίχο αυτού του καφενείου ήταν κρεμασμένα η λύρα του Σπανού, το βιολί και η μαντόλα του Κοντόχα. Εκείνες τις μεταπολεμικές εποχές είχαν κρεμάσει όργανα και σε άλλα Γουβιανά καφενεία. Όπως στο καφενείο του Δημήτρη Δετοράκη ή κουρέα, ήταν κρεμασμένο το βιολί και η μαντόλα του Θοδωρή.

Ακόμα και στο καφενείο του Γιάννη του Τσαγκαρονικόλη, ή Γιάννη Γιαννουδάκη, ήταν κρεμασμένη η μαντόλα του. Έτσι σε αυτά τα Γουβιανά καφενεία σχεδόν κάθε βράδυ κούρδιζαν, έπαιζαν τα όργανα και τραγουδούσαν γέροι και νέοι. Αυτή ήταν η έκφραση, η ψυχαγωγία και η διασκέδαση τους, πίνοντας ρακί με αστραγάλια για να κάνουν καντάδες και να τραγουδούν στις κοπελιές τους.

Επανερχόμενος σε αυτό το μικρό αφιέρωμα στον αξέχαστο Κοντόχα, δε μπορώ να μη γράψω ότι το μαγαζί του ήταν τα χρόνια εκείνα το μεγαλύτερο καφενείο των Γουβών, που κάθε Χριστούγεννα και απόκριες γίνονταν εκεί τρικούβερτα γλέντια, που κάθε αποκριά το πρωί που τέλειωνε το κάθε γλέντι, οι νεαροί και γέροι έπαιρναν τους Γουβιανούς οργανοπάιχτες και πήγαιναν στο Λιβάδι-Πλατεία που έτρωγαν, έπιναν και χόρευαν μουζωμένοι και μασκαρεμένοι μέχρι το βράδυ.

Ο Κωστής Μαρκάκης ή Κοντόχας ήταν πασίγνωστος στην επαρχία πεδιάδος, στη Λαγκάδα, στο Λασίθι, μέχρι τους Ποταμούς. Γι’ αυτό συχνά έπαιζε σε πανηγύρια, γάμους βαπτίσεις, χοροεσπερίδες, καντάδες, πάντα με Γουβιανούς οργανοπαίχτες. Εκτός από τους αναγραφόμενους Γουβιανούς συνεργάτες οργανοπαίχτες του, ο Κοντόχας είχε παίξει πολλές φορές σε παρέες και καντάδες με τους Γουβιανούς μερακλήδες μπασαδόρους και τραγουδιστές Παυλή Δετοράκη και Νίκο Μαυράκη ή Σκουντή.

Αυτό το μικρό και απλό αφιέρωμα στον Κοντόχα και στους άλλους Γουβιανούς οργανοπαίχτες είναι σαν ένα “μνημόσυνο”. Για να θυμούνται οι παλιοί Γουβιανοί και να μάθουν οι νεότεροι τις παλιές μεταπολεμικές μερακλίδικες και αγνές εποχές που γλεντίζαμε και χορεύαμε γύρω-γύρω από τους οργανοπαίχτες κάτω από το φως ενός λουξ. Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι οι άνθρωποι που σε κάθε τόπο αγαπούν τους ανθρώπους και παράγουν χαρές και ελπίδες, δεν πρέπει να πεθάνουν τα ονόματα τους, οι φωτογραφίες τους και τα έργα τους, όπως του Κοντόχα και των άλλων Γουβιανών οργανοπαιχτών.

“Σπανός, Κοντόχας, Στερεός παίζανε με μεράκι,

και είχαν μπασαδόρο τους τον Γιάννη Μπαριτάκη”.

 

*Ο Βαγγέλης Μπαριτάκης είναι ιδρυτής του Λαογραφικού Μουσείου Γουβών