Έτσι αρχίζει η γνωστή παροιμία που θέλει να μας υπενθυμίσει ότι με τη γιορτή του Αγίου Φιλίππου, που γιορτάσαμε χθες, την Κυριακή 14η Νοεμβρίου, όχι μόνο σταματάει η ελεύθερη κρεοφαγία του φθινοπώρου, αλλά έχουμε και τη χειμωνιάτικη αποκριά, αφού την επομένη μέρα αρχίζει η νηστεία των Χριστουγέννων, το σαρανταήμερο όπως κάποιοι το αποκαλούν ή η σαρανταρά, όπως συνηθίζει να λέει αυτή τη νηστεία ο λαός μας.

Την ημέρα αυτή τελείωνε εποχικά (τότε που οι άνθρωποι ασχολούνται με το όργωμα και τη σπορά των χωραφιών), η προθεσμία αυτών των αγροτικών εργασιών, αφού θα ακολουθούσε ο χειμώνας με τα πολλά κρύα, τις βροχές και τα χόνια.

Ο Άγιος Φίλιππος, φτωχός και ως προς τη σημασία της γιορτής του, εκπροσωπεί στην περίοδο αυτή τον κάθε φτωχό αγρότη, που άργησε να σπείρει το χωράφι του (ποιος ξέρει τι δυσχέρειες να αντιμετώπιζε) και ενώ θα μπορούσε να μείνει στο σπίτι του και ν’ αποκρέψει με την οικογένειά του, έμεινε στο χωράφι του και συνέχισε να δουλεύει, μήπως και προφθάσει τον καιρό: “Ο φτωχός ο Φίλιππας όλη μέρα δούλευε και το βράδυ απόκρευε”. Κατά τη λαϊκή παράδοση έγινε το θαύμα και ο φτωχός γεωργός αναδεικνύεται σε άγιος. Ας δούμε τι λέει η παράδοση:

“O άι-Φίλιππας ήταν γεωργός. Σα σήμερα έκανε χωράφι, όλη την ημέρα. Το βράδυ ηρθ’ απ’ το χωράφι αποσταμένος. Έδεσε τα βόδια του στο παχνί να φαν, κι αυτός έκατσε να ξαποστάσει. Κει που καθόταν, του λέει η γυναίκα του, πως οι χωριανοί δεν έχουνε κρέας να κάνουν αποκριές· ήταν όλοι φτωχοί!

Τη στιγμή σηκωνετ’ ο άι-Φίλιππας, πηγαίνει στο παχνί και παίρνει το καλύτερο βόδι του και το σφάζει. Λιάνισε το κρέας του και το μοίρασε στους χωριανούς. Απόκρεψε ο κοσμάκης και συχώραε τα πεθαμένα του άι-Φίλιππα. Έφαε κι ο άι-Φίλιππας και κοιμήθηκε…

Το πρωί σηκώνεται, πάει στο παχνί,  τι να δει! Θεού πρόνοια, βρίσκει πάλι τα δυό του βόδια δεμένα. Το ένα ήταν καλύτερο από κείνο που ‘σφαξε. Του το ‘δωκε ο Θεός ακόμα τρανύτερο!

Άμα πέθανε ο άι-Φίλιππας, άγιασε, γιατ’ ήταν πολύ αγαθός άνθρωπος. Γι’ αυτό τον γιορτάζουμε την ημέρα της αποκριάς…”.

Αμοιβή λοιπόν από τον Θεό στον Άγιο Φίλιππα τόσο για την εργατικότητά του στο χωράφι, όσο και για τον καλοκάγαθο χαρακτήρα του. Η παράδοση είναι πολύ διαδεδομένη στον ελληνικό χώρο και φυσικά κρύβεται και κάποια σκοπιμότητα μέσω αυτής.

Δινόταν η δικαιολογία στους ζευγάδες που πιέζονταν από τις διάφορες γεωργικές τους υποχρεώσεις, ότι την αποκριά αυτή του Αγίου Φιλίππου, δεν μπορούσαν να την γιορτάσουν, το μεσημέρι τουλάχιστο, αφού ακόμα και ο ίδιος ο Άγιος, αυτό το παράδειγμα έδωσε και έτσι δεν υπήρχε λόγος να τιμωρηθούν. Αντίθετα οι ίδιοι έλεγαν: “Αφού ο ίδιος ο άγιος Φίλππας δούλευε την ημέρα της γιορτής του στο χωράφι, εγώ θα τον αργέψω;”.

Στην εκκλησιαστική βιογραφία, ο Φίλιππος με το αρχαίο αυτό ελληνικό όνομα, είναι ο μαθητής και ο απόστολος του Χριστού, ένας από τους πρώτους που τον ακολούθησε. Καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν συμπολίτης του Ανδρέα και του Πέτρου.

Είναι αυτός που γνωρίζοντας τον Χριστό, βρήκε τον φίλο του Ναθαναήλ και τότε ενθουσιασμένος διαλάλησε, με βεβαιότητα, ότι πρόκειται για τον αληθινό Μεσσία. Από τη σκηνή αυτή προέρχεται και η γνωστή παροιμιακή φράση: “Βρήκε ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ” κάτι που το λέμε για ταιριαστές συναντήσεις.

Ως απόστολος κήρυξε τον χριστιανισμό στη Νότια Μικρά Ασία, όπου και εμαρτήρησε. Η γιορτή του Αγίου Φιλίππου, την επομένη μάλλον της γιορτής του, που είναι η 15η Νοεμβρίου, μας εισαγάγει στην περίοδο του σαρανταημέρου ή της σαρανταράς. Η εκκλησία μας αυτή την περίοδο την ομάζει “νηστεία των Χριστουγέννων”, έχοντας κρατήσει την λέξη “τεσσαρακοστή” για το Πάσχα. Η νηστεία των Χριστουγέννων δεν είναι βαριά, ούτε αυστηρή στην εκτέλεσή της. Το ψάρι επιτρέπεται, αλλά και τα θερμαντικά όσπρια της εποχής την κάνουν ευκολότερη. Άλλωστε, στο χρονικό τέρμα της, μας περιμένει το χαρούμενο γεγονός της Γέννησης του Χριστού, και κανένα πένθος.

Άλλο είναι το πένθος. Στη μελαγχολική αυτή περίοδο του φθινοπώρου προς το χειμώνα, που όλα δείχνουν “φθορά”, που ο ήλιος μας φωτίζει λιγότερο και το δυσάρεστο σκοτάδει κυριαρχεί, που κρυώνουμε πολύ (μιλούμε για φυσικές και αγροτικές καταστάσεις) και που καταφεύγουμε στον ζεστό ύπνο, είναι εύλογο να θυμόμαστε τον θάνατο και τους νεκρούς (Δεν είναι τυχαίο ότι στην καθολική Ευρώπη, με τα διαρκέστερα σκοτάδια και τα δυνατότερα κρύα, μνημονεύουν πάνδημα τους νεκρούς των.

Εμείς εδώ κάνουμε τα πάνδημα μνημόσυνα (Ψυχοσάββατα) την Άνοιξη (όπως και οι αρχαίοι), γιατί θέλουμε τους νεκρούς μας ν’ ανεβαίνουν από τον σκοτεινό Άδη και να χαίρονται μαζί μας την ελληνική φύση, από το Πάσχα ως την Πεντηκοστή (ως το “Μεγάλο Ψυχοσάββατο”, που ξαναφεύγουν).

Το φθινόπωρο όμως τους σκεφτόμαστε κι εμείς, ιδιωτικά.

Όλο τα Σαραντάμερο οι οικογένειες που είχαν νεκρούς δεν έπαυαν, σχεδόν ομαδικά (κι αυτό όλο κάπου συνεχίζεται) να δέονται και να κάνουν μνημόσυνα γι’ αυτούς. Να τι γράφει σχετικά, το 1938, ο Δ. Λουκόπουλος, για την Αιτωλία:

“Η Σαρακοστή, μπροστά από τα Χριστούγεννα, λέγεται Σαρανταήμερο. Τότε οι παπάδες κάνουν το “Σαραντάρι”, δηλ. κάθε πρωί, νύχτα, λειτουργούν για τις ψυχές.

Η κάθε οικογένεια, που θέλει να μνημονεύονται από τον παπά οι πεθαμένοι της, πρέπει να δηλώσει, στην αρχή της Σαρακοστής, αν θα μπει στο “σαραντάρι”. Άμα θα ‘ρθει η σειρά της (κι αυτό θα το κανονίσει ο παπάς), φέρνει στην εκκλησιά λειτουργιά (πρόσφορο) ανάμα (κρασί) λιβάνι, κεριά… για τη λειτουργία. Επίσης θα δώσει στον παπά και το “ψυχοχάρτι”, δηλ. κομμάτι χαρτί, όπου έχει σημειωμένα τα ονόματα των πεθαμένων της”.

Σαρανταήμερο, σαρανταρά, σαρανταλείτουργο… έγνοιες και συνήθειες αυτών των ημερών, των ημερών του χειμωνιάτικου φθινοπώρου, που είναι τόσο μικρές. Ίσα-ίσα που οι άνθρωποι προφτάνουν να τις χαρούν, εξάλλου μας το θυμίζει και η παροιμία:

“Του σαρανταμέρου η μέρα η καλημέρα” – καλησπέρα”.

Τέτοιες μέρες… πρωί, βράδυ στην εκκλησία με χαμηλό φωτισμό και σε κλίμα κατάνυξης με το φως των κεριών και το μοσχοβόλημα του λιβανιού, μας δίνεται η δυνατότητα ν’ ακούσουμε τα λειτουργικά λόγια και τις ευχές του ιερέα για θνητούς, αλλά και ζώντες. Μία συνταύτιση του “θνητού”, νεκρού και ζωντανού στοιχείου των ανθρώπων, όπως τη θέλουν αυτές οι μέρες, όπως τα ήθη και έθιμα, αλλά και οι παραδόσεις αυτών των ημερών μας την επιβάλλουν!

Κι όλα αυτά, τηρώντας με ευλάβεια τα υγειονομικά μέτρα όπως η επιστήμη μας καθοδηγεί και μας προτρέπει, θέλοντας να συμπληρώσει την χριστιανική διδασκαλία που έχει ως επίκεντρο την αγάπη προς το δημιούργημα του Θεού, τον Άνθρωπο!