”Πολυτεχνίτης και ερημο- σπίτης”, στην ομώνυμη ταινία ο Θανάσης Βέγγος κάνει σε κάποια φάση της ζωής του και τον επαγγελματία φωτογράφο χωρίς, βέβαια, να έχει προηγηθεί η ανάλογη εκπαίδευση. Έτσι, όταν το φωτογραφικό πλάνο αφορούσε μια πολυμελή ομάδα ανθρώπων μόνιμα «εξαφάνιζε» το ακροδεξιό πρόσωπο. Η συγκεκριμένη σκηνή της ταινίας μπορεί να λειτουργήσει συμβολικά και για τα εξαφανισμένα πολιτιστικά δρώμενα κατά την περίοδο της δικτατορίας.

Η θλιβερή επέτειος της κυπριακής τραγωδίας του 1974 δίνει την ευκαιρία να παρατηρήσει κανείς ότι, ενώ έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για τις κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές ζημιές της Επταετίας, αυτό που δεν έχει εκτιμηθεί είναι η ανεπανόρθωτη βλάβη του ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος βρισκόταν σε τροχιά απογείωσης κατά την περίοδο 1922-1967.

Αυτό οφειλόταν στη «Γενιά του ’30» (Σεφέρης, Ελύτης, Τσαρούχης, Πικιώνης, κ.ά.), καθώς και στην Πρώτη (Αναγνωστάκης, κ.ά.) και τη Δεύτερη Μεταπολεμική Γενιά λογοτεχνών, μουσικών (Χατζι- δάκις, Θεοδωράκης), ηθοποιών, αρχιτεκτόνων, κ.λπ.

Είναι γνωστές οι κορυφαίες στιγμές καταξίωσης του πολιτισμού της «ελληνικότητας» (η γονιμοποίηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού με την ελληνική παράδοση) τα δυο νόμπελ (Σεφέρης 1963, Ελύτης 1979), το όσκαρ της Κατίνας Παξινού (1943) και η συγκλονιστική ερμηνεία του Αιμίλιου Βεάκη (1938) ως «Βασιλιά Ληρ» του Σαίξπηρ σε σημείο ώστε οι Άγγλοι κριτικοί των Times του Λονδίνου να προτείνουν το κλείσιμο όλων των θεάτρων της πόλης και τη μετάβαση των Άγγλων ηθοποιών στην παράσταση για να διδαχθούν τον ρόλο από τον Έλληνα ηθοποιό

. Επίσης, οι διάσημες ταινίες του «Ζορμπά» (1964) και το «Ποτέ την Κυριακή» (1960), οι οποίες καθιέρωσαν δυο παγκόσμια ελληνικά τραγούδια, τον «Ζορμπά» και τα «Παιδιά του Πειραιά» και έκαναν παγκοσμίως γνωστή την ελληνική μουσική κουλτούρα. Ταυτόχρονα, διαφήμισαν την Ελλάδα ως σημαντικό τουριστικό προορισμό από τον οποίο (κυρίως) επιβιώνουμε ως χώρα σήμερα.  Αυτό το ταξίδι στον ξεχωριστό ελληνικό πολιτισμό «γυψώθηκε» το 1967.

Όταν έφυγε η Δικτατορία ο κόσμος είχε αλλάξει κι η Ελλάδα είχε πάψει να παράγει δικό της πολιτισμό. Έτσι, σήμερα ο Έλληνας απλά μιμείται και ανακυκλώνει ξένες σκέψεις και εισαγόμενες δημιουργίες αρχίζοντας από το φαγητό, συνεχίζοντας με τον χώρο του θεάματος και καταλήγοντας στην λογοτεχνία.

Αν θέλουμε, λοιπόν, να ξαναδούμε το «πουλάκι» του πολιτισμού, όπως αναφέρει μονολογώντας ο «φωτογράφος» Θανάσης Βέγγος στην ημίγυμνη αρτίστα του καμπαρέ λίγο πριν λιποθυμήσει κοιτώντας τα κάλλη της στην προαναφερόμενη ταινία, θα πρέπει να ορθώσουμε το δικό μας πρωτότυπο πολιτισμικό ανάστημα.

* Ο Αγησίλαος Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος