«Αν δε φας θεριό, θεριό δε γίνεσαι..!», λέει μια λαϊκή παροιμία.

Εμείς το ανταμώσαμε, το κοιτάξαμε στα μάτια, το ακουμπήσαμε, το απωθήσαμε, το βρίσαμε, το μισήσαμε το δαιμονοποιήσαμε, το ξορκίσαμε, αλλά δεν το φάγαμε το «θεριό». Σκιαχτήκαμε, δειλιάσαμε, συνηθίσαμε και διώξαμε κάθε «ευκαιρία» που μας δόθηκε να αναμετρηθούμε θαρραλέα μαζί του.

Κοντεύουμε να διανύσουμε το τέλος μιας χαμένης δεκαετίας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και όμως δεν δείχνουμε, ως κοινωνία και ως χώρα, να έχουμε ακόμα ωριμάσει!

Δεν έχουμε γίνει σοφότεροι. Δεν μάθαμε από τα λάθη του παρελθόντος. Δεν διδαχτήκαμε, αλλάζοντας στάση και θέση στη ζωή μας. Αντίθετα, επιδεικνύουμε μια εξαιρετική ικανότητα προσαρμογής κάτω από δύσκολες συνθήκες, ως «χαμαιλέοντες» και «στρουθοκάμηλοι» μιας σύγχρονης άβολης εποχής.

Το πολιτικό σύστημα αρνείται πεισματικά να συναινέσει στην ενηλικίωσή του.

Η κυβέρνηση δεν δείχνει διατεθειμένη να εξηγήσει τις αντιφάσεις της πολιτικής της και να αναλάβει την όποια ευθύνη των αποτυχημένων επιλογών της, φοβούμενη ίσως τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά κυρίως τα πρώην κυβερνητικά κόμματα, εξακολουθούν να λειτουργούν με αποκλειστικό γνώμονα την επάνοδό τους στην εξουσία. Αλλάζουν αριθμούς, ονόματα και συνθήματα, αλλά η νοοτροπία τους παραμένει άκαμπτη, μίζερη και παρωχημένη.

Από την ίδια μεριά, ένα πανίσχυρο οικονομικό κατεστημένο δείχνει να τρέφεται από την κρίση, να διογκώνεται και να θεριεύει. Καναλάρχες, τραπεζίτες, δανειστές, βιομήχανοι, ξενοδόχοι και πάσης φύσεως «επενδυτές», «κάνουν ταμείο» πάνω από τους θρυμματισμένους κουμπαράδες με τα φραγκοδίφραγκα της παρατεταμένης λιτότητας.

Αλλά και οι πολίτες δεν είναι αμέτοχοι σε όλα αυτά! Είναι οι συνένοχοι στο «έγκλημα» που συντελείται εις βάρος τους κι ας παίζουν τον ρόλο του κομπάρσου στο θρίλερ της επιβίωσής τους, που τους επιβάλλει να ισορροπούν μεταξύ βλακείας και ευπρέπειας. Όταν δε, κλιθούν να εκλέξουν τους πολιτικούς τους άρχοντες, ψηφίζουν, όχι με κριτήριο αυτόν που θέλουν να έρθει στην εξουσία, αλλά με κριτήριο εκείνον που δεν θέλουν να έρθει, συμβάλλοντας έτσι σε ένα ατέρμονο παρανοϊκό αδιέξοδο.

Για το μέλλον αυτού του τόπου δεν μπορεί κανείς να είναι αισιόδοξος, αν και η ιστορία διαψεύδει τους απαισιόδοξους. Οι δημοσκοπήσεις πάντως, καταγράφουν σε όλους τους τόνους τον προβληματισμό της κοινής γνώμης για τα χρόνια που έρχονται!

Για να μπορέσει η χώρα να ξεφύγει από το καθεστώς της επιτροπείας, έχει τεθεί ως προϋπόθεση η συνεννόηση του πολιτικού συστήματος. Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται, μέσα από ένα ομιχλώδες και αβέβαιο πολιτικό τοπίο όπως αυτό διαμορφώνεται, με παλαιά ξεπερασμένα ανακυκλώσιμα υλικά, που δεν επιτρέπουν τη διέλευση φρέσκων, γόνιμων, τολμηρών ιδεών και αντιλήψεων, που θα έδιναν τόπο στη λογική και λόγο στον πολιτικό ρεαλισμό.

Η πολιτική συναντίληψη δεν ευδοκιμεί, δυστυχώς, σε τούτη τη χώρα!

Στο κορυφαίο διαχρονικό έργο του Ίψεν, «Ο εχθρός του λαού», αποτυπώνεται με τον πλέον γλαφυρό τρόπο η ιδέα πως δεν μπορεί να καταπολεμηθεί η κοινωνική, πολιτική και οικονομική παρακμή από τους πρόθυμους  αυτόκλητους «σωτήρες», όταν οι ίδιοι, αποδεδειγμένα διετέλεσαν φορείς της κρίσης που επέφερε αυτήν την παρακμή.

Ποιος όμως τελικά είναι «ο εχθρός του λαού»; Εκείνος που, υπερασπιζόμενος το κοινό συμφέρον, θα βρει το θάρρος να του πει όλη την αλήθεια κι ας πονάει, αδιαφορώντας για το αν θα έχει την πλειοψηφία με το μέρος του, ή εκείνος που θα επιλέξει τον σίγουρο και ασφαλή δοκιμασμένο δρόμο της κολακείας και της εξαπάτησης, γνωρίζοντας πολύ καλά πως την πλειοψηφική κοινωνική μάζα την «τρέφει» το ψέμα; Ας το ανακαλύψει ο ίδιος ο λαός, αλλά και ας αναρωτηθεί παράλληλα, «μήπως κάποιες φορές αναγνωρίζει στη θέση του εχθρού του, το ίδιο του το είδωλο;»

Μπορεί «ο εχθρός του λαού», όπως τον υποδύθηκε ο ήρωας του Ίψεν, ως ιδεατή μορφή, να μην υπάρχει πια στον σύγχρονο πραγματικό κόσμο, όμως ο «εχθρός» σίγουρα εξακολουθεί να υπάρχει, να υπονομεύει και να απειλεί!

 

* Ο Γιάννης Μοσχονάς είναι εκπαιδευτικός        

[email protected]