Καθώς βρισκόμαστε στη Μεγάλη Εβδομάδα και νοερά βαδίζουμε το δρόμο που βάδισε ο Χριστός, πορευόμενος προς τον Γολγοθά, ίσως θα πρέπει, αντί μόνο να ακολουθούμε τα ωραία ορθόδοξα έθιμα, να στοχαστούμε και πάνω στο κεντρικό θέμα της εβδομάδας αυτής, που είναι ο σταυρός του Χριστού. Διότι, χωρίς τον σταυρό, χωρίς τη σταύρωση και τον θάνατο του Ιησού επί του σταυρού, το έργο Του θα έμενε ατελές και αυτό που ονομάζουμε σωτηρία θα έμενε δίχως νόημα και περιεχόμενο.

Να τι λέει ένα τροπάριο: «Σωτηρίαν εἰργάσω ἐν μέσῳ τῆς γῆς, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐπὶ Σταυροῦ τὰς ἀχράντους σου χεῖρας ἐξέτεινας, ἐπισυνάγων πάντα τὰ ἔθνη». Η σωτηρία είναι αποτέλεσμα του γεγονότος της σταύρωσης: ο Χριστός επί του σταυρού εκτείνει τα χέρια του και αγκαλιάζει, συνάγει και συνενώνει όλα  τα έθνη, όλους τους λαούς. Ο τετραμερής σταυρός  του Χριστού χαράζεται πάνω σε όλο τον κόσμο, καθώς δείχνει τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα έτσι, ώστε ο σταυρωμένος Χριστός να αγιάζει την κτίση ολάκερη.

Για το θέμα αυτό γράφει ο φιλοσοφότερος των Πατέρων της Εκκλησίας άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης: «Ο θεϊκός εκείνος οφθαλμός του αποστόλου (εννοεί τον απόστολο Παύλο) δεν κατανόησε άκοπα το σχήμα του σταυρού, αλλ’ έδειξε καθαρά και μέσω του σχήματος ότι απέβαλε από τα μάτια του όλα τα λέπια της άγνοιας και βλέπει καθαρά προς την ίδια την αλήθεια των όντων.

Γιατί είδε ότι αυτό το σχήμα, το οποίο, ξεκινώντας από το σημείο συνένωσης που βρίσκεται στη μέση, χωρίζεται σε  τέσσερις προεκτάσεις, σηματοδοτεί τη δύναμη και την πρόνοια Εκείνου που φανερώθηκε πάνω στον σταυρό, η οποία διαπερνά τα πάντα, και για τον λόγο αυτό κατονομάζει κάθε προέκταση (του σταυρού) με διαφορετικές λέξεις, αποκαλώντας βάθος το κομμάτι από τη μέση και κάτω και ύψος αυτό που βρίσκεται από πάνω, ενώ πλάτος και μήκος το τμήμα που προεκτείνεται από τα πλάγια, δεξιά και αριστερά μετά τη μέση έτσι, ώστε εκείνο το τμήμα που βρίσκεται από ετούτη τη μεριά σε σχέση με τη μέση να το ονομάζει πλάτος, ενώ αυτό που βρίσκεται από την άλλη πλευρά να το ονομάζει μήκος.

Με αυτά έχω τη γνώμη ότι με τα λόγια του ξεκάθαρα θέλει να φανερώσει ότι δεν υπάρχει κανένα ον που να μη διατηρείται στην ύπαρξη εξάπαντος από τη θεία φύση, δηλαδή το υπερουράνιο, το υποχθόνιο, το παρατεινόμενο από τα πλάγια, από παντού, προς τα πέρατα των όντων.

Διότι δια μεν του ύψους δείχνει αυτό που βρίσκεται ψηλά (στα ουράνια), δια δε του βάθους αυτό που βρίσκεται στο βάθος της γης, ενώ με το μήκος και με το πλάτος αποκαλύπτει τα πέρατα που διέρχονται από τη μέση, τα οποία συγκρατούνται από τη δύναμη που στηρίζει το παν.» (Περί της τριημέρου προθεσμίας της αναστάσεως του Χριστού,  9,300,4).

Με βάση αυτή την εξήγηση του αγίου Γρηγορίου, θα λέγαμε ότι ο ίδιος ο κόσμος είναι σταυρόσχημος, σταυρικός, σημαδεμένος από τον σταυρό.

Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν από τη σταύρωση του Χριστού ο σταυρός ήταν ένα όργανο φρικτής τιμωρίας των βαριά παρανομούντων.  Όσοι καταδικάζονταν σε σταυρικό θάνατο θεωρούνταν καταραμένοι, περιθωριακοί, αποδιοπομπαίοι, «φαρμακοί», όπως τους έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου», γράφει ο απόστολος Παύλος (Γαλ. 3,13), επαναλαμβάνοντας τη φράση της Π. Διαθήκης (Δευτερ. 21,23).

«Πρότερον μὲν ὁ σταυρὸς ὄνομα καταδίκης ἦν, νυνὶ δὲ πρᾶγμα τιμῆς γέγονεν. Πρότερον σύμβολον κατακρίσεως, νυνὶ δὲ ὑπόθεσις σωτηρίας», γράφει ο ιερός Χρυσόστομος (MPG 49,399,19). Και μόνο το άκουσμα της λέξης «σταυρός» γεννούσε στις ψυχές των ανθρώπων τον φόβο και τον τρόμο.

Και ο Χριστός, λοιπόν, καταδικασμένος να πεθάνει ως άνθρωπος επάνω στον σταυρό, θεωρήθηκε αποδιοπομπαίος, ταπεινωμένος την «ἄκραν ταπείνωσιν», ένας καταραμένος. Πρόκειται για την απόλυτη «κένωση» και ταπείνωση του Υιού του Θεού, η οποία όμως ήταν εκούσια, εθελούσια. Ο Χριστός θυσιάστηκε εκουσίως επί του σταυρού για τους ανθρώπους, γεγονός που μεταβάλλει έκτοτε τον σταυρό από σύμβολο καταδίκης και κατάρας σε σύμβολο θυσίας και νίκης επί των δυνάμεων του κακού. «Σταυρὸς ἡμῖν ἐστι τὸ τρόπαιο τῆς νίκης», γράφει ο Μ. Αθανάσιος (Μ. Αθανάσιος, MPG 28,1532, 28). Και είναι τρόπαιο νίκης, γιατί ο Χριστός επί του σταυρού νίκησε το κακό σε όλες του τις εκφάνσεις.  Διότι το κακό νικιέται μόνο με το καλό, όπως το σκοτάδι φεύγει και διαλύεται μόλις εμφανιστεί το φως. Ο Χριστός με την εκούσια  σταυρική θυσία του αποκαλύπτεται ως η ενσαρκωμένη Καλοσύνη, η Αλήθεια, το Φως και η Ζωή, που σκορπίζουν και διαλύουν τις δυνάμεις του κακού, του ψεύδους, του σκότους και του θανάτου. Έτσι, όπως γράφει και πάλι ο απόστολος Παύλος, ο Χριστός μάς ελευθέρωσε, με την αποδοχή του Πάθους και του σταυρού του, από τις δυνάμεις εκείνες που μας θέλουν δούλους στον άρχοντα του κακού και του σκότους, δείχνοντάς μας ότι κάθε σταυρός που σηκώνουμε σε τούτη τη ζωή μπορεί να γίνει δύναμη νίκης επί του κακού και να μας οδηγήσει στην προσωπική μας ανάσταση.

Για το λόγο αυτό, ο σταυρός, μετά την ανάσταση του Χριστού, αποκαλύφθηκε ως σύμβολο νίκης κι έγινε ο δρόμος, για να φτάσει κανείς στη νίκη επί του εαυτού του και επί κάθε δύναμης που θέλει να τον εκτρέψει από τον υψηλό του προορισμό, που τον θέλει απλώς δούλο των απολαύσεων, που τον ναρκώνει με ψεύτικες υποσχέσεις μόνιμης ηδονής, που τον κάνει σχεδόν ανίκανο να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες και γι’ αυτό να καταθέτει τα όπλα στην πρώτη μπόρα της ζωής.

Γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος που σε τούτη τη ζωή να μη σηκώνει ένα σταυρό, μεγαλύτερο ή μικρότερο.

Κι αυτόν τον σταυρό πρέπει να τον αποδεχτεί, να του δώσει ένα νόημα. Διαφορετικά ο σταυρός θα τον οδηγήσει στον παραλογισμό, διαφορετικά τα παθήματα και οι δυσκολίες της ζωής θα του γίνουν βραχνάς και εφιάλτης, η ζωή θα μείνει χωρίς νόημα και τούτο είναι που θα την κάνει αβίωτη.

Η αντιμετώπιση των ποικίλων σταυρών της ζωής μπορεί να γίνει με ενατένιση του σταυρού του Χριστού, Εκείνου που, όντας αναμάρτητος, καταδέχεται να αντιμετωπιστεί όχι απλώς ως ένας ληστής αλλά ως επικατάρατος, ως καταραμένος.

Αν, λοιπόν, ο αναμάρτητος Κύριος, ο Υιός του Θεού, ο Θεάνθρωπος  καταδέχεται να σταυρωθεί και να υπομείνει τα μαρτύρια  με υπομονή, πόσο περισσότερο ο μικρός και αδύναμος άνθρωπος πρέπει να είναι έτοιμος να ακολουθήσει το δρόμο που Εκείνος χάραξε; Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Σταυρὸς δὲ τὸ πάθος ἐστίν, ὥστε τον προς αὐτόν βλέποντα, καθώς ὑφηγεῖται ὁ λόγος, ὑπό τοῦ ἰοῦ τῆς ἐπιθυμίας μη βλάπτεσθαι.

Το  δε προς τον σταυρον βλέπειν, τοῦτό ἐστι τ πάντα τον ἑαυτοῦ βίον ὡς νεκρν τῷ κόσμῳ κα έσταυρωμένον ποιῆσαι, προς πᾶσαν ἁμαρτίαν ἀνίκητον, ὄντως, καθώς φησιν ὁ προφήτης, καθηλοῦντα τῷ θείῳ φόβῳ τὰς ἰδίας σάρκας. Ἧλον δ’ ἄν εἴη σαρκῶν καθεκτικός ἡ ἐγκράτεια» (Περί του βίου Μωυσέως, 2,273,6). Που σημαίνει: «Σταυρός είναι το πάθος, ώστε αυτός που τον κοιτάζει, όπως διδάσκει ο λόγος, να μη βλάπτεται από τον «ιό» της επιθυμίας.

Το να κοιτάζει κανείς τον σταυρό, αυτό σημαίνει να νεκρώσει και να σταυρώσει ολόκληρη τη ζωή του όσον αφορά το κοσμικό φρόνημα, να το κάμει να μένει αληθινά ακίνητο προς κάθε αμαρτία, όπως λέει ο προφήτης, καρφώνοντας με τον φόβο του Θεού τα σαρκικά του φρονήματα. Καρφί δε που ακινητοποιεί τα σαρκικά φρονήματα είναι η εγκράτεια».

Απέναντι στον «ιό» του κακού (γιατί το κακό είναι κάτι σαν αρρώστια, σαν μια βδέλλα που κολλά πάνω στην ανθρώπινη ψυχή και απορροφά την ικμάδα της) το φάρμακο που προσφέρει η Εκκλησία είναι ο σταυρός του Χριστού. Κι αυτό δεν είναι κάτι μαγικό.

Η Εκκλησία ζητεί από τον άνθρωπο να συμπορευτεί με τον Χριστό και να σταυρωθεί μαζί Του, όσον αφορά τις επιθυμίες του και την παράδοση στην αποκλειστικότητα των απολαύσεων, όχι επειδή δεν θέλει να είναι χαρούμενος ο άνθρωπος, αλλά διότι η θήρευση αποκλειστικά των απολαύσεων και η πίστη ότι η ζωή είναι πάντα ανέφελη αποτελεί μια ουτοπία. Κανείς δεν φτάνει στην κατάκτηση ενός σκοπού, ακόμη και του πιο μικρού, χωρίς να κοπιάσει.

Κι αν για ένα μικρό στόχο απαιτείται κόπος πολύς, πόσο περισσότερος κόπος και αγώνας χρειάζονται, για να κατακτήσει κανείς τον κεντρικό σκοπό, δηλ. την αναστάσιμη χαρά και βιοτή, την ομοίωσή του με τον Θεό;

Η πορεία μας, λοιπόν είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι σταυρική, είναι «αποταγή βίου και μελέτη θανάτου» (Μ. Αθανάσιος). Που σημαίνει: αποκήρυξη των βιοτικών μεριμνών, που συμπνίγουν τη ζωή του πνεύματος, και επίπονη σκέψη του θανάτου. Αυτά όμως είναι αληθινός σταυρός, γιατί οι άνθρωποι ρέπουμε προς την άνεση και την ευκολία και γρήγορα γινόμαστε έρμαια των επιθυμιών μας.

Απαιτούν έντονη εσωτερική εργασία, επιβάλλουν την καταφυγή μας όχι απλώς σε θεωρητικές αρχές, αλλά σε κάποιον που να αποδέχτηκε τον σταυρό και το Πάθος εκούσια. Γιατί ο σταυρός δεν είναι θεωρία.

Είναι βίωμα, είναι λύπη, θλίψη και πόνος, χωρίς τον οποίον όμως δεν φτάνει κανείς στην Ανάσταση. Ο σταυρός αποτελεί το προοίμιο της Ανάστασης, κάθε ανάστασης. Έτσι ο σταυρός του Χριστού, για όσους πιστεύουν, ανοίγει τον δρόμο για τη νίκη πάνω στις δυσκολίες της ζωής και για την πρόγευση της αναστάσιμης χαράς. Γι’  αυτό και ο απόστολος Παύλος τόνιζε με έμφαση ότι «οι Ιουδαίοι θέλουν θαύματα για να πιστέψουν, ενώ οι Έλληνες αναζητούν φιλοσοφικές αλήθειες.

Εμείς όμως κηρύττουμε τον Χριστό και μάλιστα σταυρωμένο» (Α΄Κορ. 1, 22). Το κήρυγμα του χριστιανισμού έχει βέβαια κέντρο του τον σταυρό, αλλά τέλος, δηλαδή σκοπό, έχει την Ανάσταση. Ο δρόμος του σταυρού οδηγεί, τελικά, στην Ανάσταση, και για τούτο είναι δρόμος νίκης και ελπίδας. Το μήνυμα του σταυρού είναι βαθιά αισιόδοξο.

* Ο Γιάννης Γ. Τσερεβελάκης είναι εκπαιδευτικός