Μετά την ολοκλήρωση με επιτυχία των  εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνό- δου των Ορθοδόξων  Εκκλησιών, που πραγματοποιήθηκε στην Ορθόδοξο Ακαδημία της Κρήτης τον Ιούνιο του έτους 2016 υπό την Προεδρία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίου Κυρίου ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ και με την παρουσία των περισσοτέρων Ορθοδόξων Εκκλησιών, έρχεται τώρα μία νέα ευχάριστη απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου  (στην οποία Ιερά Σύνοδο συμμετέχουν ως τακτικά Μέλη και Αρχιερείς της Εκκλησίας Κρήτης),  με κύριο σκοπό να δώσει επιτέλους  κάποια λύση σε ένα χρονίζον  πρόβλημα της Ορθοδοξίας μας, ήτοι τον δεύτερο γάμο των κληρικών.

Αυτή η ιστορική απόφαση που λήφθηκε πρόσφατα,  αρχές Σεπτεμβρίου 2018,  θεωρείται, κατά τη γνώμη μου, μία νέα επιτυχία και πάλιν του Οικουμενικού μας  Πατριάρχου κυρίου κυρίου ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, διότι  με αυτή την απόφαση επιλύνεται  ένα σοβαρότατο πρόβλημα  αρκετών 10ετιών για ορισμένους έγγαμους ιερείς.

 Συγκεκριμένα αποφασίστηκε:

Ότι θα επιτρέπεται του λοιπού  ο δεύτερος γάμος των ιερέων σε περίπτωση χηρείας τους ή αν τους εγκαταλείψει η πρεσβυτέρα τους.

Υπογραμμίζεται ότι κάθε περίπτωση θα εξετάζεται χωριστά θα αποστέλλεται από  τον οικείο ποιμενάρχη και θα κρίνεται από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Το μυστήριο του γάμου για τον δεύτερο γάμο των ιερέων θα είναι διαφορετικό, μία απλή προσευχή και σε πολύ στενό οικογενειακό κύκλο.

Εντός των επόμενων ημερών θα αποσταλεί επίσημο Γράμμα από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κύριο κύριο  ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ με λεπτομέρειες και κατευθύνσεις.

Διευκρινίζεται ότι δεν θα ισχύει για όσους ιερείς εγκαταλείπουν τις  πρεσβυτέρες  τους  και επιθυμούν να  νυμφευθούν κάποια άλλη γυναίκα.

Ενημερωτικά  αναφέρω ότι κατά την  5ην   Ιουνίου 1923,  το εν λόγω θέμα συζητήθηκε σε Πανορθόδοξο Συνέδριο το οποίο συνήλθε υπό την Προεδρία  του τότε  Οικουμενικού Πατριάρχου  Κυρού ΜΕΛΕΤΙΟΥ Δ΄ και αποφάσισε ομόφωνα, ότι πρώτον, θεωρεί επιτρεπόμενον τον δεύτερον γάμον εις τους  συνεπεία θανάτου χηρεύσαντας ιερείς και διακόνους, ως  μη αντιβαίνοντα εις το καθόλου πνεύμα της Ευαγγελικής διδασκαλίας, δεύτερον, ότι δικαιούνται αι Σύνοδοι  των επιμέρους Εκκλησιών όπως επί τη γνωμοδοτήσει  του αρμόδιου Επισκόπου επιτρέπωσιν εις τους  εν χηρεία ιερείς και διακόνους την σύναψιν δεύτερου γάμου και τρίτον, ότι  λογίζεται το μέτρον τούτο κανονικώς  έγκυρον μέχρι   της συγκλήσεως Πανορθοδόξου  Συνόδου, ήτινι μόνη  απόκειται, όπως περιβάλη την  διάταξιν ταύτην  δια κύρους καθολικού.

Επίσης, με επιστολή που έστειλε ο  Αρχιεπίσκοπος  Ελλάδος Κυρός ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ, το  έτος  2006, προς τον  Οικουμενικόν  Πατριάρχην κ.κ.ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΝ αναφέρει:

«Η  χορήγησις αδείας δια την τέλεσιν δευτέρου γάμου εις τους εν  χηρεία Κληρικούς, δέον όπως γίγνηται μόνον κατ΄άκραν οικονομίαν υπό του Ανωτάτου Συνοδικού Οργάνου της  οικείας  αυτού Αυτοκεφάλου Εκκλησίας εξετασάσης, ενδελεχέστατα, κεχωρισμένως και κατά περίπτωσιν έκαστον σχετικόν αίτημα, μη  δυναμένης της οιασδήποτε ληφθησομένης  Αποφάσεως ίνα λάβη καθολικήν ισχύν, μηδέ εις αυτάς ταύτας τας  ομοίας αυτή  περιπτώσεις» και συνεχίζει: «Ότι τούτο δ’ όλον δύναται να κυρωθή μόνον μετά ομόφωνον Απόφασιν Πανορθοδόξου  Συνόδου».

Kατά την ταπεινή μου  άποψη, πιστεύω ότι αυτή η Απόφαση  θεωρείται  δικαία, ορθή και επιβεβλημένη για τους έγγαμους ιερείς.

Επειδή οι Αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, των Αγίων Αποστόλων, των Τοπικών Συνόδων και Αγίων  Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι αξιοσέβαστες, εφαρμόζονται με ιδιαίτερη προσοχή από την Εκκλησία μας, πλην όμως εξεδόθησαν προ χιλίων  και  πλέον ετών, με διαφορετικές τότε συνθήκες, συνήθειες, ήθη και έθιμα και κρίνουν αυστηρότερα τον δεύτερο γάμο των Ιερέων και με βάση Αυτούς,  πιθανόν θα υπάρξει ελαχίστη αντίδραση από ορισμένους στην εν λόγω Απόφαση.

Όμως, ουδείς Νόμος ή Νομολογία ή Θείοι  και Ιεροί Κανόνες της  Ορθοδοξίας μας απαγορεύουν την τροποποίηση, προσθήκη, βελτίωση, αναμόρφωση κ.ά. ακόμη και των Θείων και Ιερών Κανόνων προς όφελος ορισμένων μελών της Εκκλησίας και μάλιστα  των εκκλησιαστικών λειτουργών Αυτής.

Επειδή όλες οι Καταστατικές Διατάξεις των Κρατών (Μνημόνια,  Καταστατικοί Χάρτες των Εκκλησιών, Καταστατικός Χάρτης Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, καθώς και  τα Συντάγματα όλων των Κρατών, οι νόμοι, τα Προεδρικά Διατάγματα, οι Κανονισμοί, ακόμη τα ήθη και τα έθιμα όλων των  Κρατών κ.ά.) επιδέχονται κατά καιρούς τροποποιήσεις, προσθήκες και βελτιώσεις αναλόγως των συνθηκών και των εποχών και προς το συμφέρον των ατόμων ή μελών των Κρατών διά των  νομίμων  Διοικητικών ή Αποφασιστικών τους  Οργάνων.

Γεννάται, μετά από  αυτά, το ερώτημα: Γιατί να μην μπορέσουν σήμερα και οι  Ύψιστοι Λειτουργοί της Ορθοδοξίας μας, νομότυπα, διά αποφάσεως δηλαδή  της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να τροποποιήσουν  και να βελτιώσουν τα αναφερόμενα στους Θείους και Ιερούς Κανόνες και με τη δέουσα  διαδικασία,  εφόσον εξυπηρετούνται  διάφοροι λειτουργοί της Εκκλησίας μας και με τον τρόπο αυτό λύνεται ένα σοβαρότατο   πρόβλημα της Ορθοδοξίας   με ανυπολόγιστα θετικά υπέρ της Εκκλησίας, που αυτός είναι βασικός σκοπός και  ορθή  πορεία της  Διοικήσεως της Εκκλησίας μας;

Γιατί, εφόσον για όλους μας και  εννοώ τους λαϊκούς, οι εποχές έχουν ριζικά αλλάξει, γιατί να μην  αλλάξουν και για τους έγγαμους ιερείς και  με προϋποθέσεις, που η Εκκλησία επέτρεψε να είναι έγγαμοι και που διεκδικούν και αυτοί επί αρκετά  χρόνια – αιώνες- το δικαίωμα  να ξαναφιάξουν τη ζωή τους, ύστερα από ένα ανεπιθύμητο διαζύγιο, ήτοι της  απομάκρυνσης  της πρεσβυτέρας ή και του  θανάτου αυτής, ακόμη και σε νεαρά ηλικία, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε ακατανόμαστες φυσιολογικές ενέργειες, σκέψεις και πράξεις, που βλάπτουν αφάνταστα  την Ορθοδοξία;

Ο Γεώργιος Αποστολάκης είνια επίτιμος Γραμματέας Εκκλησίας Κρήτης και Συγγραφέας Εκκλησιαστικού Δικαίου