Το γιορτινό κλίμα των ημερών περιλαμβάνει πολλές ευχές, «ζαχαρωτές» χαρές και «καραμελωμένες» ελπίδες, που συμπεριλαμβάνονται στο «καλάθι του νοικοκυριού» και διατίθενται σε όλα τα σημεία πώλησης προσδοκιών, σε μεγάλη οικογενειακή συσκευασία.
Τα χρωματιστά λαμπιόνια του «δέντρου» της δημόσιας σφαίρας, φωτίζουν φέτος άλλο ένα σύγχρονο «ελληνικό θαύμα», τη στιγμή που στην ιδιωτική σφαίρα πολλοί συνάνθρωποί μας ζορίζονται αυτές τις μέρες να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες οικονομικές ανάγκες των εορτών, μέσα σε μια ακρίβεια που «δαγκώνει». Αναγκάζονται να περιορίζουν τα έξοδά τους σε παιχνίδια, δώρα, ακόμα και σε κουραμπιέδες και μελομακάρονα, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια «καβάτζα», για τα πολύχρωμα τιμολόγια του ρεύματος που θα έρθουν σαν τους καλικάτζαρους, αμέσως μόλις σβήσουν τα χρωματιστά λαμπιόνια των εορτών.
Η χώρα μας ζει μια σειρά από παράλληλες πραγματικότητες, κατακτώντας καθημερινά νέα επίπεδα σουρεαλισμού. Την περασμένη εβδομάδα απολαύσαμε τις διθυραμβικές δηλώσεις του πρωθυπουργού, στην προσπάθειά του να περιγράψει, από τη Βουλή μέχρι και την εργατούπολη του Περάματος, την καταπληκτική χώρα στην οποία κυβερνά.
Κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού, ο κ. Μητσοτάκης, αφού πρώτα θριαμβολόγησε που το κόμμα του έσπασε κάθε εκλογικό ρεκόρ (Θα πρέπει να ευγνωμονεί γι αυτό τον Κατρούγκαλο και τα «ορφανά» του…), εξέφρασε στη συνέχεια την μεγάλη τιμή που νιώθει, όταν σημαντικά ξένα έντυπα, όπως ο «Economist», κατατάσσουν την Ελλάδα στην πρώτη θέση απ’ όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, για τις άριστες οικονομικές της επιδόσεις.
Η οικονομία βεβαίως, ως αόριστη έννοια, αντανακλά το αίσθημα της ευφορίας ή της δυσφορίας των πολιτών, στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στις ανάγκες της καθημερινότητας. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι συνήθως μετράνε σκληρούς οικονομικούς δείκτες, που σπανίως λαμβάνουν υπόψη τους το «πώς νιώθουν οι άνθρωποι». Εξάλλου, είναι γνωστό ότι, «όταν οι αριθμοί ευημερούν, δυστυχούν οι άνθρωποι».
Ακούγοντας πρόσφατα τον Έλληνα πρωθυπουργό στη Βουλή να μιλά με μειλίχιο ύφος, για τον προϋπολογισμό και την κατάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας, είχες την αίσθηση ότι άκουγες μια όμορφη χριστουγεννιάτικη ιστορία με ξωτικά με φαντάσματα και με μαγικές εικόνες, βγαλμένες μέσα από μια χώρα στην οποία όλοι θα θέλανε να κατοικούνε. Για χριστουγεννιάτικο παραμύθι ήταν πράγματι πολύ καλό. Η πραγματικότητα όμως δεν είναι καθόλου έτσι, κι αυτό το επιβεβαιώνουν, όχι μόνο η σκληρή καθημερινότητα, αλλά και μια σειρά από άλλους δείκτες, που η κυβέρνηση όμως επιμελώς αποσιωπά για ευνόητους λόγους.
Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, μπορεί μεν να βλέπουν το «ελληνικό οικονομικό θαύμα» σε σκληρούς «ξωτικούς» οικονομικούς δείκτες που διαμορφώνονται μέσα από τους τραπεζικούς στόχους και τις επενδυτικές αξιώσεις της ελεύθερης αγοράς, αλλά την ίδια στιγμή η Ελλάδα σε όλους ανεξαιρέτως τους δείκτες φτώχειας και υλικής στέρησης, είτε έχει την πρωτιά, είτε βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα.
Θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε έναν λιγότερο τεχνοκρατικό και περισσότερο ανθρώπινο δείκτη, τον «δείκτη ευτυχίας». Πρόκειται για έναν στατιστικό δείκτη που «μετράει» πόσο ευτυχισμένοι νιώθουν οι άνθρωποι μιας χώρας.
Η ευτυχία, βεβαίως δεν αντικειμενικοποιείται, δεν ποσοτικοποιείται, ούτε και υπολογίζεται με μετρήσεις. Αποτελεί εξ ορισμού ένα προσωπικά βιωμένο συναίσθημα, το οποίο ωστόσο μπορεί να εκφράζεται με την ελευθερία, την υγεία, την ασφάλεια, το κράτος πρόνοιας και τις υποδομές μιας χώρας, στοιχεία τα οποία συνδέονται με το «κοινό καλό», και με κάποιον επιστημονικό τρόπο, μπορούν αυτά να καταγραφούν και να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 58η θέση στον νέο «Παγκόσμιο Δείκτη Ευτυχίας 2023», που αξιολογεί τις χώρες για την περίοδο 2020-2022. Την προηγούμενη περίοδο (2019-2021), η Ελλάδα ήταν και πάλι στην ίδια θέση. Χώρες όπως η Μαλαισία, το Ουζμπεκιστάν, η Ουγγαρία, το Ελ Σαλβαδόρ, η Βραζιλία, θεωρούνται πιο ευτυχισμένα έθνη από την Ελλάδα. Σε πανευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα και με βάση τον «δείκτη ευτυχίας», οι Έλληνες βρεθήκαμε στην τρίτη θέση – από το τέλος – μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., δηλαδή στην 25η θέση, ξεπερνώντας μόνο την Γερμανία και την Βουλγαρία, ενώ η Κύπρος κατέχει την 15η θέση. Η Αυστρία, η Πολωνία και η Ρουμανία είναι τα τρία πιο ευτυχισμένα έθνη της Ε.Ε.
Αξίζει όμως να δούμε και μια άλλη πανελλαδική έρευνα της «Metron Analysis», που διεξήχθη πρόσφατα στη χώρα μας σε τυχαίο δείγμα 1.202 νοικοκυριών, ανδρών και γυναικών άνω των 17 ετών και αφορά όλη την επικράτεια. Οι επιστήμονες αποκωδικοποίησαν, στάσεις και αντιλήψεις, νοοτροπίες και πραγματικότητες, οι οποίες κρύβονται επιμελώς πίσω από τα ψυχρά στατιστικά οικονομικά στοιχεία, τα οποία όμως αρέσκονται συνήθως οι πολιτικοί να μας τα παρουσιάζουν. Η έρευνα αυτή αναδεικνύει ένα πλήθος στοιχείων που μπορούν να «φωτίσουν» πολλές σκοτεινές πλευρές της ζωής μας.
Τα κύρια ευρήματα αυτής της έρευνας συνοψίζουμε παρακάτω:
Οι μόνοι παράγοντες που δεν επηρεάζουν σημαντικά τον «δείκτη ευτυχίας» είναι η περιοχή κατοικίας των ερωτώμενων και το πλήθος των μελών των νοικοκυριών τους.
Σε σχέση με το φύλλο, οι άνδρες κατέγραψαν υψηλότερες τιμές στον «δείκτη ευτυχίας» από τις γυναίκες. Ο «δείκτης ευτυχίας» είναι ανάλογος του εκπαιδευτικού επιπέδου μόρφωσης των ερωτώμενων, ενώ όσοι κατοικούν σε ιδιόκτητη κατοικία, δηλώνουν περισσότερο ευτυχισμένοι από τους υπόλοιπους.
Τα νοικοκυριά με υψηλότερο εισόδημα επιτυγχάνουν υψηλότερες τιμές στον «δείκτη ευτυχίας», από τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα. Δηλαδή, ο «δείκτης ευτυχίας» είναι ευθέως ανάλογος με το ύψος του εισοδήματος. Ειδικότερα, η άνοδος του «δείκτη ευτυχίας», γίνεται στατιστικά σημαντική, μετά την κατά δήλωση ένταξη στο τρίτο επίπεδο της κλίμακας του μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή από 1.000 ευρώ και άνω.
Οι πιο χαρούμενοι Έλληνες, κατά την έρευνα αυτή, είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών και των αυτοαπασχολούμενων, ενώ μισθωτοί και άνεργοι δεν εμφανίζονται να έχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές ευτυχίας, συγκριτικά με τον μη ενεργό πληθυσμό, αν και θα περίμενε κανείς, οι άνεργοι να έχουν τον χαμηλότερο «δείκτη ευτυχίας». Αυτή η καταγραφή επιβεβαιώνει για ακόμα μία φορά, το πόσο άθλιοι είναι οι μισθοί μας, που εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να βρίσκονται στα τάρταρα…Η πολυδιάστατη έννοια της ευτυχίας, ως αντικείμενο μελέτης πολλών και διαφορετικών επιστημονικών κλάδων, οδηγεί στην αδυναμία υιοθέτησης ενός κοινού ορισμού. «Η ευτυχία», κατά τον Αριστοτέλη, «είναι η μέγιστη φιλοδοξία όλων των ανθρώπων». Ο Αντρέ Ζιντ πάλι έγραφε ότι, «ίσως να μην μπορούμε να ορίσουμε τελικά την ευτυχία, μπορούμε όμως να μιλήσουμε γι’ αυτό που την καταστρέφει και γι’ αυτό που την δημιουργεί».
Το αφήγημα της οικονομικής επιτυχίας, «χρυσωμένο» επικοινωνιακά από ένα συστημικό μιντιακό κατεστημένο, μπορεί μεν να εντυπωσιάζει τους αδαείς και τους μωρόπιστους, ωστόσο απέχει παρασάγγας από το να εξασφαλίζει την ευημερία και την πρόοδο στους πολίτες. Απέναντι σε μια οικονομίστικη αντίληψη για την πολιτική, η οποία αντιλαμβάνεται τη χώρα ως απρόσωπη οικονομική οντότητα, που απαξιώνει και περιθωριοποιεί τον άνθρωπο, οφείλουμε ως κοινωνία, αλλά και ως άτομα, να αντιτάξουμε την ανθρώπινη ευτυχία ως προτεραιότητα στις ζωές μας.
Το οφείλουμε αυτό, πρωτίστως στα παιδιά μας, και μετά στους εαυτούς μας, τώρα που φορτωνόμαστε έναν ακόμα χρόνο στις πλάτες μας, αν θέλουμε να μην «μπαγιατέψουν» οι «καραμελωμένες» ελπίδες μας, όταν θα σβήσουνε τα φώτα της γιορτής…
Χρόνια πολλά σε όλους!