Οι άνθρωποι είμαστε εγγενώς κοινωνικά όντα. Συνήθως πέφτουμε σε απόγνωση, απ’ την ανικανότητά μας να διαμορφώσουμε και να διατηρήσουμε σταθερές και ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις.
Στη διάρκεια της ζωής, το διαπροσωπικό μας περιβάλλον –σύντροφοι, φίλοι, δάσκαλοι και οικογένεια- έχει τεράστια επίδραση στο πώς εξελισσόμαστε ως πρόσωπα. Η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό απ’ την αξιολόγηση που βλέπουμε ν’ αντανακλά για το άτομό μας στα μάτια σημαντικών προσώπων της ζωής μας.
Στη γειτονιά που μένω, υπάρχει ένα δημοτικό σχολείο που φιλοξενεί πολλά μικρά παιδιά διαφόρων εθνικοτήτων, παιδιά μεταναστών. Σ’ αυτή τη γειτονιά μαζί με τους γηγενείς παλιούς κατοίκους, ζουν και πολλοί Αλβανικής καταγωγής με τις πολυμελείς οικογένειές τους. Σε μια απ’ αυτές, ζει κι ο μικρός Αμπντούν. Κάθε μέρα κρέμεται απ’ τα χείλη του δασκάλου του.
Ο πατέρας του ήταν απ’ τους πρώτους που διέθεσε το μεροκάματό του για έχει ο Αμπντούν φορητό υπολογιστή, και να παρακολουθεί τα διαδικτυακά μαθήματα, τον καιρό που το σχολείο είναι κλειστό λόγω έκτακτων μέτρων. Ο δάσκαλος που κρατά ισορροπίες δύσκολες, σ’ ένα περιβάλλον μισαλλοδοξίας και ρατσισμού, όπου κι ένα μικρό παιδί αν διαβάσει έστω μια αγγελία εφημερίδας θα διαπιστώσει (αποκλείονται σκυλιά και αλλοδαποί), τους γαλουχεί καθημερινά με τα πιστεύω: τροφή για όλους, στέγη για όλους, παιδεία για όλους, υγεία για όλους. Είναι ένας μικρός Θεός για τον Αμπντούν.
Μένει όμως πολλές φορές παραπονεμένος απ’ αυτόν. Θέλει και απαιτεί όλη του την προσοχή και τη φροντίδα. Δεν μπορεί να καταλάβει ότι ο δάσκαλος έχει πολλούς μαθητές, οι μαθητές όμως έναν δάσκαλο, και ότι είναι φυσικό οι μαθητές να σκέφτονται πολύ περισσότερο το δάσκαλό τους, απ’ ότι εκείνος αυτούς.
Ένα είναι σίγουρο ότι ο Αμπντούν θα θυμάται σ’ όλη του τη ζωή με ευλάβεια το δάσκαλό του, και ίσως θελήσει κι αυτός να γίνει δάσκαλος.