Το 56,1% των Ελλήνων πιστεύει στα θαύματα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης της «Διανέοσις» που εκπονήθηκε στα τέλη του 2019.
Μια δεύτερη στατιστική έρευνα που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της έξαρσης της COVID-19, από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με αντικείμενο την επίδραση της πανδημίας στην ψυχοσύνθεση των Ελλήνων και που αφορά πληθυσμό με μορφωτικό επίπεδο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ποσοστό εκείνων που πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας ανέρχεται στο 30%, ενώ το ποσοστό των πολιτών που θεωρούν ότι ίσως μπορούν να πιστέψουν σε θεωρίες συνομωσίας, ανεβαίνει στο 50%.
Μια τρίτη δημοσκόπηση που δημοσίευσε «Το Βήμα της Κυριακής» και που αφορά στην πρόθεση ψήφου των Ελλήνων, αν γίνονταν τώρα εκλογές, παρουσιάζει το 37,7% του εκλογικού σώματος να δείχνει σήμερα την προτίμησή του στο κυβερνών κόμμα, ενώ δηλώνει ότι θα μπορούσε να το ψηφίσει, το 58% των ερωτηθέντων.
Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος, αλλά υποθέτω πως οι τρεις αυτές δημοσκοπικές έρευνες, συνδυαζόμενες μεταξύ τους, θα μπορούσαν ίσως να αποτελέσουν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον αντικείμενο μελέτης για τους ειδικούς που μελετούν την κοινωνική ψυχολογία, αλλά κυρίως την πολιτική συμπεριφορά των Ελλήνων, αν και δεν νομίζω πως θα το κάνουν!
Πέρασε κιόλας ένας χρόνος από τότε που ανέλαβε τα ινία της εξουσίας στη χώρα μας η κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Είναι «ο χρόνος του… μέλιτος»! Τόσο διαρκεί συνήθως το «μέλι», με όρους πολιτικής συμβίωσης, όσο δηλαδή διαρκεί και η ανοχή της κοινωνίας. Αυτό συμβαίνει με όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις στην Ελλάδα.
Ο λαός στην αρχή «πέφτει με τα μούτρα», δοξάζοντας την επιλογή του, και στο τέλος «τρώει τα μούτρα του»! Δεν του γίνεται όμως μάθημα! Λειτουργεί κι εκείνος συναισθηματικά, όπως ένας ερωτευμένος. Θέλει να ζήσει το «μύθο» πάση θυσία! Θέλει να βιώσει την ένταση, την αδρεναλίνη, την έξαψη, τη μέθη, την υπέρβαση, την απογοήτευση, την ταπείνωση.
Επιχειρώντας να κάνω μια προσπάθεια κριτικής αποτίμησης της διαδρομής αυτής της κυβέρνησης, σε βασικούς τομείς, κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της, αλλά και τολμώντας να προβλέψω τις δυσκολίες που θα βρει ενδεχομένως μπροστά της στο μέλλον, παραθέτω μια καθαρά προσωπική μου άποψη:
Νομίζω ότι η καλύτερη στιγμή της νέας κυβέρνησης, όπως έχω ξαναγράψει, ήταν η διαχείριση της περιφανούς νίκης που της έδωσε απλόχερα το εκλογικό σώμα, ακριβώς πριν από ένα χρόνο, την 7η Ιουλίου του 2019.
Η απουσία της έπαρσης του νικητή, η ταπεινότητα και ο πολιτικός πολιτισμός που επικράτησε τη δύσκολη ώρα της μεταβίβασης της πολυπόθητης εξουσίας, κατέδειξε ένα νέο κυβερνητικό σχήμα, που όχι μόνο δε φάνηκε να εκπλήσσεται από το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά αντίθετα αντιμετώπισε το γεγονός σαν κάτι το αναμενόμενο από καιρό.
Οι πρώτοι οκτώ μήνες της νέας διακυβέρνησης κύλισαν σε φυσιολογικούς ρυθμούς.
Η εμπιστοσύνη και ο ενθουσιασμός που έδειξε η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ, απέναντι στο πιο προσωποπαγές κυβερνητικό σχήμα της Μεταπολίτευσης, που ταυτίζεται με το πρόσωπο του προέδρου του, μεταδόθηκε όπως ήταν φυσικό και στην κοινωνία. Βλέπετε, η αισιοδοξία, όπως και η απαισιοδοξία των ΜΜΕ, αποτελούν ισχυρά συναισθήματα «μεταδοτικά» στην κοινωνία. Αυτά τα «μέσα», έχουν μία μοναδική ικανότητα να εξευμενίζουν το κακό, με την ίδια ευκολία με την οποία αποδομούν το καλό…
Κατά τους πρώτους αυτούς μήνες η κυβέρνηση πόνταρε στην ανάπτυξη της οικονομίας και ενέταξε το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό ζήτημα, ως θέμα σχέσεων της χώρας μας με την Τουρκία, αλλά και σχέσεων της ΕΕ με την γείτονα χώρα.
Κάποιες «παραφωνίες» που προκλήθηκαν από τον υπερβολικό ζήλο της εφαρμογής του δόγματος «Νόμος και τάξη» που υιοθέτησε η νέα κυβέρνηση, από τα πρώτα της κιόλας βήματα, στην περιοχή των Εξαρχείων, αλλά και στον υπό διερεύνηση χώρο για τη δημιουργία κέντρου υποδοχής προσφύγων στη Μυτιλήνη, απομονώθηκαν επιμελώς και υποβαθμίστηκαν επικοινωνιακά, ούτως ώστε να μη σταθούν τελικά ικανά να προσδώσουν αρνητικό πρόσημο στο κυβερνητικό έργο. Ποιος θυμάται σήμερα το «Διαβολόρεμα»;
Όλα πήγαιναν λοιπόν «δεξιά», μέχρι τη στιγμή που «έσκασε» η υγειονομική «βόμβα» της πανδημίας. Όλα τότε ανατράπηκαν βίαια. Η οικονομία «πάγωσε» μαζί με τους δείκτες της και πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Ακυρώθηκε κάθε σχεδιασμός ανάπτυξης. Το ενδιαφέρον τότε στράφηκε στον υπ’ αριθμόν ένα κρίσιμο παράγοντα επιβίωσης της κοινωνίας, το Δημόσιο Σύστημα Υγείας.
Τραγική ειρωνεία: Αυτό το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, που περιφρονούσε, υποτιμούσε και λοιδορούσε με κάθε ευκαιρία η νεοφιλελεύθερη παράταξη, μέσα από τα προγράμματά της, ακόμα και όταν ήρθε στην εξουσία δίνοντας χώρο στην ιδιωτική πρωτοβουλία, σήκωσε τότε ολόκληρο το βάρος της υγειονομικής κρίσης στη χώρα μας και έβγαλε ασπροπρόσωπους τους πρώην επικριτές του και νυν κυβερνώντες!
Η αντίδραση της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση αυτής της πρωτόγνωρης κρίσης ήταν αρκετά γρήγορη. Εμπιστεύθηκε τους ειδικούς και αποφάσισε να «κλειδώσει» τη χώρα, προκειμένου να προστατεύσει τις ζωές των πολιτών. Λίγους μήνες αργότερα, τα ίδια τα επιδημιολογικά αποτελέσματα επιβεβαίωναν την ορθότητα αυτής της απόφασης.
Πολλοί βέβαια είναι εκείνοι που ισχυρίζονται σήμερα ότι η πανδημία «έκατσε» καλά στον Μητσοτάκη και ότι οποιοσδήποτε κι αν ήταν στη θέση του και επέλεγε να «κλειδώσει» τότε τα πάντα, θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Εκείνος πάντως πήρε τότε την απόφαση και όχι κάποιος άλλος και γι αυτό και πιστώνεται τώρα στον ίδιο και η επιτυχία της.
Ο κορονοϊός ήρθε ακριβώς πάνω στη στιγμή όπου οι εξουθενωμένοι πολίτες, εργαζόμενοι, επιχειρηματίες, συνταξιούχοι, μετά από μια δεκαετή δοκιμασία λιτότητας, είχαν λόγους να αισιοδοξούν για καλύτερες μέρες.
Τώρα, από τα δύσκολα της πανδημίας περνάμε στα δυσκολότερα της οικονομίας. Τα 20 εκατομμύρια ευρώ που έδωσε η κυβέρνηση στα διάφορα ΜΜΕ για να επικοινωνήσουν τις καμπάνιες «Μένουμε Σπίτι» και «Μένουμε Ασφαλείς», χρήματα «ζεστά» από την «προίκα» της κυβέρνησης του ΖΥΡΙΖΑ που τα φύλαγε κάτω από το «μαξιλάρι» της, δεν υπάρχουν πια στα ταμειακά της διαθέσιμα.
Τώρα έρχεται η σειρά των 32 δισ. ευρώ που αναμένει να πάρει η Ελλάδα από το «πακέτο κορονοϊός» της ΕΕ, και αυτά δεν θα πρέπει να σπαταληθούν απερίσκεπτα με κανένα τρόπο, ούτε να πεταχτούν σε επιδοτήσεις. Αυτά τα χρήματα πρέπει να γίνουν θέσεις εργασίας, να βρουν δουλειές οι άνθρωποι και να δοθούν σε τομείς της οικονομίας που θα επενδύσουν στο μέλλον της χώρας.
Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, που παράγει ελάχιστα και βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού, ποντάροντας τα πάντα στις υπηρεσίες και στον τουρισμό(που φέτος αναμένεται να καταποντιστεί), ο χειμώνας που έρχεται φαντάζει πολύ δύσκολος.
Θα πρέπει τώρα ο πρωθυπουργός, να αφήσει πίσω του τις αμαρτωλές παραδόσεις του κόμματός του, να σεβαστεί τα εργασιακά δικαιώματα, χωρίς να περιορίζει με αυταρχικά νομοσχέδια τις κοινωνικές ελευθερίες διεκδίκησης των πολιτών.
Ο «χρόνος του μέλιτος» για την κυβέρνηση αποτελεί πλέον παρελθόν και εισέρχεται πια στο επόμενο στάδιο «συμβίωσης» με τα προβλήματα που την περιμένουν.
Όπως ακριβώς περιμένει η πραγματικότητα τα νέα ζευγάρια να επιστρέψουν από το μήνα του μέλιτος. Η γκρίνια, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα, αναμένεται τώρα να συνθέσουν τις γκρίζες αποχρώσεις του φθινοπώρου…
https://moschonas.wordpress.com