Η λέξη αποχωρισμός είναι μια από της πλέον συγκινησιακές λέξεις της γλώσσας μας, γιατί, στην πραγματοποίησή του, δημιουργούνται αρκετά συγκινησιακά συναισθήματα τα οποία, πολλές φορές, αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια στην μετέπειτα ζωή μας.
Δεν είναι πρόθεσή μου, στην παρούσα γραφή, να εμπλακώ σε θέματα τα οποία άπτονται επιστήμης άλλων καταξιωμένων επιστημόνων, όσον αφορά την επιστημονική προσέγγιση και ερμηνεία της λέξης.
Η πρόθεσή μου είναι να εισβάλλω στην ψυχή του/της 12χρονου/νης μαθητή /τριας και να γίνω κοινωνός σε μερικά από τα συγκινησιακά συναισθήματα, που νιώθει ένα 12χρονο παιδί, το οποίον είναι υποχρεωμένο να αποχαιρετήσει και να αποχωριστεί, δια παντός, το δημοτικό σχολείο, στο οποίον έζησε τις πιο γλυκές παιδικές του στιγμές, γιατί τελείωσε η πρωτοβάθμια εκπαίδευσή του και ξέρει πολύ καλά ότι, η εκεί ζωή του, ανήκει πλέον στο παρελθόν.
Λέγεται και γράφεται ότι όταν τελειώνει κάτι στη ζωή μας, κλείνει ένας κύκλος και τον αφήνουμε πίσω μας, στη λησμονιά του παρελθόντος. Μπορεί κάποιες φορές να συμβαίνει αυτό.
¨Όταν όμως αποχωρίζεσαι υποχρεωτικά ένα χώρο, που δούλεψες, επί σειρά ετών, απόκτησες φίλους, έπαιξες τα παιδικά σου παιχνίδια, δημιούργησες τα παιδικά σου όνειρα με πρότυπα, ίσως τους δασκάλους ή τους γονείς σου, γέλασες, έκλαψες, έδειρες, σε έδειραν, έπεσες μα σηκώθηκες, σε πρόσβαλλαν, αλλά και εσύ δεν πήγες πίσω, και τόσα άλλα, που είχες εκεί ζήσει, δεν είναι εύκολο να τα πετάξεις στο καλάθι της λησμονιάς. Πολύ περισσότερο ένα παιδί, που δεν ξεχνά ποτέ!
Ένα παιδί, που ίσως αύριο να μην τα θυμάται όλα αυτά, αλλά ποτέ δεν τα πέταξε στο καλάθι των άχρηστων και της λησμονιάς! Τουναντίον τα τοποθέτησε στον υποθάλαμο του εγκεφάλου, που λέγεται: «ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ».
Και όταν έρθει εκείνος ο χρόνος της, περί του συγκεκριμένου στοιχείου, συζήτησης, ξετυλίγεται σιγά –σιγά, με συγκινησιακή φόρτιση, το κουβάρι των παιδικών σχολικών αναμνήσεων.
Όταν δε κάποτε ξανασυναντηθούν οι συμμαθητές των ξέγνοιαστων εκείνων παιδικών χρόνων, αρχίζει μια ατέλειωτη συγκινησιακή, όσο και αγαπημένη συζήτηση, διαφόρων γεγονότων, διαβολών, πειραγμάτων, γελοίων όσο και σοβαρών καταστάσεων της ζωής της εποχής εκείνης, των περασμένων πλέον παιδικών αναμνήσεων.
Και τότε κάνει την εμφάνισή της η παιδική αθώα ψυχή και αρχίζει να ξεδιπλώνει το κουβάρι των παιδικών χρόνων, με τόσο παραστατικό τρόπο, ώστε όση σκληράδα και αν απέκτησε στο διάβα της ζωής, λυγά η καρδιά και τα μάτια αρχίζουν να τρέχουν στο άκουσμα των διαφόρων διηγήσεων, με το να λέει ο ένας και να συμπληρώνει ή να επαναλαμβάνει ο άλλος…»
-Θυμάσαι όταν ήμαστε πρωτάκια και κλαίγαμε γιατί ήμαστε μακριά από το φουστάνι της μάνας μας;
-Θυμάσαι πόσο εύκολα συνηθίσαμε, γιατί η γλυκομίλητη, αείμνηστη πλέον, δασκάλα, μας αγκάλιασε τόσο, όσο και η μάνα μας;
-Θυμασαι… θυμάσαι… θυμάσαι… και δεν σταματά να επαναλαμβάνεται αυτό το ρήμα!
Τώρα, ένας καινούριος δρόμος, οδηγεί σε μια νέα σχολική ζωή.
Και ο νους τρέχει στα περασμένα και θα λυγά η καρδιά…
Όταν θα περνά απ’ έξω από το σχολειό του, αλλά δεν θα μπαίνει σε εκείνη την τάξη, που μαζί με τους συμμαθητές του, κάποιες στιγμές της ζωής τους, ήταν εκεί μέσα και άκουγαν και πρόσεχαν τα λόγια του δασκάλου ή της δασκάλας ή πείραζε ο ένας τον άλλο.
Δεν θα ξανα-ηχήσει πια στα παιδικά του αυτάκια το σχολικό κουδούνι για να τον/την καλέσει να παραταχτεί, να στοιχηθεί για να ακουστεί εκείνη η υπέροχη μελωδική παιδική φωνή να απαγγέλλει την πρωινή προσευχή!
Δεν θα ξανακούσει τη φωνή του δ/ντή του σχολείου να προτρέπει και να δίδει διάφορες συμβουλές και δεν θα ξανα-ψωνίσει από εκείνο το κυλικείο, που ήταν η καλοκάγαθη κ. Μαρία, με τα φρέσκα σάντουιτς, τοστ, αναψυκτικά κλπ.
Δεν θα ξαναπαίξει σε εκείνη την αυλή, που κάποτε έτρεχε μαζί με τόσους άλλους μαθητές του σχολείου και αρκετές φορές την είχε «προσκυνήσει» πέφτοντας γιατί ο Νικόλας έβαλε… «καλαπόδι»!
Δεν θα λάβει μέρος σε διάφορα θεατρικά δρώμενα μιας σχολικής γιορτής και το πιο συγκινητικό, ότι αποχωρίστηκε εκείνη την ξέγνοιαστη, άδολη και αγαπημένη παιδική παρέα!
Πόσο άξιζε αλήθεια αυτή η παρέα και πόσες εικόνες έχουν ζωγραφιστεί μέσα στην παιδική ψυχή του, που ίσως ποτέ να μην φανερώσει! Πάμπολλα τα συναισθήματα, που, η αλήθεια είναι ότι, δεν μπορούν να περιγραφούν με λόγια.
Μονάχα όταν ο καθένας μας προσπαθήσει να μπει μέσα στην παιδική ψυχή!
Είναι εύκολο; Ναι! Γύρισε, για μια στιγμή, κι εσύ, τους δείκτες του ρολογιού πίσω και ίδιες παιδικές αναμνήσεις ίσως να ξαναζήσεις!
Έτσι ένας κύκλος έκλεισε και έφτασε, περιφερικά, στο τέλος του, που διήρκεσε έξι (6) χρόνια και τώρα έφτασε η ώρα του αποχαιρετισμού και του αποχωρισμού, γιατί η γραφίδα του χρόνου ολοκλήρωσε την κυκλική της πορεία.
Πρέπει δε να ανοίξει έναν άλλο κύκλο και να αρχίσει να σχηματίζει την νέα περιφέρειά του, η οποία ασφαλώς και θα διαγράφεται από χέρι με πιο λεπτούς και σοβαρούς χειρισμούς, γιατί η περιφέρεια του κύκλου αυτού χρειάζεται περισσότερη προσοχή, υπευθυνότητα και προσήλωση στη γραφίδα του χρόνου.
Σε όλα τα παιδιά: Μαριλένα, Ιωάννη, Νικόλα, Νάγια, Γιώτα, Άννυ, Έλλη, Αθηνά, Χριστίνα, Μίνω, Μαριάννα, Γιώργο, Θεοχάρη, Ηλιάνα , Εβελίνα, Μαρία, Λούκα και τόσα άλλα, που αρχίζουν ένα νέο ταξίδι, με το πλοίο της ελπίδας και με πληθώρα συναισθημάτων, πρέπει όλοι οι γονείς και συγγενείς να είναι συνταξιδιώτες, να ονειρεύονται μαζί, να μοιράζονται χαρές και λύπες, που θα δημιουργηθούν στη διάρκεια του ταξιδιού αυτού και έτσι όλοι μαζί με χαρά να φτάσουν, με ήρεμα νερά, στον τελικό προορισμό, με περίσσιο Ήλιο και πλέρια ΓΑΛΗΝΗ και τότε οι γονείς, όλοι μαζί να ομολογούν…
Ήλιος εσύ, μα εγώ κερί,
παντοτινά κοντά σου…
και ας με λιώνεις Ήλιε μου,
Εσύ με τη φωτιά σου!