Μία ιστορική εκκλησία του 15ου αιώνα. Στην αρχή οικογενειακή και αργότερα τριμάρτυτη, η οποία είδε τόσες και τόσες σκληρές εικόνες, όπως πολιορκίες, σφαγές, βάρβαρες κατοχές στο δοκιμαζόμενο Κάστρο. Και εκείνη αμετακίνητη και ακλόνητη με τον χρόνο να αφήνει πάνω της τα σημάδια του.

Οι κατακτητές την σεβάστηκαν γιατί είχε προνόμια κατοχυρωμένα με σουλτανικό φιρμάνι. Αυτή η μικρή εκκλησία του Αγίου Ματθαίου δεν είχε μόνο το δικαίωμα να λειτουργεί στα δύσκολα χρόνια της μαύρης σκλαβιάς, αλλά και να παρέχει άσυλο στους χριστιανούς που διώκονταν και κινδύνευαν.

Και μέσα σ’ αυτή την εκκλησία κάτω από το υποβλητικό φως της κανδήλας, εκεί δίπλα στις παρήγορες μορφές των αγίων, στην μυστικοπάθεια του περιβάλλοντος, εύρισκαν ασφάλεια και παρηγοριά. Όλα αυτά τα παρείχε απλόχερα η χριστιανική πίστη στα χρόνια της δουλείας. Αυτός ο ιερός χώρος είδε τη μεγάλη σφαγή του 1898 και ποτίσθηκε από το άγιο αίμα των σφαγιασθέντων μαρτύρων.

Σ’ αυτό το χώρο πολλοί από τους μάρτυρες βρήκαν γαλήνιο ύπνο. Πέρασαν ωστόσο πολλά χρόνια. Ο Άγιος Ματθαίος σταθερός, στον ίδιο χώρο, μόνιμο σύμβολο εγκαρτέρησης και ελπίδας. Μετά ήρθε η λευτεριά, ενώθηκε η Κρήτη με την υπόλοιπη Ελλάδα. Πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν ότι όλα πλέον τελείωσαν αλλά όπως φαίνεται βγήκαν γελασμένοι.

Μάιος του 1941. Ένας μοιραίος μήνας. Η χώρα μας έχει υποκύψει στη βία αλλά το νησί μας αντιστέκεται. Παρόλο που βομβαρδίζεται συνεχίζει να πολεμάει. Ο Άγιος Ματθαίος στο ύψος του και μαζί μ’ αυτόν μία μεγάλη μορφή που συνέδεσε το όνομά της. Ο Αρχιμανδρίτης Ιάκωβος Ευστρατιάδης. Άνθρωποι της γειτονιάς του Αγίου Ματθαίου αλλά και πολλοί Καστρινοί μιλούν με περίσιο σεβασμό στο πρόσωπό του, αλλά και στη μεγάλη του προσφορά.

Μέσα στη φρίκη του πολέμου ποτέ δεν έπαψε να λειτουργεί αλλά και να προσεύχεται. Δεν τον ενδιαφέρει η δική του σωτηρία, τον ενδιαφέρει μόνο ο Άγιος Ματθαίος, η αγαπημένη του εκκλησία. Όμως αυτή πέφτει θύμα του σκληρού κατακτητή, όταν ένα απόγευμα σωριάζεται σε ερείπια από μια βόμβα των Γερμανών.

Ένα  αμείλικτο χτύπημα όπως και τόσα άλλα. Ο οικονόμος Ιάκωβος παρ’ ότι αντιδρούσε και σίγουρα θα ήταν ένα από τα θύματα εκείνου του απογεύματος, είχε πεισθεί και ακολούθησε την οικογένεια  Θεοδωρίδου και διασώθηκε. Ευτυχώς για τον ίδιο αλλά και για όσους τον γνώριζαν! Ύστερα από λίγες ημέρες γυρίζει μόνος του και αντικρίζει την αγαπημένη του εκκλησία κατεστραμμένη, γκρεμισμένη. Σκύβει ευλαβικά πάνω από τα ιερά ερείπια, δακρύζει μα δεν κάμπτεται.

Πετάει το ράσο, φοράει τον καλογερικό του σκούφο και αρχίζει να σκάβει, να σκαλίζει τα χαλάσματα. Ιδρωμένος, κουρασμένος, σκονισμένος, νηστικός και διψασμένος. Λίγες σταγόνες κρασί από το νάμα είναι αρκετό να τον στελιώσει στα πόδια του. Έχει πολλή δουλειά να κάνει… σκαλίζει συνεχώς και θέλει να περισώσει εικόνες, ιερά λείψανα, κομμάτια του περίτεχνου τέμπλου.

Όλα αυτά μέχρι να βραδιάσει. Και τότε έσερνε τα κουρασμένα βήματά του στην Κνωσό εκεί έμενε. Το πρωί πάλι με δύναμη και κουράγιο ξαναγύριζε για να συνεχίσει το δύσκολο και κουραστικό έργο του. Ανεκτίμητης αξίας εικόνες και άλλα κειμήλια μεταφέρθηκαν και διασώθηκαν στην Σπηλαιώτισσα.

Πέρασαν κάμποσα χρόνια και η ζωή άρχιζε να βρίσκει τον ρυθμό της. Παράλληλα άρχιζε να επιδιορθώνεται πρόχειρα το κλίτος της Αγίας Παρασκευής, το οποίο είχε παραμείνει όρθιο. Εκεί λειτουργούσε όλο το διάστημα της σκλαβιάς ο σεβαστός πατέρας Ιάκωβος και εμψύχωνε όλους καθ’ όλο το διάστημα της σκλαβιάς και της αβεβαιότητας.

Πόσες φορές δεν εμψύχωνε τις μέρες του τρόμου τους πιστούς στηρίζοντας την ελπίδα και την πίστη τους στο Θεό. Πολλές φορές τον εξετόπισαν οι κατακτητές από την κατοικία του και Εκείνος το υπέμεινε καρτερικά. Άλλες φορές πάλι τον απειλούσαν ότι θα έφερναν τα συνεργεία για να γκρεμίσουν ό,τι υπήρχε.

Όμως με τον τρόπο του ο πατέρας Ιάκωβος τούς ματαίωνε τα σχέδιά τους. Σιγά-σιγά ήρθε η λευτεριά και ο οικονόμος Ιάκωβος έβαλε σκοπό να κτίσει ξανά την εκκλησία μέσα από τα ερείπιά της. Ερείπιο όμως ήταν και ο ίδιος, αλλά μέσα του είχε πίστη και ψυχή. Συχνά επαναλάμβανε “Να μου αξιώσει ο Θεός να κτίσω την εκκλησία κι ύστερα να τραβηχθώ στο Σινά και να πεθάνω ήσυχος”.

Πράγματι ο γέροντας Ιάκωβος αξιώθηκε να δει τον Άγιο Ματθαίο. Και όλοι οι γείτονες του Αγίου Ματθαίου αλλά και πλήθος Καστρινών πιστών έτρεξε με το κάλεσμα της καμπάνας στον ιερό αυτό χώρο όπου δέσποζε η σεβάσμια μορφή του Αρχιεπισκόπου Σιναίου κ. Πορφυρίου και φυσικά η ιερή μορφή του γέροντα Ιακώβου!

Εκεί, σ’ αυτό το αιώνιο σύμβολο της ελπίδας, στο αποκούμπι πολλών βασανισμένων και κατατρεγμένων, εκεί στον Ιερό Ναό του Αγίου Ματθαίου, τον αγαπημένο των Καστρινών! Είχα την τύχη να είμαι δίπλα του για μια δεκαετία περίπου όταν η Βικελαία Βιβλιοθήκη είχε μετακομίσει εκεί στους διπλανούς χώρους.

Η γειτονιά του Αγίου Ματθαίου, μια ξεχωριστή γειτονιά για τους Καστρινούς με πολλούς επώνυμους να την κοσμούν και να παίζουν σ’ αυτή από μικρά παιδιά. Η γειτονιά των Σερπετσιδάκηδων, του Μανόλη Καρέλλη, του Σταμάτη Γλύκα (διευθυντή της Ακαδημίας Ηρακλείου), του Μητροπολίτη Θεόδωρου Τζεδάκη, του καθηγητή του Πολυτεχνείου Αναστασάκη και τόσων άλλων παλιών Ηρακλειωτών που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν και ζητώ συγνώμη. Ένα αιώνιο σύμβολο του Μεγάλου Κάστρου ο Άγιος Ματθαίος και η γειτονιά του!