Σύμφωνα με τα λεξικά, σκάνδαλο είναι ένα γεγονός που αντίκειται ή αντιτίθεται στα γενικώς παραδεκτά και προκαλεί στο κοινωνικό σύνολο αγανάκτηση, αναστάτωση ή αντιδράσεις.

Η υπόθεση της NOVARTIS λοιπόν, είναι σίγουρα ένα σκάνδαλο και μάλιστα εξ ορισμού.

Την ίδια άποψη έχουν και περισσότεροι από το 70% των πολιτών, αν κρίνουμε από τις δημοσκοπήσεις και τις ψηφοφορίες που υπάρχουν στις διάφορες ιστοσελίδες.

Τι είδους σκάνδαλο όμως είναι αυτό;

Σύμφωνα με την κυβέρνηση, το σκάνδαλο αφορά σε σπατάλη 23 δισ. τα οποία πλήρωσε το Δημόσιο για φαρμακευτική δαπάνη των πολιτών, τα τελευταία χρόνια.

Ας το δούμε λοιπόν αναλυτικά:

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η φαρμακευτική δαπάνη από το 2000 μέχρι σήμερα απεικονίζεται στον πίνακα.

Ξεκίνησε δηλαδή από τα 1,278 δισ. το 2000, έφτασε τα 5,108 το 2009 και σήμερα  τρέχει με εκτίμηση στόχου τα 1,945 δισ. €.

Πάμε λοιπόν και σε κάποια ερωτήματα καθώς και σε συνακόλουθες απαντήσεις και συμπεράσματα:

Ποιος πλήρωνε αυτά τα λεφτά;

Το ελληνικό Δημόσιο μέσω των ασφαλιστικών ταμείων, τα οποία εξοφλούσαν  στα φαρμακεία της χώρας, τις συνταγές φαρμάκων των ασφαλισμένων τις οποίες  συνταγές, υπέγραφαν οι ιατροί.

Ποιοι εισέπρατταν αυτά τα λεφτά;

Μα προφανώς οι φαρμακοποιοί της χώρας.

Με τι  ωφέλεια;

Μέχρι και 35% επί της τιμής αγοράς του φαρμάκου από τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Ένα πρώτο συμπέρασμα λοιπόν  είναι ότι η σπατάλη των 23 δισ. πέρασε μέσα από μία ολόκληρη επαγγελματική τάξη στη χώρα μας, η οποία, μάλιστα, «ενθυλάκωσε» και ένα σημαντικό ποσοστό της.

Και ένα πρώτο ερώτημα (ρητορικό βεβαίως):

Δεν ήξεραν τίποτε  όλοι αυτοί οι επαγγελματίες υγείας για το διαχρονικό σκάνδαλο;

Προχωρούμε παρακάτω :

Ποιος συνταγογραφούσε τα φάρμακα;

Μα προφανώς οι γιατροί της χώρας, από τους αγροτικούς ιατρούς μέχρι τους πανεπιστημιακούς καθηγητές οι οποίοι είχαν δικαίωμα συνταγογράφησης.

Με τι αντίτιμο υπερσυνταγογραφούσαν;

Όπως ήδη γνωρίζουμε στις περισσότερες περιπτώσεις, με κίνητρο  τον χρηματισμό, τα δώρα, τα δωρεάν ταξίδια, την πληρωμή συμμετοχής σε συνέδρια κλπ, με όλα αυτά δηλαδή που αποκαλούνται, «πρακτικές προώθησης των φαρμάκων από τις φαρμακοβιομηχανίες».

Ένα δεύτερο συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι και μία άλλη επαγγελματική τάξη στη χώρα μας συνέβαλλαν και συμμετείχαν καίρια στη σπατάλη αυτή με αντίτιμο κάποιο κατά κανόνα αθέμιτο όφελος.

Και ένα δεύτερο ερώτημα (επίσης ρητορικό) είναι:

Δεν ήξεραν τίποτε ούτε και αυτοί οι επαγγελματίες υγείας για το διαχρονικό αυτό σκάνδαλο;

Ποιος έδινε τις μίζες και τα λοιπά «μπόνους» στους  συνταγογραφούντες ιατρούς;

Μα προφανώς η NOVARTIS και την πρακτική αυτή ακολουθούσαν ανεξαιρέτως, όλες οι φαρμακευτικές εταιρείες.

Ένα τρίτο συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες με αθέμιτες πρακτικές προωθούσαν τις πωλήσεις των.

Για αυτούς όμως δεν υπάρχει αντίστοιχο ερώτημα ούτε και συμπέρασμα, διότι το αδίκημα, είναι και σκαστό και αυταπόδεικτο.

– Ποιοι έκαναν χρήση των συνταγών για τα φάρμακα;

Μα προφανώς εμείς όλοι οι Έλληνες πολίτες, οι οποίοι στη συνέχεια και σε μεγάλο ποσοστό δεν τα χρησιμοποιούσαμε και τα… πετούσαμε πριν ή και μετά τη λήξη τους. Και να μην αναφερθώ και στην  προσφιλή πρακτική κάποιων από εμάς που… αφήναμε τα βιβλιάριά μας στα φαρμακεία για ανεξέλεγκτη συνταγογράφηση, προκειμένου ως αντάλλαγμα να παίρνουμε δωρεάν … οδοντόκρεμες, σαπούνια, καλλυντικά κλπ…

Ένα τέταρτο συμπέρασμα λοιπόν είναι το γεγονός ότι στο πάρτι αυτό της σπατάλης,  συμμετείχαμε όλοι ως κοινωνία και το γνωρίζαμε.

Η υπόθεση της NOVARTIS λοιπόν αφορά σε ένα διαχρονικό και πολυετές κύκλωμα διαφθοράς απίστευτης έκτασης και βάθους, στο οποίο, όπως φαίνεται, εμπλέκονται χιλιάδες «ευυπόληπτοι» γιατροί και άλλοι τόσοι φαρμακοποιοί από τον χώρο της Υγείας, αλλά και όλοι εμείς, αφού με την ανοχή μας και κάτω από τη… μύτη μας εξελισσόταν το πάρτι.

Ένα κύκλωμα διαφθοράς, στο οποίο σημαντικά συνέβαλλε  η θεσμική υστέρηση  των δημοσίων φορέων,  οι διαχρονικές στρεβλώσεις του κράτους, η πολιτική ανεπάρκεια των αρχόντων, η καταναλωτική και νοσοκεντρική κουλτούρα μας που αναπτύχθηκε σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες και κυρίως ο ωχαδερφισμός και η αδιαφορία μας για το κοινό συμφέρον.

Ένα κύκλωμα διαφθοράς στο οποίο, επαναλαμβάνω, συμμετείχαμε όλοι μας, άλλος λίγο άλλος πολύ είτε με συνενοχή είτε με ανοχή.

Και βέβαια, όπως είπε και ο πρωθυπουργός, το σκάνδαλο δεν προήλθε από παρθενογένεση.

Κάποιοι πολιτικοί το υπέθαλψαν με πράξεις ή με παραλείψεις.

Το σε ποιες περιόδους, ποιοι πολιτικοί και ποια κόμματα ευθύνονται τόσο για την έξαρση, αλλά και όσο για τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, προκύπτει ξεκάθαρα από τον πίνακα.

Το γιατί με τις ψήφους της πλειοψηφίας στη Βουλή παραπέμπονται και μάλιστα για ποινικές ευθύνες, πολιτικοί μόνον της περιόδου 2010- 2013 οι οποίοι όπως φαίνεται από τον πίνακα μείωσαν τη φαρμακευτική δαπάνη, είναι ένα ερώτημα που μένει να απαντηθεί.

Το ότι ο τζίρος της αμαρτωλής Νovartis στην Ελλάδα επί κυβέρνησης των «εμείς είμαστε από άλλο υλικό» είναι υψηλότερος από ό,τι ήταν τα χρόνια των κατηγορουμένων, είναι και αυτό ένα ερώτημα που μένει να απαντηθεί.

Το γιατί και η ιδιωτική δαπάνη για τα φάρμακα, αυτή δηλαδή που δεν πληρώνει το Δημόσιο, εκτοξεύτηκε απαράδεκτα τα τελευταία χρόνια, είναι και αυτό ένα ερώτημα που μένει να απαντηθεί.

Το ότι τέλος οι συνταγές που εκτελούνται καθημερινά σήμερα, είναι περίπου 150 χιλ. με κόστος 6,6 εκ. ευρώ κάτι που αναλογεί σε σχεδόν 55 εκατομμύρια συνταγές τον χρόνο, μοιρασμένες σε 11 χιλ. φαρμακεία (ή «εκλογικά κέντρα» όπως τα ήθελαν κάποιοι) από 48 χιλιάδες γιατρούς, τη ίδια στιγμή που η Δανία με τον μισό πληθυσμό από μας διακινεί μόνο 15 εκ. συνταγές τον χρόνο, είναι και αυτό ένα ερώτημα που μένει να απαντηθεί.

Τα υπόλοιπα, στον ιστορικό του μέλλοντος.

Και ένα τελικό συμπέρασμα:

Ένα μεγάλο τμήμα από τον ελληνικό λαό, συμμετείχαμε και συμμετέχουμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε μη ορθολογικές πρακτικές και συμπεριφορές, στην πορεία του χρόνου, σε σχέση με τις δαπάνες και τα έσοδα του κράτους.

Συμμετείχαμε λοιπόν και στο σκάνδαλο αυτό, είτε με πράξεις μας είτε με την εκπορευόμενη από την ενοχή απραξία μας, είτε απλά εκλέγοντας ακατάλληλα πολιτικά πρόσωπα για να διαχειριστούν τα κοινά.

Ακόμα δηλαδή και αν δεν υφίσταται ισομερής διαχείριση ευθύνης μεταξύ των πολιτών και του πολιτικού συστήματος, οι πολίτες αναμφίβολα συμμετέχουμε στην ευθύνη. Συμμετέχουμε σε αυτήν, μέσω της ανοχής μας σε ένα διεφθαρμένο σύστημα, αλλά και μέσω της συμμετοχής ή ανοχής μας στην παραβατικότητα, με δραστηριότητες όπως η φοροδιαφυγή, το φακελάκι, ο νεποτισμός και οι αθέμιτες εξαγορές.

Ας το παραδεχθούμε.