Πολύ συχνά γίνεται λόγος τον τελευταίο καιρό για σχολική και νεανική βία. Συχνά δείχνουν οι τηλεοράσεις ομάδες εφήβων να επιτίθενται σε συμμαθητές τους με βίαιο και απειλητικό τρόπο, να συμπεριφέρονται ως οργανωμένες ομάδες κρούσης, που απειλούν συνομηλίκους με άγριους ξυλοδαρμούς και σκληρή βαναυσότητα. Και όλα αυτά μάλιστα για ασήμαντους λόγους ή ακόμη χωρίς κανέναν λόγο. Βαναυσότητα για την βαναυσότητα, σύγκρουση για την σύγκρουση και απειλή για την απειλή. Νέοι, που δείχνουν να κατακυριαρχούνται από άγρια συναισθήματα μίσους που σε κάνουν να εκπλήσσεσαι ή να απορείς και να τρομάζεις ακόμη.
Και ακούσαμε πρόσφατα εκφωνήτρια γνωστού κεντρικού τηλεοπτικού σταθμού να διερωτάται: Πού είναι το κράτος; Εμείς, δήλωνε, τα λέμε και τα ξαναλέμε και δεν μας ακούει κανείς. Πού είναι οι ειδικοί; Τι κάνουν οι αρμόδιοι; Κι εγώ κατ’ αρχάς διερωτώμαι: Μήπως εσείς που κουραστήκατε να τα λέτε και να τα ξαναλέτε πρέπει να σταματήσετε να τα λέτε; Μήπως πρέπει να τα λέτε λιγότερο; Μήπως δηλαδή με το να τα λέτε -και, κυρίως, με το να τα δείχνετε- τα προβάλλεται περισσότερο και αντί να επιτύχετε την εξαφάνιση του φαινομένου επιτυγχάνετε τη διαφήμιση και την εξάπλωσή του; Μήπως αυτά τα παιδιά της βίας τα κάνετε ήρωες που τα θαυμάζουν και τα μιμούνται οι άλλοι; Το θέμα πρέπει να επανεξετασθεί και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης πρέπει να πάρει επιτέλους θέση υπεύθυνη.
Και για να υπεισέλθομε στην ουσία του ζητήματος: Θεωρώ ότι θέμα ήταν αναμενόμενο. Στο βιβλίο μου για το Ολοήμερο Σχολείο, που εξέδωσε ο Οργανισμός Σχολικών Βιβλίων το 2001, έγραφα: «Σήμερα η αυλή και το σταυροδρόμι όπου μαζευόμασταν εμείς ως παιδιά και παίζαμε με τις ώρες χωρίς κανένα κίνδυνο και χωρίς κανένα φόβο έχει εκλείψει πλέον.
Όπως συμβαίνει παντού έτσι και στη χώρα μας η αστικοποίηση των κοινωνιών, με την ανωνυμία των σχέσεων, έφερε τα ναρκωτικά, την παιδική εγκληματικότητα, την παιδεραστία, την παιδική βία και πολλούς ακόμη κινδύνους που όλο και περισσότερο θα αυξάνονται και θα απειλούν τα παιδιά μας. Αναζητείται λοιπόν ένας τρόπος με τον οποίο ο ελεύθερος χρόνος των παιδιών θα καλύπτεται από παιδαγωγική ευθύνη». Στο ίδιο βιβλίο τονίζω επίσης ότι με το ωράριο εργασίας των γονέων τα παιδιά μένουν για πολλές ώρες απροστάτευτα και εκτεθειμένα στις παραπάνω απειλές.
Επιστρέφουν στο σπίτι και μόνη συντροφιά τους έχουν συνήθως το κλειδί. Δημιουργήθηκε λοιπόν μια νέα κατηγορία παιδιών «τα παιδιά με το κλειδί στο χέρι», όπως τα ονομάζω. Και αυτά θέλουν προστασία γιατί το κλειδί του σπιτιού από μόνο του δεν προστατεύει. Πρότεινα λοιπόν το Ολοήμερο Σχολείο. Μαζί με μια ομάδα εμπνευσμένων συναδέλφων δημιουργήσαμε επίσης τα πρώτα Ολοήμερα Σχολεία, τα οποία έκτοτε αντί να βελτιώνονται παρακμάζουν διαρκώς με ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας κυρίως. Καιρός λοιπόν να ξαναδούμε το Ολοήμερο Σχολείο και να το διαμορφώσομε έτσι που να συμπεριλάβει στην προστασία του τον ελεύθερο χρόνο των παιδιών και να μην τα αφήνει εκτεθειμένα στους κινδύνους του δρόμου και της αγοράς.
Καιρός επίσης να δούμε ξανά το σχολείο στο σύνολό του. Εδώ και μερικές δεκαετίες γίνεται λόγος για αποτελεσματικό σχολείο. Θαυμάσια σκέφτεται ο καθένας. Ένα σχολείο που δεν θα είναι για «το θεαθήναι τοις ανθρώποις», αλλά θα φέρει αποτελέσματα. Και ποιος θα έλεγε όχι σε ένα τέτοιο ονειρώδες σχολείο. Δείτε όμως πώς μετρούνται τα αποτελέσματα σε ένα τέτοιο σύγχρονο σχολείο: Στους βαθμούς που λαμβάνει ο μαθητής, στις ικανότητες και τις δεξιότητες που αποκτά, στους βαθμούς των εξετάσεων. Και όλα αυτά σε σχέση πάντα με την αγορά εργασίας.
Πώς ο αναπτυσσόμενος άνθρωπος θα γίνει αποτελεσματικός στην παραγωγή και θα απορροφηθεί εύκολα από την αγορά εργασίας. Να βρει υποτίθεται δουλειά (στο τέλος βέβαια κι εδώ θα μετρήσουν όλα κριτήρια, όχι τα αξιοκρατικά). Εδώ κρίνεται η αποτελεσματικότητα του σχολείου και το σύνθημα είναι να γίνει ανταγωνιστικός ο μαθητής. Να γίνει ανταγωνιστική η χώρα μας! Όχι βέβαια πως αυτό είναι κακό. Κακό δεν είναι, αλλά από μόνο του δεν φτάνει. Όταν η καλλιέργεια της ψυχής μένει εκτός αποτελεσματικότητας του σχολείου, όταν ο «πλησίον» αγνοείται, όταν η κοινωνική δικαιοσύνη δεν καλλιεργείται, όταν το ήθος αποπέμπεται ή και λοιδορείται, όταν ο Άνθρωπος και ο ανθρωπισμός θυσιάζονται στο βωμό της παραγωγής και της Ανταγωνιστικότητας, ιδού τα αποτελέσματα.Και βέβαια επειδή όλη η επιστήμη και η έρευνά μου κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ εκπαίδευσης και κοινωνίας, μπορώ να πω με παρρησία: Το σχολείο δικαιούται να κραυγάζει με όλο το σθένος της ψυχής του: «ΕΙΚΟΝΑ ΣΟΥ ΕΙΜΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΣΟΥ ΜΟΙΑΖΩ!» Επειδή σε κάθε περίσταση λοιπόν η κοινωνία φτιάχνει τα σχολεία «που της πάνε», έτσι και στην παρούσα περίσταση.
Στη σύγχρονη κοινωνία του εμπορίου και της ανταγωνιστικότητας υπερισχύουν σαφώς οι υλικές αξίες και αυτές καλλιεργούνται στο σχολείο και την κοινωνία. Στις ηθικές και στις πνευματικές αξίες, στον ανθρωπισμό και στον Άνθρωπο έχει ανατεθεί ο άχαρος και δραματικός ρόλος της Ιφιγένειας: Να ανέβουν στο βωμό και να θυσιαστούν για να πνεύσει ούριος άνεμος και να ταξιδέψει πιο άνετα η παγκοσμιοποίηση με τα ποικίλα συμφέροντα. Και φοβάμαι ότι, όταν οι νέοι μας σήμερα ακούν τη λέξη «αξίες» στο μυαλό τους δεν έρχεται τίποτε άλλο, παρά μόνο το χρηματιστήριο.
Και τότε γίνεται άκρως επίκαιρη η Παπαδιαμαντική ρήση: «Πταίει η γλαυξ η θρηνούσα επί των ερειπίων; Όχι, πταίουν οι φτιάξαντες τα ερείπια». Και αυτοί είμαστε εμείς.
* Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής – πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης