«Του Κάστρου ο ταχυδρόμος» ο γνωστός ποιητής και συγγραφέας ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗΣ, είναι ένας θαυμάσιος πνευματικός άνθρωπος και δημιουργός…
Υπηρέτησε με συνέπεια και αταλάντευτη ευσυνειδησία στα Ελληνικά Ταχυδρομεία και έγινε γνωστός και αγαπητός σε όλους τους παραλήπτες όπως μαρτυρεί με άλλο πόνημά του σχετικό με την επαγγελματική του δραστηριότητα, το πάθος του γι’ αυτήν και με το δόσιμό του στο καθήκον έγινε αγαπητός από όλους. Παράλληλα όμως είχε μέσα του τη φλόγα της λατρείας της Γενέθλιας Γης της Βιάννου καθώς και της ηρωικής και της πλούσιας θαυμαστής παράδοσής της! Είχε όμως μαζί και το τάλαντο το ποιητικό το τόσο σημαντικό και πλούσιο.
Έτσι μας έδωσε μέσα από την πλούσια συλλογή των αριστοτεχνικών ποιημάτων του, με κάθε λεπτομέρεια, τη χάρη και την ομορφιά των βιωμάτων της παλιάς ζωής, με αρχοντιά και βαθειά υπευθυνότητα που συγκινεί ιδιαίτερα. Συμπληρώνει την άψογη εμφάνιση του ξεχωριστού ποιητικού έργου η καλλιτεχνική φροντίδα του ιερέως-καλλιτέχνη Μιχαήλ Πατεράκη, ζωγράφου, ποιητή, συγγραφέα με … χίλια μύρια παραδοσιακά σχέδια και χρώματα. Η τέχνη του καλλύνει και πρεπίζει παραδοσιακά βιβλία και αναδεικνύει ζωηρά το εθιμικό τους περιεχόμενο!
Αμέτρητες είναι οι φορές που διαβάζομε ή ακούμε τα παραδοσιακά περιστατικά ενός τόπου και μας φαίνονται πολύ γνωστά. Στο παρόν όμως βιβλίο μας δίδεται η ευκαιρία, εμβαθύνοντας στο περιεχόμενό του που αποδίδεται σε άψογο δεκαπεντασύλλαβο, να θαυμάσομε μια ωραία σειρά λεπτομερειών κατά την εξέλιξή τους, πράγμα που δημιουργεί στο μελετητή αναγνώστη μια αίσθηση πληρότητας και θαυμασμού. Και συνάμα μια ηθική ικανοποίηση για την πληρωμή των κόπων των ξωμάχων της Κρητικής γης.
Αναφέρομε ένα παράδειγμα από το ποίημα «Λαδοχαρές» -σελ. 24- σχετικό με τη συγκομιδή της ελιάς και τη μεταφορά του ευλογημένου προϊόντος στο σπίτι του παραγωγού, με τη χαρά της οικογένειας.
Προτρέπει ο παραγωγός οικογενειάρχης τη γυναίκα του να φέρει κεράσματα και ρακή γι’ αυτούς που φέρανε στο σπίτι το ευλογημένο λάδι: «… Να το φκαιρέξουνε στα λαδοπίθαρά μας που στέκονται σειρά – σειρά και χαίρετ’ η καρδιά μας. Να μασε σπολατίσουνε κι ευκές να μασε πούνε να’ χει το λάδι μας ευκή καλό να μασε κάμει… Και αναφέρει τα τόσα καλά της εσοδείας:
… Ολημερίς κι ολοχρονίς γλακούμε στο πιθάρι
ν’ ανάφτομε το λύχνο μας, να στένεις το τσικάλι
να λιώσουμε τα χρέη μας, νάφτομε το καντήλι.
[…] Κι όσοι στην πόρτα μας θαρθούν να μασε σπολατίζουν
Κιανένα δε γιαγέρνομε φτωχό γή διακονιάρη…
Σε συνεχόμενο ποίημα μιλεί για το κτίσιμο του τζακιού στο σπίτι, πόσες λεπτομέρειες πρέπει να προσέξει ο κατασκευαστής για να πετύχει τη σωστή λειτουργία του χωρίς κακές συνέπειες, αν αποτύχει στη θέση που θα στηθεί.
«… Δε θα σ’ αποσπερίζουνε, φωθιά δε θα χορταίνεις
ντουμάνι θαν’ το σπίτι σου και μ’ αρκαλιά θα μοιάζει».
Και αναφέρει το πώς θα συμμαχήσει με τους ανέμους για να πετύχει την καλή λειτουργία του τζακιού:
«Με το Βορρά συμμάχησε μη θαρρευτείς του Νότου
βουλή μη βάλεις Δυσικού γιατί ‘ναι στρουφιξάρης
μουδέ και τ’ Ανατολικού τ’ αγκριγιομανισμένου…»
«Κι έχει το πιο αγαπητερό σπίτι στη γειτονιά του
τσ’ αποσπερίδας οι χαρές θ’ αγγίξουν στην καρδιά του»
Για ένα έδεσμα παραδοσιακό τον «ξυνόχοντρο» αναφέρει επίσης όμορφες λεπτομέρειες:
«Με το παχύ ξυνόγαλο και τ’ αλεσμένο στάρι
που νοστιμίζει το σοφρά, ξαρρωστικό λογάται…»
Ολόκληρη τέχνη το ψήσιμο του ψωμιού στο σπίτι, που θέλει γνώσεις και μαστοριά για να πετύχει.
«… Που το κακό το ζυμωτό οι γιόρνιθες το τρώνε
και πως θα στένει το σοφρά χωρίς ψωμί να βρέξει…»
Για το πανηγύρι τ’ Αϊ-Δημήτρη στο γλέντι περιγράφει:
«… Οντέ ‘πολύσουν τα σπερνά θα σύρουν τα δοξάρια
και θα στελιώσουν το χορό στην πόρτα του Αγίου.
[…] Και δε χορταίνεις να θωρείς τα νιάτα στολισμένα
τσι όμορφές τως χτενισές, κουρλιά μορφοπλεμένα
τσοι χοροστελιωτάδες τους με τα στριφτά μουστάκια
τα μεϊντανογέλεκα, τσι βράκες τα ζωνάρια
σαν πιάσουν τον ασιγανό γη σύρουν το Χανιώτη
στον πεντοζάλη χαίρεσαι τσι πασπαλιές σαν παίζουν
γη πιάσουν και στον πηδηχτό κι όμορφα στραταρίζουν.
Ρίχνουνε τα μαντήλια τους, κάνουν ανεγυρίδες».
Και καταλήγει για την περιγραφή των Κρητικών χορών:
«… Σαν τραγουδήσουν το σκοπό τση Καπεταναρίας
με μαντινάδες του σεβντά όπου σε σιριγώνουν
τση νύχτας λένε να σταθεί και τση αυγής ν’ αργήσει
να πιούν νερό να δροσιστούν πριχού στερέψει η βρύση…»
Με αυτό το συναρπαστικό τρόπο παρουσιάζονται στο νέο ποιητικό βιβλίο του Δ.Ν. ΘΕΟΔΟΣΑΚΗ τα περιστατικά και τα έθιμα της λαϊκής πορείας του τόπου μας και ειδικά μιας ιστορικής και όμορφης περιοχής, το Χόνδρου της Βιάννου!
Καταγράφονται όλα αριστοτεχνικά και γλαφυρά σ’ ένα αρμονικό δέσιμο του παρελθόντος με το παρόν.
Ευχόμαστε για το σημαντικό πανέμορφο βιβλίο καλή και τυχερή πορεία. Και να χαρίζει στους αναγνώστε του τις ατίμητες παραδοσιακές αξίες του!