Η «Κοινωνική Πολιτική», απευθυνόμενη στο σύνολο των πολιτών, αποκαλύπτει τον χαρακτήρα ενός κράτους και την κοινωνική του ευαισθησία, αποτελεί δε την «λυδία λίθο» αν ένα κράτος έχει σοσιαλιστικό ή νεοφιλελεύθερο πρόσημο.
Έτσι, έστω και αν ένα Κράτος διαβαίνει μία πορεία σταθεροποίησης της οικονομίας και βρίσκεται σε ένα περιβάλλον λιτότητας, η Κυβέρνηση που δίδει προτεραιότητα στην Κοινωνική Πολιτική, στην Πρόνοια και στην Κοινωνική Ασφάλιση, σαφώς μπορεί να χαρακτηρισθεί ως Σοσιαλδημοκρατική.
Αν, πάλι, με το άλλοθι της λιτότητας εφαρμόζει «Προνοιακή Πολιτική», αφού πριν εξαθλιώσει τα λαϊκά στρώματα, με άνιση διανομή επιδομάτων φτώχειας σε απελπισμένους ανθρώπους τότε έχει σαφώς νεοφιλελεύθερο πρόσημο, όποιο και αν φορεί «καπέλο» παραπλάνησης.
Είναι γνωστό ότι το μεταπολεμικό «Κοινωνικό Κράτος» υπήρξε η απάντηση της Δυτικής Σοσιαλδημοκρατίας στο μοντέλο του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού», της κοινωνίας της υποτιθέμενης ισότητας. Και το Κοινωνικό αυτό Κράτος, παρά τις υφιστάμενες ανισότητες, άφησε ανοιχτή την δυνατότητα χρησιμοποίησής του, από το σύνολο του πληθυσμού και εξασφάλισε με τους μηχανισμούς αναδιανομής του κοινωνικού προϊόντος, αλλά και του κοινωνικού μισθού, τους οποίους ανέπτυξε, την εργασιακή ειρήνη και την οικονομική ανάπτυξη, που μόνο σε ένα ειρηνικό εργασιακό κοινωνικό πλαίσιο μπορεί να υπάρξει.
Οι βασικές αυτές αρχές του κοινωνικού κράτους εδράζοντο πρώτον, στη βασική αρχή της ισότητας, στην πρόσβαση για ίση ανάγκη. Δεύτερον, στην αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αναλογικής κατανομής βαρών. Και τρίτον, στην αρχή της καθολικότητας, με τη συμμετοχή στα οφέλη όλου του πληθυσμού. Δηλαδή το πέπλο του κοινωνικού κράτους να αγκαλιάζει ολόκληρο τον πληθυσμό.
Η συνύπαρξη αυτών των τριών αρχών είναι απαραίτητη, γιατί η ακύρωση μιας από αυτές τις αρχές, ακυρώνει αυτόματα και τις άλλες δύο. Το Κοινωνικό Κράτος αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει έναν ορατό κίνδυνο σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ιδιαίτερα στην πατρίδα μας ,η «αριστερή» κυβέρνηση της «πρώτης φοράς» έκοψε τις συντάξεις, τα επιδόματα των πολυτέκνων (παρά την γήρανση του πληθυσμού μας), μείωσε τις συντάξεις στις χήρες, κατάργησε τον προνόμιο των πολυτέκνων συνταξιούχων να μπορούν να εργασθούν για να ζήσουν τις οικογένειες τους, χωρίς να μειωθεί η σύνταξή τους κατά 60%, αύξησε την συμμετοχή τους στην φαρμακευτική δαπάνη, δεν εφάρμοσε τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις που τους αφορούν, ποδοπατώντας το «κράτος δικαίου» και το Σύνταγμα του κράτους.
-Επιβάλλοντας, δε, δυσβάστακτους φόρους, μειώνοντας, ταυτόχρονα, τις συντάξεις σε επίπεδα πείνας, οδηγώντας τους συνταξιούχους σε απόγνωση, με φαρισαϊσμό και υποκρισία έταξε 13η σύνταξη και επιδόματα-ψίχουλα, γνωρίζοντας ότι «ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται», εκμεταλλευόμενη την ανέχεια και την απελπισία τους.
-Τα τελευταία χρόνια, σε διεθνή κλίμακα, έχει τεθεί σε αμφισβήτηση η λεγόμενη αρχή της καθολικότητας, υπό την έννοια της μερικής και επιλεκτικής διανομής των παροχών της κοινωνικής πολιτικής σε ορισμένα μόνο τμήματα του πληθυσμού, τα οποία δικαιολογημένα βέβαια, εξαιτίας των μειζόνων κοινωνικών κινδύνων, βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας και έχουν ιδιαίτερες ανάγκες.
Αυτό όμως που αποτελεί κύριο πλήγμα στο κοινωνικό κράτος, το οποίο συρρικνώνεται, γιατί ακυρώνεται βασικά η αρχή της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης και λαμβάνει τη μορφή ενός προνοιακού κράτους επιλεκτικής ελεημοσύνης, «επιδομάτων», όχι κοινωνικού κράτους που διασφαλίζει μία ελάχιστη κοινωνική προστασία σε όλους. Ένα τέτοιο κράτος όμως αυτόματα θεσπίζει έναν κοινωνικό ταξικό ή διαστρωματικό διαχωρισμό, που μπορεί να αποτελέσει αίτιο ή και άλλοθι ακόμα κοινωνικών εκρήξεων και αναταραχών…
Υπ’ αυτήν την έννοια λοιπόν, πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα αυτός ο κίνδυνος, που ήδη έχει μεταδοθεί σαν λοιμώδης ασθένεια και στη χώρα μας και έχει δοθεί η εντύπωση ότι στην κοινωνική προστασία έχει πρόσβαση, πλέον, μόνο ένα κομμάτι πληθυσμού.
Δυστυχώς και η σημερινή κυβέρνηση ακολουθεί την ίδια πολιτική των διακρίσεων.
Μια διάκριση, όχι μόνο στον τομέα της Κοινωνικής προστασίας (πρόνοια, ιατρική περίθαλψη, ασφάλιση) αλλά ακόμα και στις προσλήψεις με την φαλκίδευση του νόμου Πεπονή.
Πρέπει ο λαός μας με την ψήφο του να αναδείξει πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν και πιστεύουν αποδεδειγμένα, στην πράξη, το «Κοινωνικό Κράτος» της Ισότητας και της Δικαιοσύνης, άλλως αυτό θα τείνει, στο τέλος, να ακυρωθεί σε βάρος των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων…
*Ο Δημήτρης Κων. Σαρρής είναι πρώην υφυπουργός, γγα, νομάρχης Ηρακλείου