Γράφει ο HOMO SAPIENS

Ανήμερα της Μεγάλης Πέμπτης διάβασα σε άλλη στήλη αυτής εδώ της φιλόξενης εφημερίδας μια επιστολή του καθηγητή αναισθησιολογίας Νίκου Μπαλαμούτσου που αναφερόταν στις συνταρακτικές στιγμές που έζησε στο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1968, πριν ακριβώς 50 χρόνια, τότε που είχε την τύχη να παρακολουθήσει την ΑΕΚ σ’ εκείνο τον αγώνα μπάσκετ σου συνετάραξε τότε το πανελλήνιο και που ο απόηχός του φθάνει μέχρι των ημερών μας και συγκινεί βαθύτατα. Παράδειγμα η κινηματογραφική ταινία που γυρίσθηκε πρόσφατα και που αναφερόταν κυρίως σ’ αυτόν τον αγώνα.

Νιώθω λοιπόν την ανάγκη να συμπληρώσω κι εγώ κάποια στοιχεία γιατί ΗΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΕΚΕΙ!

Εκείνες οι μοναδικές στιγμές που έζησε τότε ο ελληνισμός δεν ήταν κάτι το ξαφνικό. Δύο – τρία χρόνια πριν, η ΑΕΚ φλέρταρε με κάποιον ευρωπαϊκό τίτλο και έδειχνε ικανή να τον φέρει επί τέλους στην Ελλάδα. Η ελπίδα αυτή έγινε σχεδόν σιγουριά όταν στον ημιτελικό με την Ινις Βαρέζε ενώπιον 40.000 φιλάθλων, κάλυψε με μια απίστευτη τραβέρσα του αγαθού γίγαντα Γιώργου Τρόντζου στο τελευταίο δευτερόλεπτο την διαφορά των 19 πόντων του α’ αγώνα και η Ελλάδα πήρε φωτιά!

Από εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε πλέον άλλο θέμα συζήτησης παρά μόνο ο τελικός! Όλος ο αθλητικός τύπος, αλλά σύσσωμος και ο πολιτικός, όλος ο κόσμος, όλα τα χείλη γι’ αυτόν μιλούσαν! Δημοσιογράφοι σοβαροί και καταξιωμένοι όπως ο Δημήτρης Ψαθάς αναφερόνταν με απόλυτη βεβαιότητα στην επικράτηση όχι της ΑΕΚ, αλλά της ελληνικής ψυχής! Ξεριζωμένος Πόντιος ο ίδιος, ήξερε τη δύναμή της. Και έφθασε η ημέρα του τελικού! Από νωρίς το απόγευμα το Καλλιμάρμαρο πλημμύρισε από 80.000, όχι ΑΕΚτζήδες αλλά Έλληνες!

Εκείνη η φωτογραφία που κοσμεί ακόμα και σήμερα όλα τα σαλόνια του ευρωπαϊκού μπάσκετ και που δείχνει την απίστευτη λαοθάλασσα, πάρθηκε κάπου 4-5 ώρες πριν τον αγώνα που ήταν ακόμα ψηλά ο ήλιος και ο αγώνας ήτο στις 9 το βράδυ! Μέχρι λοιπόν ν’ αρχίσει ο αγώνας μπήκαν στο στάδιο τουλάχιστον άλλες 20.000 και ήίμαστε πλέον όλοι όρθιοι και στριμωγμένοι σαν τις παστές σαρδέλες, ενώ 50-60 χιλιάδες είχαν μείνει έξω στα προπύλαια.

Όταν λοιπόν άρχισε ο αγώνας, αυτοί οι τελευταίοι δεν είχαν οι άμοιροι οπτική επαφή με τον αγωνιστικό χώρο και προσπαθούσαν να μαντέψουν από τις δικές μας αντιδράσεις την εξέλιξη του αγώνα. Κάθε φορά λοιπόν που έμπαινε από τους Έλληνες ένα καλάθι, ετεροχρονισμένα με καθυστέρηση 3-4 δευτερολέπτων έρχονταν απ’ έξω από το Στάδιο και οι δικοί τους πανηγυρισμοί, σαν αντίλαλος των δικών μας ζητωκραυγών.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ψυχοτρέμουλό μας όταν για μία και μόνη φορά η Σλάβια πέρασε μπροστά στο σκορ, αλλά αμέσως όλος αυτός ο λαός, συναισθανόμενος την ευθύνη του να συμμετάσχει στην προσπάθεια και να ενθαρρύνει τους Έλληνες παίκτες, με ουρανομήκεις κραυγές και παραινέσεις, τους φόρεσε φτερούγες στα χέρια και στα πόδια και τους βλέπαμε πλέον να μην πατάνε στη γη σε μια τιτάνια προσπάθειά τους να κερδίσουν την καλύτερη εκείνη την περίοδο ομάδα της Ευρώπης!

Και ύστερα; Ύστερα ήλθε ο θρίαμβος του 89-92, ο μοναδικός και ανεπανάληπτος μέχρι τότε! Τότε λοιπόν ζήσαμε την πιο συγκλονιστική στιγμή που δείχνει το ασύγκριτο μεγαλείο του υγειούς αθλητισμού: Τον γύρο του θριάμβου δεν τον έκαναν οι νικητές αλλά οι ηττημένοι!

Την ίδια στιγμή που οι Έλληνες παίκτες είχαν γίνει στο κέντρο του Σταδίου ένα σφιχτό κουβάρι μαζί με τους δημοσιογράφους, τους φωτογράφους, τους εικονολήπτες και όλους τους άλλους παρευρισκόμενους, οι παίκτες της Σλάβια έφεραν δύο κύκλους το Στάδιο χαιρετώντας τους χιλιάδες φιλάθλους που τους αποθέωναν ενώ το Καλλιμάρμαρο εσείετο συνθέμελα από την ιαχή Σλάβια – Σλάβια!

Ναι, δεν υπήρχαν πλέον νικητές και ηττημένοι. Υπήρχαν μόνο 10-12 εξουθενωμένα παλικάρια που σαν λιοντάρια πάλεψαν για τη νίκη και της μιας ομάδας και της άλλης. Κι όταν οι ξένοι αυτοί παίκτες έβγαλαν τις μουσκεμένες από τον ιδρώτα και το αίμα φανέλες τους και τις πέταξαν στον κόσμο, έγιναν ομηρικές μάχες στο κάτω διάζωμα για να εξασφαλίσει όποιος μπορούσε ένα ελάχιστο κομματάκι απ’ αυτές! Ναι, έχω κι εγώ ένα κομμάτι και το φυλάω σαν τα μάτια μου, γιατί μου θυμίζει την πιο όμορφη ημέρα της ζωής μου!

Υπάρχει άραγε ελπίδα ν’ αναρρώσει ο ελληνικός αθλητισμός και να μας ξαναχαρίσει τέτοιες ανεπανάληπτες και μοναδικές στιγμές; Με την κατηφόρα που έχει πάρει, ειδικά τώρα τελευταία, φοβάμαι πως όχι!

Γεώργιος Πετράκης