Η πολιτική ορίζεται ως «Η συλλογική  δράση για την οργάνωση της ελευθερίας και της δημοκρατίας».

Η δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την πολιτική, αλλά και  η πολιτική χωρίς τα πολιτικά κόμματα.

Είναι γεγονός, όμως, ότι σήμερα οι  κοινοβουλευτικοί θεσμοί, από μοιραία λάθη και παραλείψεις των κύριων  εκφραστών τους, αλλά και από την ανηλεή επίθεση που δέχονται από ισχυρά οικονομικά κέντρα   έχουν επιμελώς απαξιωθεί, γεγονός  που έχει ενταθεί  μετά την αναγκαστική, λόγω κινδύνου χρεοκοπίας, προσφυγής της χώρας μας στις “δαγκάνες” του ΔΝΤ.

Τα  αίτια αυτής της κρίσης είναι πολλά και πολυεπίπεδα.

Το αίτημα της κοινωνίας για την ενδυνάμωση της πολιτικής δημοκρατίας είναι παράλληλα  και η σύγχρονη προοδευτική δημοκρατική απάντηση, στις ραγδαίες αλλαγές  που συντελούνται διεθνώς, στα νέα προβλήματα και τις προκλήσεις που ταλανίζουν τη διεθνή κοινότητα, στο λυκαυγές του νέου αιώνα.

Οι μεγάλες  αλλαγές όπως  η παγκοσμιοποίηση, η κυριαρχία των νόμων της ελεύθερης αγοράς και του άκρατου ανταγωνισμού κλπ, έχουν επηρεάσει τα μέγιστα τα πολιτικά συστήματα, αλλά και τα πολιτικά κόμματα που τα συγκροτούν.

Γιατί η δημοκρατική μορφή άσκησης της Πολιτικής ξεπερνά πλέον τα στενά όρια του εθνικού κράτους, που καλείται να αντιμετωπίσει τις αλλαγές αυτές, αλλά και τις μεταβολές που έχουν επέλθει στην κοινωνική διαστρωμάτωση, καθώς και στην ταξική συνείδηση μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού.

Όλα αυτά επιβάλλουν την ανάγκη μεταβολών τόσο στο πολιτικό σύστημα όσο και στα πολιτικά κόμματα

– για να δοθεί μια δημοκρατική απάντηση στον αυξανόμενο σκεπτικισμό των πολιτών για τους ίδιους τους πολιτικούς και τα κόμματα, που μεταφράζονται σε ένα διογκούμενο κύμα αναξιοπιστίας της πολιτικής και των πολιτικών,

– για να αποκρουσθεί η άνοδος μιας νέας μορφής μηδενιστικού λαϊκισμού, που συνοδεύεται με την επανεμφάνιση ακροδεξιών ιδεών και οργανώσεων, που αμφισβητούν ευθέως την ίδια τη δημοκατία. Τίθεται πλέον ως επιτακτική ανάγκη η συνολική αντιμετώπιση του επικίνδυνου αυτού φαινομένου από τα κόμματα  και από την κοινωνία των πολιτών, τόσο σε επίπεδο  πολιτικής ιδεολογίας όσο και σε επίπεδο πολιτικής ηθικής.

Μια από τις κυριότερες αιτίες της απαξίωσης της πολιτικής, είναι σαφώς η εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής στον πολιτικό βίο της χώρας.

Eνα όμως  σύγχρονο φαινόμενο διαπλοκής  είναι   όταν η οικονομική εξουσία δεν αρκείται  πια στη συναλλαγή της με επίορκους  πολιτικούς ή κρατικούς υπαλλήλους, αλλά ξεπερνώντας  κάθε  φραγμό, αποπειράται και συχνά τα καταφέρνει να προωθεί  αχυρανθρώπους  της σε νευραλγικές θέσεις  πολιτικής εξουσίας, που εκπροσωπούν  πιστά τα οικονομικά λόμπυ που τούς στήριξαν, ώστε να είναι “ελέγχοντες” και “ελεγχόμενοι”…

Έχουμε μπροστά μας, λοιπόν, το επικίνδυνο για τη Δημοκρατία  γεγονός, η οικονομική εξουσία να μεταλλάσσεται και  σε πολιτική εξουσία, με εκλογή ενεργούμενών της, ενώ η λεγόμενη τέταρτη εξουσία, η δημοσιογραφία, ευρισκόμενη σε ομηρεία της οικονομικής εξουσίας, ιδιοκτησία της οποίας είναι τα μεγάλα Μ.Μ.Ε., ουσιαστικά αντί να την ελέγχει, την υπηρετεί, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, με υποτέλεια, χωρίς να τηρεί  ούτε καν τα προσχήματα.

Άρα η οικονομική εξουσία ουσιαστικά τείνει να γίνει ένα ιδιότυπο  επικίνδυνο  πολιτικό-οικονομικό-δημοσιογραφικό “μονοπώλιο”, φαλκιδεύοντας κάθε έννοιας δημοκρατίας…

Δεν απέχουμε πολύ από την πραγματικότητα, αν πούμε ότι η πολιτική ζωή του τόπου συντίθεται, σε σημαντικό ποσοστό, από εκπροσώπους -υπαλλήλους οικονομικών συμφερόντων με ονοματεπώνυμο…

Φαινόμενα νοσηρά που πρέπει άμεσα να καταπολεμηθούν, όχι βέβαια με ευχολόγια αλλά με συγκεκριμένες πράξεις.

Η διαφθορά, ως κοινωνικό φαινόμενο, ενδημεί ανάμεσα στα διαπλεκόμενα συμφέροντα μεταξύ του κράτους, από τη μια μεριά, και ιδιωτών, φυσικών ή νομικών προσώπων, από την άλλη.

-Ο δημόσιος λειτουργός, που έχει, σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό, τα περιθώρια άσκησης κρατικής εξουσίας, μέσα από την οποία του δίδεται η ευχέρεια να «διανείμει» οικονομικό όφελος ή να καταλογίσει χρηματικές ποινές ή να παράσχει σημαντικές υπηρεσίες σε ιδιώτες, μπορεί να θεωρείται «ύποπτος» να εμπλακεί σε αθέμιτες συναλλαγές, δηλαδή  να γίνει συμμέτοχος σε πράξη διαφθοράς.

Άρα σε τελευταία ανάλυση, η παράνομη πράξη θα επιτελεσθεί ή όχι, ανάλογα με τον βαθμό ηθικής αντίστασης του δημοσίου λειτουργού, στις εκμαυλιστικές προτάσεις του ιδιώτη, χωρίς να αποκλείεται και το αντίστροφο.

Αποτελεσματικό όπλο, κατά της διαφθοράς, είναι η διαφάνεια στις συναλλαγές, η οποία διασφαλίζεται με τη νομοθετική κατοχύρωσή της και αφετέρου με τον αδιάβλητο κατασταλτικό  έλεγχο όσων ασκούν κρατική εξουσία.

Για την αντιμετώπιση του νοσηρού αυτού φαινομένου, απαιτείται, πέραν του έλεγχου και της καλλιέργειας της ηθικής αντίστασης σ’ αυτήν, από τον κρατικό λειτουργό να γνωρίζει ο  ίδιος ότι αν αποδειχθεί ότι παρανόμησε, θα ελεγχθεί διοικητικά και θα υπάρξουν αυστηρές κυρώσεις.

Ο πόλεμος κατά της διαφθοράς είναι αγώνας κατά της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας  και υπέρ της αναβάθμισης της δημόσιας διοίκησης.

Η διαφθορά  είναι μια βάναυση πρόκληση για τον πολίτη, εργαζόμενο ή συνταξιούχο, τον πολιτικό και την πολιτική, τον επιχειρηματία και  ιδιαίτερα τους νέους, που ονειρεύονται μια κοινωνία ίσων ευκαιριών ενώ υπονομεύει τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Η ελληνική πολιτεία έχει, βέβαια, θεσπίσει θεσμούς, που θεωρούνται «φρουροί της νομιμότητας».

-Το Συμβούλιο της Επικράτειας, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το «πόθεν έσχες», η Διαρκής Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο Συνήγορος του Πολίτη, ο  νόμος περί Δημοσίων Έργων, ο νόμος Πεπονή, οι ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης, το ΣΔΟΕ, η Διεύθυνση εσωτερικών υποθέσεων της Αστυνομίας, η μηχανοργάνωση taxis, η διαύγεια κ.λπ., είναι από τους πιο  χαρακτηριστικούς, αλλά σαφώς δεν επαρκούν.

Απαραίτητη, δε, θεωρείται η αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, από νόμο συγκάλυψης  σε νόμο παραδειγματικής τιμωρίας των επίορκων πολιτικών…

Ο πόλεμος κατά της διαφθοράς είναι μακρύς, συνεχής και πολυμέτωπος.

Με  την ενδυνάμωση  των δημοκρατικών θεσμών, θα προσπαθήσουμε να θέσουμε τέρμα στην απαξίωση της πολιτικής, εξαλείφοντας τις νοσογόνες αυτές κοινωνικές εστίες.

Επιβάλλεται άμεσα:

Α) Ο κοινωνικός και ο δημόσιος έλεγχος της πολιτικής δραστηριότητας. Η χρηματοδότηση των κομμάτων, το «πόθεν εσχες», το «πολιτικό χρήμα», να ελέγχονται από αξιόπιστους μηχανισμούς.

Β) Διαμόρφωση νέων σχέσεων πολιτικής και κοινωνικών εταίρων, μέσα από τη διασφάλιση ενός αξιόπιστου κοινωνικού διαλόγου.

Γ) Κατοχύρωση των  διακριτών ρόλων, ανάμεσα στην κρατική ή αποκεντρωμένη διοίκηση και τα κέντρα της οικονομικής και της πανίσχυρης 4ης εξουσίας, με την έναρξη ενός ειλικρινούς διαλόγου, αποτέλεσμα του οποίου να είναι, αφενός το ξεκαθάρισμα των ρόλων της κάθε πλευράς, καθώς και των μεταξύ τους σχέσεων,  και αφετέρου η  θέσπιση κοινώς παραδεδεγμένων κανόνων δεοντολογίας.

Η  διαφθορά στον δημόσιο βίο είναι μια διαχρονική κοινωνική μάστιγα από αρχαιοτάτων χρόνων.

–  Η αντιμετώπισή της  απαιτεί διαρκή και επίμονη προσπάθεια, έχει εθνικές διαστάσεις και  ο βαθμός μείωσης η καλύτερα εξάλειψής  της,  αποτελεί  το μέτρο της επιβίωσης  ή όχι της πολιτικής  ως  συλλογικής δράσης για την κατοχύρωση των  ίδιων των   δημοκρατικών μας δικαιωμάτων  και ελευθεριών…

– Μια βασική αρχή που πρέπει να κάνει σημαία του ο υπό διαμόρφωση νέος φοράς της κεντροαριστεράς, που υπήρξε ο πολιτικός του χώρος θύμα λόγω διαφθοράς ολίγων επίορκων στελεχών του, θέτοντας τις θεσμικές δικλείδες ασφαλείας εκείνες που θα προστατεύσουν την πολιτική από τους εχθρούς της, επαναφέροντάς την στο προσκήνιο, αποκαθιστώντας το τρωθέν κύρος της…