Δεν είναι πάντα ίδια τα όνειρα.

Αλλάζουν.Όπως όλα μέσα μας, πάνω μας, δίπλα μας.

Όταν ήμουν μικρή είχα ένα όνειρο… ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό που λέει ένα παλιό τραγούδι.

Έχω σταματήσει εδώ και πολλά χρόνια να το έχω,μεγάλωσα  βλέπετε…

Μεγάλωσα και έγιναν τα όνειρα πιο γήινα, πιο περπατητά, πιο εφικτά.

Η Ρώμη ήταν όνειρο

Όνειρο από αυτο που το τυλίγεις στους ώμους σου σαν απαλή κουβέρτα  για να  σε ζεστάνει.

Ίσως φταίει  η Βουγιουκλάκη  και η Σταχτοπούτα  της Ρώμης.Γιατί,μην νομίζετε,  όλες σταχτοπούτες νιώθουμε. Ίσως  φταίνε οι εικόνες που κατά καιρούς έβλεπα, ίσως η ιστορία, ίσως τα μαγνητάκια που μου χάρισαν οι φίλες μου που την είχαν επισκεφτεί και η RΟΜΑ παρέλασε στα μάτια μου οπότε άνοιγα το ψυγείο!

Λένε, δηλαδή  ο Κοέλιο  το λέει, ότι όταν θέλεις κάτι πολύ, το σύμπαν συνωμοτεί και γίνεται.

Μάλλον το ήθελα πιο πολύ κι από το πολύ  γιατί το σύμπαν είχε μια απίστευτη  συνωμοσία.

Όταν με ένα απροσδόκητο  τρόπο κλείσαμε εισιτήρια για Ρώμη πάτησα αμέσως delete.

Το ξεχνάμε ,είπα στην κόρη μου, και αν γίνει θα το ζήσουμε μαζί.

Πάντα έχω κάπου εκεί πίσω από την καρδιά καταχωνιασμένο ένα: “μπορεί και να μην…”

Χωρίς προσδοκίες λοιπόν, μέχρι να πατήσουμε πόδι  στη Ρώμη.

Λίγες μέρες πριν φύγουμε αρρώστησε η μαμά.

Πάει το όνειρο σκεφτόμουν αλλά ποιος νοιάζεται τώρα για όνειρα και Ρώμες.

Ας γίνει καλά η μάνα και η Ρώμη ας περιμένει. Εκεί είναι εξάλλου  για αιώνες,στην ίδια  θέση.

Αποφύγαμε το νοσοκομείο και μια μέρα πριν φύγουμε σχεδόν ανάρρωσε.

Αρχίσαμε να  τρέχουμε προς το όνειρο.

Μα αυτό  που ζήσαμε στη Ρώμη δεν ήταν όνειρο ,ήταν παραμύθι, από αυτά με το καλό τέλος που ζήσανε αυτοί  καλά και εμείς καλύτερα.

Το σπίτι που μέναμε ήταν 59 βήματα από τη Fontana di trevi.

Έτσι λεγόταν εξάλλου,

“59 steps”

Τα μέτρησα ίσαμε 5 φορές, τόσα  ήταν στο 60o βήμα καθόσουν στα πεζούλια  της Φοντάνα.

Τα πρωινά ξυπνούσαμε νωρίς και πίναμε καπουτσίνο αγναντεύοντας  την μοναξιά των Τρίτωνων και του Ωκεανού Ναι, την μοναξιά της Φοντάνα

Ένα πρωί μάλιστα συναντήσαμε και το συνεργείο που μάζευε τα κέρματα,

1.000.000 ευρώ το χρόνο  συλλέγουν από τα νερά που ανακατεύουν οι Τρίτωνες.

1.000.000 και παραπάνω ευχές.

Αν με ρωτήσετε αν έκανα  ευχή,

ναι…αλλά εδώ και πολλά χρόνια

εύχομαι μόνο για να κρατήσω τα δεδομένα μου.

Αυτά που ήδη έχω.

Γιατί έχω πολλά.

Όλοι έχουμε!

Κολοσσαίο με φως φθινοπώρου, το γνωρίσαμε. Με φως φθινοπώρου  περάσε το βλέμμα μας από αυτές τις πόρτες που το γέμιζαν

μεσα σε 5 λεπτά, χιλιάδες κόσμο.

Piazza di Spania, piazza Venezia, piazza Navona ,Pantheon, Κάστρο των Αγγέλων,πλανοδιοι μουσικοί να παίζουν βιολί ,να τραγουδούν όπερα, να ντύνουν με νότες που αρμόζουν σε μια αιώνια πόλη ,να βάζουν το κλειδί  του σολ και να ανοίγουν  κι άλλη ομορφιά  και το φθινόπωρο να χάνει τη μελαγχολία  του.

Όχι γιατί  είμαι Ελληνίδα αλλά η Ρώμη  είναι γεμάτη αρχαία ελληνικά στοιχεία, μύθοι και θεοί δικοί μας μα και όλου του κόσμου τελικά  στέκονται σε πλατείες και σιντριβάνια .

Θυμάστε το παιγνίδι αγαλματάκια ακίνητα  αγέλαστά μέρα  ή νύχτα;

Αυτό παίζουν σίγουρα όταν τα κοιτάμε γιατί πιο πριν χόρευαν,έπαιζαν ανακατεύαν τα νερά, έκαναν  βαρκάδα  στον αφρό τους. Πως αλλιώς μπορείς να εξηγήσεις την αέναη  κίνηση μιας σταθεράς;

Άπειρες και ελάχιστες οι στιγμές που γευτήκαμε το κάλλος  και το ενσωματώσαμε στη δική μας αιωνιότητα…

Το μόνο που μπορώ να πω για τον Άγιο Πέτρο και το Μουσείο του Βατικανού  είναι αυτό:

Όποιος δεν έχει πάει, να πάει, να πάει να πάει.

Καμία  λέξη  καμία  φωτογραφία δεν μπορεί να συλλάβει  αυτό που για πάνω από 150 χρόνια χτιζόταν  για να στεγάσει τα λείψανα  του Αγίου  Πέτρου μόνο τα μάτια  και η καρδιά, αυτά μόνο.

Ακόμα  κι αν τελειοποιήθηκε αυτός ο ναός πουλώντας  συγχωροχάρτια  και διχάζοντας την Εκκλησία. Μόνο τα μάτια και η καρδιά μπορούν να θαυμάσουν αυτό το αριστούργημα τέχνης και μεγαλοπρέπειας.

Κι αν κλείσω τώρα τα μάτια μου την Παναγία θα δω, μια πανέμορφη Παναγιά  αέναη  μητέρα να κρατάει στην αγκαλιά της τον Χρίστο .

“Νο photo madam” με επέπληξε  ο φύλακας  της Cappella Sistina όταν μπαίνοντας στο παρεκκλήσι  του Βατικανού  προσπάθησα δύο φορές  να αποθανατίσω την επιτομή της τέχνης.

Αυτό το άγγιγμα που αγγίζει την τελειότητα της δημιουργίας την κορυφή της έμπνευσης και των χρωμάτων.

Έτσι κι αλλιώς τι να χωρέσει κι εδώ σε μια φωτογραφία;

Ο Μιχαήλ Αγγελο, η ιστορία, η πίστη, το Θεϊκό στοιχείο αγκαλιά με το ανθρώπινο;

Τι;

Νο photo λοιπόν.

Κι αν νομίζετε ότι συνάντησα την Σταχτοπούτα στη Ρώμη. Όχι,δεν την συνάντησα ,ένα άλλο παραμύθι αντάμωσα εκεί δίπλα στον Τίβερη.

Τον Πινόκιο,ένα ξύλινο Πινόκιο πάνω από μια ξύλινη σημαία της Ιταλίας.

Μα και το όνειρο αντάμωσα,

που το άπλωσα πάνω μου σαν χνουδωτή κουβέρτα…

Χειμώνας  έρχεται  θα χρειαστεί.