Τις επόμενες ημέρες θα ψηφιστεί από τη Βουλή ένας νόμος που ουσιαστικά θεσπίζει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Η κυβερνητική πρωτοβουλία για την ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών (φευ) πανεπιστημίων – δίχως τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος- προβληματίζει τόσο για τη νομική ορθότητα όσο και για την κοινωνική αναγκαιότητά της. Και τούτο πέραν και έξω από τις συνήθεις ιδεοληπτικές προσεγγίσεις.

Ποιο είναι το πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας; Θεσπίζουμε, πράγματι, τη δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων ή όχι; Δεν κερδίζουμε ως χώρα από την ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων; Θα χάσει το δημόσιο πανεπιστήμιο εάν συνεργαστεί με ιδρύματα του εξωτερικού; Δεν θα κερδίσουμε «συνάλλαγμα» που δαπανούμε για τις σπουδές χιλιάδων νέων στο εξωτερικό;  Γιατί να μη σπάσουμε τα «δεσμά» του  κρατικού μονοπωλίου;

Μύθος πρώτος: το «κρατικό μονοπώλιο». Η αλήθεια είναι ότι σε τούτη τη χώρα ουδείς επιβάλλει την ύπαρξη αμιγώς κρατικών πανεπιστημίων. Το Σύνταγμα (άρθρο 16) προβλέπει τη δυνατότητα λειτουργίας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

Συνεπώς, όχι μόνον από το κράτος. Και σήμερα μπορεί να δημιουργηθεί ένα πανεπιστήμιο από τους δικηγορικούς ή ιατρικούς συλλόγους της χώρας, από το ΤΕΕ, από την Εκκλησία της Ελλάδος, από τα εμπορικά, βιομηχανικά ή επαγγελματικά επιμελητήρια. Κατά μόνας ή από όλους μαζί. Συνεπώς, δεν καταργούμε κανένα κρατικό μονοπώλιο στην ανώτατη εκπαίδευση γιατί απλά δεν υπάρχει.

Αλήθεια πρώτη: ουδείς απαγορεύει τη συνεργασία ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ως εκπαιδευτικό ίδρυμα) με ιδιωτικούς φορείς. Ιδίως δεν απαγορεύει τις χορηγίες, τα ερευνητικά προγράμματα και τις δωρεές. Συνεπώς, ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας, στο πλαίσιο συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προβλέπεται και σήμερα. Δεν μιλάμε για κανέναν εκσυγχρονισμό ή πρόοδο επιβεβαιώνοντας όσα σήμερα ισχύουν.

Επιπροσθέτως, ουδείς απαγορεύει τη διαπανεπιστημιακή συνεργασία. Κάλλιστα, ακόμη και σήμερα, πανεπιστήμια του εξωτερικού και Ελληνικά μπορούν να δημιουργήσουν κοινά προγράμματα σπουδών τόσο στην ελληνική γλώσσα όσο και σε άλλες. Ευρωπαϊκές ή μη.

Μάλιστα, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτή η κινητικότητα όχι μόνον πριμοδοτείται αλλά αποτελεί δείκτη εξέλιξης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Τέλος, ουδείς απαγορεύει τα Ελληνικά πανεπιστήμια να δημιουργήσουν σε προπτυχιακό ή μεταπτυχιακό επίπεδο ξενόγλωσσα (κυρίως αγγλόφωνα) προγράμματα σπουδών για να προσελκύσουν ξένους φοιτητές.

Μύθος δεύτερος: το Ελληνικό Σύνταγμα είναι αναχρονιστικό και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, το Ελληνικό Σύνταγμα οφείλει να «επικοινωνεί στην ίδια γλώσσα» με τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Ο Θεμελιώδης νόμος της χώρας οφείλει να εναρμονίζεται με τον σκληρό πυρήνα των διατάξεων που συναρθρώνουν το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Ωστόσο, στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης δεν υπάρχει κάποια ουσιαστική δυσαρμονία μεταξύ Ελληνικού Συντάγματος και ευρωπαϊκού δικαίου. Και τούτο διότι η ΕΕ σε θέματα παιδείας έχει υποστηρικτική αρμοδιότητα και μόνον. Η Οδηγία 36/2005 για την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων  αποφοίτων κολλεγίων έχει ενσωματωθεί στο Ελληνικό δίκαιο και έχουν αναγνωριστεί τα επαγγελματικά δικαιώματά τους. Η επίκληση γενικών ενωσιακών ελευθεριών, προκειμένου να παραμερισθεί μία εθνική συνταγματική επιταγή, προφανώς δεν αρκεί.

Αλήθεια δεύτερη: η «απελευθέρωση» της αγοράς στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει ως αυτόθροη συνέπεια την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αποσκοπεί μόνον στην προσέλκυση ξένων πανεπιστημίων εγνωσμένου κύρους που θα ιδρύσουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Η ανωτέρω νομοθετική πρωτοβουλία δεν παραβιάζει μόνον το άρθρο 16 του Συντάγματος, αλλά και το άρθρο 5 που ορίζει ότι καθένας έχει δικαίωμα να συμμετέχει στην οικονομική ζωή της χώρας.

Η θεμελιώδης αυτή συνταγματική διάταξη αποτελεί τη βάση της οικονομικής ζωής του τόπου, κατοχυρώνοντας τον ελεύθερο ανταγωνισμό και την ελευθερία των συμβάσεων. Συνεπώς, δεν μπορεί να επιτρέπεται σε ένα ξένο πανεπιστήμιο να παρέχει υπηρεσίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα και να απαγορεύεται σε έναν Έλληνα να πράξει το ίδιο, από τη στιγμή που θα πληροί τα ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια που τίθενται για τη λειτουργία των νέων «Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης».

Μύθος τρίτος: τα υπό ίδρυση πανεπιστήμια δεν θα είναι κερδοσκοπικά. Προκλητικά αναληθής ισχυρισμός. Μπορεί μεν να απαγορεύεται η διανομή μερίσματος στους «ιδρυτές» ή στους «μετόχους» αλλά δεν απαγορεύεται η μεταφορά πόρων για δικαιώματα («royalties»), ή για αμοιβή για παροχή τεχνογνωσίας στο πλαίσιο «επιστημονικής συνεργασίας». Άλλωστε, δεν υπάρχουν δωρεάν συνεργασίες είτε με τη μορφή συμφωνιών πιστοποίησης (validation) είτε δικαιόχρησης (franchising). Συνεπώς, μπορεί το εδώ «παράρτημα» να μην διανέμει κέρδη, αλλά έχει ήδη μεταβιβάσει πόρους – που μεταφράζονται σε κέρδη – στο ίδρυμα του εξωτερικού που συστήνει παράρτημα στην Ελλάδα. Γιατί αποφεύγουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους;

Αλήθεια τρίτη: στην Ελλάδα δεν υπάρχει μακροπρόθεσμη εκπαιδευτική στρατηγική και κεντρικός σχεδιασμός. Σήμερα οι απόφοιτοι Λυκείου είναι 67.000 περίπου ετησίως. Οι θέσεις στα δημόσια πανεπιστήμια ανέρχονται στις 82.000. Συνεπώς δεν υπάρχει «αγορά» πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Υπάρχει μόνον στις σχολές «υψηλής ζήτησης» (ιατρική, νομική, πολυτεχνείο). Δυστυχώς σήμερα, αυτή η «υψηλή ζήτηση» κατά το χρόνο προσπάθειας εισαγωγής δεν ταυτίζεται ούτε με αντίστοιχη κοινωνική ανάγκη ούτε με αντίστοιχες απολαβές μετά την αποφοίτηση.

Το Τεχνικό Επιμελητήριο λέει ότι έχουμε επταπλάσιους μηχανικούς από όσους χρειαζόμαστε, τα νομικά επαγγέλματα βιώνουν συνθήκες ασφυκτικού υπερπληθωρισμού και στην Ιατρική έχουμε 2.000 πτυχιούχους το χρόνο και μόλις 1.200 θέσεις ειδικότητας. Παράγουμε ανέργους με πτυχίο ή απλώς δαπανούμε κοινωνικούς και οικονομικούς πόρους εκπαιδεύοντας νέους ανθρώπους που θα «εξαγάγουμε» στο εξωτερικό. Ένα αδιάλειπτο brain drain made in Greece. Έχουμε ήδη δημιουργήσει το πρώτο, ευρωπαϊκό, πνευματικό προλεταριάτο της ιστορίας και απλώς θα το μεγεθύνουμε.

Μύθος τέταρτος: δεν θα χάνουμε «συνάλλαγμα» στο εξωτερικό και οι μικρομεσαίες ελληνικές οικογένειες θα γλυτώσουν χρήματα. Ουδέν αναληθέστερον. Η μέση ελληνική οικογένεια θα επιβαρύνεται με σημαντικά δίδακτρα.

Σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά υψηλότερα από όσα δαπανά σήμερα για τα έξοδα διαβίωσης ενός τέκνου στην Κύπρο, στη Βουλγαρία, στην Ιταλία ή στην Ολλανδία. Επιπροσθέτως, όπως αναπτύχθηκε ανωτέρω θα εξακολουθούμε να δαπανάμε «συνάλλαγμα» από τη στιγμή που τα παραρτήματα θα μεταβιβάζουν πόρους στο πλαίσιο «επιστημονικής συνεργασίας» με το μητρικό πανεπιστημιακό ίδρυμα του εξωτερικού.

Εν κατακλείδι, η συζήτηση δεν είναι κατά πόσον η κυβερνητική πρωτοβουλία παραβιάζει ή όχι το Σύνταγμα. Προφανώς το παραβιάζει πολλαπλώς όπως αναδείχθηκε ανωτέρω. Πρωτίστως, όμως, καταδεικνύει ότι δεν διακρίνεται το Ελληνικό Σύνταγμα από αναχρονισμό, αλλά οι ιδεοληψίες του παρελθόντος που επιδιώκουν θεσμική έκφραση σε μια κοινωνία που έχει σήμερα άλλες ανάγκες και άλλα προτάγματα.

* Ο Αργύρης Αργυριάδης είναι δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

www.argiriadis.gr