H χώρα μας και γενικά ο ελληνισμός, και όχι μόνο, βρίσκεται στη δίνη πρωτοφανών κρίσεων (οικονομικής, αξιών και κοινωνικής), που διαπερνούν την κοινωνία και γίνονται εθνική απειλή. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, η κατάσταση επιδεινώνεται από ανεύθυνες αναλύσεις δημοσιογραφούντων  και οικονομολογούντων.

Η πλειοψηφία των Ελλήνων αγνοεί ακόμη και σήμερα τα αίτια της παρ’ ολίγον χρεωκοπίας της χώρας,  διακατέχεται από έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς και στην πολιτική, με αποτέλεσμα την ανησυχητική αύξηση ακραίων πολιτικών μορφωμάτων, που δεν συνάδουν με την ιστορία μας   και την κουλτούρα μας.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι η παραμονή της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), τη λεγόμενη Ευρωζώνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), όπως και των υπολοίπων 18 χωρών, πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες εξελίξεις.  Επίσης, φαίνεται ότι η πλειοψηφία των πολιτών όλων των χωρών την επικροτούν, αφού δεν διαφαίνεται άλλη εναλλακτική πρόταση πιο αισιόδοξη και κυρίως βιώσιμη, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα.

Η Ευρωζώνη, δυστυχώς στην εφαρμογή της είναι απλώς Νομισματική Ένωση (ΝΕ). Και το ερώτημα, που εύλογα γεννάται, είναι πώς μπορούν να συνυπάρχουν ενιαία νομισματική ένωση (δηλαδή το ενιαίο νόμισμα, το ευρώ €) με διαφορετικές εθνικές οικονομικές πολιτικές; Μήπως θα πρέπει άμεσα να καθιερωθεί ενιαία ομοσπονδιακή οικονομική πολιτική στην Ευρωζώνη; To σοβαρό έλλειμμα οικονομικής πολιτικής στην ΕΕ και ιδιαίτερα στην Ευρωζώνη, θα πρέπει να ξεπεραστεί με τη δημιουργία νέας πολιτικής προοπτικής, που να απαντά στο παραπάνω ερώτημα.

Η έλλειψη ενιαίας οικονομικής πολιτικής γίνεται όλο και πιο εμφανής με την επιβολή επιμέρους μέτρων, που ωφελούν μόνο  τις ανεξέλεγκτες διεθνείς  χρηματοπιστωτικές αγορές. Αντίθετα, η καθιέρωση ενιαίας ομοσπονδιακής  οικονομικής πολιτικής, όπως στις ΗΠΑ, θα έδινε μια αναπτυξιακή διέξοδο, συμβάλλοντας: (α) στο ξεπέρασμα της κρίσης και στην ταχύτερη αποπληρωμή των χρεών κρατών μελών, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και το Βέλγιο, (β) στη δημιουργία μιας ελπιδοφόρας προοπτικής  για τους πολίτες

όλων των χωρών μελών της Ευρωζώνης και γενικά της ΕΕ, και (γ) στην πρακτική εφαρμογή όσων επί τόσα χρόνια επαγγέλλονται οι ηγέτες της ΕΕ περί οικονομικής σύγκλισης, συνοχής, αλληλεγγύης και εφαρμογής ενιαίας οικονομικής πολιτικής. Ίσως κάποτε η έκδοση ευρωομολόγου, αντί των εθνικών ομολόγων για την κάλυψη εθνικών δανειακών αναγκών, να αποτελέσει την απαρχή εφαρμογής στην πράξη ενιαίας οικονομικής πολιτικής κατ’ αρχήν σε επίπεδο Ευρωζώνης.

Το μόνο ενθαρρυντικό είναι το “όραμα” του προέδρου Ε. Μακρόν για μια “νέα Ευρώπη”, πιο δημοκρατική, πιο αλληλέγγυα, στηριζόμενη στην ανάπτυξη, με κοινό προϋπολογισμό και κοινό Υπουργείο οικονομικών και πιο κοντά στον μέσο Ευρωπαίο πολίτη. Επίσης, αναφέρεται σε μια Ευρώπη με κοινή στρατηγική κουλτούρα στον τομέα της άμυνας, προτείνοντας οι εθνικοί στρατοί των κρατών-μελών να δέχονται εθελοντικά στρατιώτες απ’ όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η Γαλλία θα κάνει το πρώτο βήμα, ανοίγοντας τις ένοπλες δυνάμεις της στους υπόλοιπους Ευρωπαίους πολίτες έχει χαρακτηριστικά δηλώσει κατ’ επαναληψη. Προς αυτήν την αισιόδοξη κατεύθυνση θα περίμενε κανείς να υπάρξει μια γενικότερη ενεργοποίηση και άλλων κρατών-μελών, ώστε να αρχίσει να δημιουργείται μια ισχυρή πλειοψηφία, που θα βοηθήσει και στην ανάσχεση του ευρωσκεπτικισμού.  Η Ευρωπαική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών, της οποίας έχω την τιμή να είμαι μέλος, επεξεργάζεται ένα κείμενο με ανάλογες θέσεις και απόψεις για την “Επόμενη ΕΕ”.

Δυστυχώς, η πορεία προς την πολυπόθητη Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση δεν φαίνεται να είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Θα απαιτήσει πρώτα από όλα ριζική αλλαγή νοοτροπίας και αντιλήψεων και διαχείρισης θεμάτων, που δεν προϋπήρχαν στα κυρίαρχα εθνικά κράτη-μέλη, συναινετική συνύπαρξη με τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς λαούς και  περαιτέρω μείωση της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας και αντίστοιχη αύξηση της ευρωπαϊκής.

Στην κατεύθυνση αυτή οφείλουν να συνεισφέρουν τα ΜΜΕ, τα σχολεία όλων των βαθμίδων, και άλλοι φορείς για την ενίσχυση της ιδέας της ενιαίας Ευρώπης, της ευνομούμενης συνύπαρξης, αλληλοκατανόησης και προοπτικής των λαών της ΕΕ και ιδιαίτερα σε αυτή τη φάση, αυτών της Ευρωζώνης.   Είναι καιρός, για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, να αρχίσουν να σκέπτονται και να δρουν περισσότερο ευρωπαϊκά παρά εθνικά. Έτσι, νομίζω θα αρχίσουν να δημιουργούνται σιγά-σιγά αλλά σε σταθερές βάσεις  οι κατάλληλες συνθήκες για την πολυπόθητη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Σημ.: Τμήμα αυτού του άρθρου δημοσιεύθηκε στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού “Σταλακτήτες”.