Πολύς θόρυβος είχε γίνει και πάντα δικαιολογημένος βέβαια, για τα μάρμαρα του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.

Θησαυροί της κλασικής Ελληνικής Τέχνης «ξεριζώθηκαν» άσπλαχνα από τη Γη που τους δημιούργησε, από το λαό που τους εμπνεύστηκε, από τους καλλιτέχνες που τους σμίλεψαν, για να στηθούν με απώτερα οικονομικά και διαφημιστικά οφέλη, σε μια ξένη, παράταιρη για το είδος Γη.

Φωνάζουν και διαμαρτύρονται επίσημα ελληνικά χείλη -και το χρέος τους είναι τούτο- για την επαναφορά τους και το ξαναστήσιμό τους στο δικό τους οικείο χώρο, με φόντο το γαλάζιο ελληνικό ουρανό κι όχι τον γκρίζο και βαριά συννεφιασμένο.

Είναι οι πολιτιστικοί θησαυροί που μας κληροδότησαν σπουδαίοι πρόγονοι και φυσικό είναι να τους θέλομε στο δικό μας τόπο και να τους καμαρώνομε μαζί και με τους ξένους βέβαια επισκέπτες στη δική μας Πατρίδα. Ελπίδα μας είναι το ότι θα έρθει η στιγμή κάποτε, που κάποιοι περισσότερο ευαίσθητοι της χώρας που… ωφελείται, να δείξουν μεγαλύτερη λεπτότητα και ευαισθησία, με μια σωστή ανταπόκριση στο δίκαιο αίτημα, πριν φθαρούν οριστικά. Πριν χαθεί αμετάκλητα εκείνη η υφή και η λεπτή αίσθηση του ωραίου με τη χάρη που τους έδωσε η απαράμιλλη τέχνη του γλύπτη της αρχαιότητας.

Μια Ελληνοπούλα λοιπόν από τις Αρχάνες -η Μαρία- βρέθηκε φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου Greenwich της πόλης Eltham. Η λαχτάρα της σπουδής και της γνώσης την έφερε μακριά από το χώρο που μεγάλωσε και  ο λίγος σχετικά χρόνος της απουσίας της από την Πατρίδα, δεν την έχει αφήσει ακόμα να προσαρμοστεί όσο πρέπει στο νέο τρόπο ζωής και στο νέο περιβάλλον της. Φυσικό είναι λοιπόν, σε κάθε ευκαιρία, για να ελαττώνει και τη νοσταλγία της, να θέλει να επισκέπτεται και να γνωρίζει πολλά από τα αξιοθέατα που πραγματικά διαθέτει τούτη η προηγμένη Ευρωπαϊκή Μεγαλούπολη.

Κάποιο Σαββατοκύριακο λοιπόν, το τραίνο έφερε τη Μαρία με τη συντροφιά της, στο κεντρικό Λονδίνο. Κι όπως συμβαίνει σε κάθε επισκέπτη, φυσικό ήταν να εντυπωσιάσουν τη νεαρή Κρητικοπούλα οι πύργοι, τα κάστρα, οι γέφυρες, η θέα του Τάμεση, το μουσείο με τα κέρινα ομοιώματα και πάνω απ’ όλα το Βρετανικό Μουσείο. Τα καμάρωνε όλα, χωρίς να πάψει να νοσταλγεί την Πατρίδα και τα δικά της αξιοθέατα, μια κι όπως είπαμε δεν είχε ακόμη προσαρμοστεί όσο πρέπει στην ξένη γη.

Κατά την περιήγησή της, λοιπόν, στο απέραντο Βρετανικό μουσείο, τα βήματά της την έφεραν μπροστά στα μάρμαρα του Παρθενώνα. Το τι ένιωσε στη θέα τους το νεαρό κορίτσι είναι συγκλονιστικό, όπως αφήνει να φανεί στη θαυμάσια περιγραφή που κάνει σε μια πυκνογραμμένη γεμάτη ευαισθησία επιστολή της… Στάθηκε μπροστά στα «μάρμαρα» αμίλητη κι ακίνητη, νιώθοντας ένα κόμπο να της σφίγγει το λαιμό. Έβλεπε με ταραχή και θαυμασμό μαζί την πληθώρα των εκθεμάτων εκείνων που έχουν τη ρίζα τους σε μια μικρή αλλά όμορφη και ηλιόλουστη Μεσογειακή Χώρα, την Ελλάδα.

Τα συναισθήματα διαδέχονταν απανωτά το ένα τ’ άλλο στη θέα τους, ενώ δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια της. Από φύση συναισθηματική και με ιδιαίτερη αγάπη στην Ελληνική κουλτούρα, παρατηρούσε με δέος την πληθώρα των εκθεμάτων της Ελληνικής Τέχνης: τα αγάλματα, τις επιτύμβιες στήλες με γραφές του Θουκυδίδη στον Επιτάφιο του Περικλή μα και ολόκληρους ναούς. Κι όλα αυτά στημένα εκεί στον ξένο χώρο του μακρινού μουσείου.

Ένιωσε ότι όλα τούτα, στο σύνολό τους, που θαυμάζει το πλήθος των επισκεπτών σε μια ξένη γη, σαν να πήραν ξαφνικά πνοή ζωής. Σα να έγιναν έμψυχα, ολοζώντανα αλλά γεμάτα παράπονο, γιατί νιώθανε εγκλωβισμένα στην ξένη και αταίριαστη για τη Φύση τους Γη.

Ένιωσε λύπη και βαθύτατο πόνο για τούτα τα φυλακισμένα αριστουργήματα που κάποια στιγμή σα να της φώναζαν «βοήθεια». Στρέφει το βλέμμα και βλέπει το πλήθος σε ουρά επισκεπτών κι ήταν οι περισσότεροι παρά σε κάθε άλλο χώρο του Μουσείου. Άνθρωποι κάθε εθνικότητας και από κάθε γωνιά της Γης…Πόλος έλξης τούτα τα «μάρμαρα» της αριστουργηματικής ελληνικής αρχαίας τέχνης.

Τα θαύμασε επί ώρες η Μαρία. Κι όταν ξανάφερε για άλλη μια φορά ένα γύρο τη ματιά της για ν’ αγκαλιάσει με το βλέμμα της μια ακόμη φορά όλα τούτα, ξανά πλημμύρισαν δάκρυα τα μάτια της.,.Ω δεν μπορούσε άλλο να συνδυάζει όσα έβλεπε με τις σκέψεις που αυθόρμητα κυριαρχούσαν στο νου και την ψυχή της.

Ένιωσε τότε μια ασυγκράτητη τάση φυγής. Μιας φυγής με γρηγοράδα απίστευτη.

Τόση ήταν η βιάση της να φύγει από κει μέσα που προκάλεσε το ενδιαφέρον και την αντίδραση των φρουρών του μουσείου που γεμάτοι περιέργεια τη σταμάτησαν για να τη ρωτήσουν «τι συμβαίνει;».

Εκείνη κοντοστάθηκε και τους κοίταξε κατάματα με αποφασιστικότητα και αυστηρή διάθεση, γεμάτη υπονοούμενα:

«I’m only a greek woman

Είμαι μόνο μια Ελληνίδα…»

Και απομακρύνθηκε με την ίδια βιασύνη κάτω από τα έκπληκτα μάτια και τα μισανοιγμένα στόματα των φρουρών του Βρετανικού μουσείου…