Με την πρόσφατη επίσκεψη στο Ηράκλειο της κ. ΤΖΙΤΖΙΚΩΣΤΑ, προέδρου της ΟΥΝΕΣΚΟ, στην Ελλάδα, και τις επαφές που πραγματοποίησε με τον Περιφερειάρχη και τον δήμαρχο, έδωσε την εντύπωση ότι ένα αχνό φως, στο σκοτεινό τούνελ της ένταξης των μινωικών Ανακτορικών Κέντρων στο καλεντάρι του Διεθνούς αυτού οργανισμού αντιφέγγει αμυδρά.

Η απουσία της ΚΝΩΣΟΥ, του λίκνου του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού είναι ένα από τα πολιτιστικά διεθνή παράδοξα, που αντιστοιχεί επακριβώς σαν να απουσιάζει η ΒΗΘΛΕΕΜ από την Καινή Διαθήκη.

Ελπίζω η επίσκεψη αυτή να δώσει ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα και να μην είναι μία κίνηση εκτόνωσης και δημοσίων σχέσεων.

Η υπόθεση αυτή βέβαια έχει πίσω της μακρά περιπετειώδη διαδρομή…

Είναι γνωστές, άλλωστε, οι ‘’μάχες’’ που δόθηκαν σε πολλά επίπεδα από τη τότε Νομαρχιακή Αρχή Ηρακλείου, (2003-2006), όταν με την συμπλήρωση 60 χρόνων από την υπογραφή του Καταστατικού Χάρτη της UNESCO, του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη & τον Πολιτισμό, διαπιστώσαμε, με οδυνηρή έκπληξη, την παντελή απουσία των Μινωικών Ανακτορικών Κέντρων από τον επίσημο κατάλογο της UNESCO, των αναγνωρισμένων μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Σύμφωνα με τον ΧΑΡΤΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, το 1964: «Απέναντι στις μελλοντικές γενιές η ανθρωπότητα νιώθει υπεύθυνη για τη διάσωση των μνημειακών έργων των λαών και έχει χρέος να τα παραδώσει σ’ αυτές με όλο τον πλούτο και την αυθεντικότητά τους».

Πιστή  στο παραπάνω δόγμα είναι η απόφαση της Γενικής Συνδιάσκεψης της UNESCO που αποφάσισε να καταρτίσει κατάλογο των αναγνωρισμένων μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, στον οποίο φιλοξενούνται τοποθεσίες με εξέχουσα οικουμενική αξία, αντιπροσωπευτικά αριστουργήματα του ανθρώπινου γένους.

Μέχρι πρότινος ο κατάλογος αυτός περιλάμβανε:

812 τόπους ( 628 πολιτιστικοί, 160 φυσικοί, 24 μεικτοί) από τους οποίους οι 16 είναι Ελληνικοί, που αναδεικνύουν τοποθεσίες αρχαιολογικής, ιστορικής, φυσικής και πνευματικής σπουδαιότητας.

Η ένταξη, βέβαια, ενός μνημείου στον επίσημο κατάλογο της UNESCO δεν αποτελεί μόνο αναγνώριση της πολιτιστικής σπουδαιότητάς του και ως εκ τούτου προκαλεί ικανοποίηση και υπερηφάνεια στη χώρα και στον λαό που το δημιούργησε, αλλά έχει και μία πιο ουσιαστική και πρακτική διάσταση.

Συγκεκριμένα:

α) Το ενταγμένο, σε αυτό τον κατάλογο, μνημείο βρίσκει θέση στην ιστοσελίδα της UNESCO, που την επισκέπτονται καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών, μέσω του διαδικτύου και αποτελεί τεράστια δωρεάν διαφήμιση του μνημείου, με αποτέλεσμα να προσελκύσει εκατομμύρια επισκεπτών, απ’ όλο τον κόσμο, στο πλαίσιο του αρχαιολογικού τουρισμού με αυτονόητη ωφέλεια για την τοπική οικονομία. Η Κνωσός, δυστυχώς, λάμπει δια της απουσίας της από την ιστοσελίδα της UNESCO.

β) Με την ένταξη ενός μνημείου, στον κατάλογο αυτό, τίθεται αυτόματα υπό την αιγίδα της UNESCO και χρηματοδοτείται γενναία για την αναστύλωση, τη συντήρηση και την προστασία του.

γ) Ένας άλλος σοβαρός λόγος είναι ότι για να γίνει πράξη ο φιλόδοξος στόχος, το Ηράκλειο πρέπει κάποτε να επιλεγεί ως η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ, προϋπόθεση όμως αποτελεί η ένταξη της Κνωσού στον περίφημο κατάλογο της UNESCO.

Η Θεσσαλονίκη και η Πάτρα επελέγησαν ως πολιτιστικές πρωτεύουσες, καθ’ ότι η πρώτη προέβαλε τα ενταγμένα, ήδη, στον κατάλογο μνημεία της περιοχής της, (η Βεργίνα, τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της πόλης, καθώς και το βουνό Άθως, κλπ. και η Πάτρα προέβαλε τα ενταγμένα, ήδη, μνημεία της Πελοποννήσου (Ολυμπία, Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα, ο Μυστράς, οι Μυκήνες, η Επίδαυρος, κλπ.

Παρά όμως τον αγώνα που κατέβαλε η προηγούμενη Νομαρχιακή Αρχή, απευθυνόμενη στον τότε Πρωθυπουργό της χώρας, στον τότε Υπουργό Πολιτισμού, στον Γενικό Διευθυντή της UNESCO, στον Έλληνα Πρέσβη στην UNESCO, στην πρέσβειρα καλής θελήσεως στον Οργανισμό αυτό, στην Ελληνική Βουλή και στην Ευρωβουλή, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης αλλά καθώς και σε εκατοντάδες κρητικούς Συλλόγους στην Ελλάδα και όπου γης, οι οποίοι συμπαραστάθηκαν με φλογερά ψηφίσματα υπέρ του δικαίου αιτήματος του κρητικού λαού, δυστυχώς, προσκρούσαμε στο αδιαπέραστο τείχος του Υπουργείου Πολιτισμού.

Ο τότε Υπουργός Πολιτισμού, δέσμιος των μανδαρίνων του Υπουργείου του, κάποιοι από τους οποίους αμφισβητούν, όπως αποδείχθηκε,  ακόμα και την ελληνικότητα των Μινωϊτών και κατ’ επέκταση του Μινωικού Πολιτισμού, αφού επέρριψε τις ευθύνες στους προκατόχους του Υπουργούς Πολιτισμού, έθεσε, δε, αβάσιμες και ανυπέρβλητες προϋποθέσεις για την ένταξη της Κνωσού στον επίμαχο κατάλογο.

Συγκεκριμένα, προέβαλε, ως προσχηματικό λόγο αδυναμίας έστω και υποβολής σχετικής αίτησης προς την UNESCO την ύπαρξη… 700 αυθαιρέτων κτισμάτων!… στις θεσμοθετημένες αρχαιολογικές ζώνες Α’ κ Β’ και έθεσε ως βασική προϋπόθεση την κατεδάφισή τους. Γεγονός εκ των πραγμάτων αδύνατο.

Το εκπληκτικό, όμως, είναι ότι η αιτίαση αυτή δεν ισχύει, και αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις, καθ’ ότι η Κνωσός καλύπτει όλα τα κριτήρια που θέτει η UNESCO, και με το παραπάνω, και τα οποία δεν ομιλούν πουθενά για κατεδαφίσεις κτισμάτων νομίμων ή παρανόμων σε απόσταση χιλιομέτρων από το μνημείο

Σύμφωνα με την UNESCO, τα κριτήρια ένταξης ενός μνημείου στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς είναι:

α. Να είναι αντιπροσωπευτικό  αριστοτεχνικό δημιούργημα της ανθρώπινης φυλής.

β. Να είναι ενδεικτικό της ανθρώπινης ευφυίας.

γ. Να εμφανίζει μια μοναδική  ή τουλάχιστον μια εξαιρετική μαρτυρία κάποιας πολιτιστικής παράδοσης η ενός πολιτισμού που εχει εξαφανισθεί.

δ. Να είναι εξαίρετο παράδειγμα ενός τύπου οικοδομήματος ή αρχιτεκτονικής δομής ή τεχνολογικού συνόλου και να εικονογραφεί ένα σημαντικό σταθμό στην ανθρώπινη ιστορία.

ε. Να είναι  έξοχο παράδειγμα της παράδοσης της ανθρώπινης διαχείρισης της γης και να αντιπροσωπεύει έναν πολιτισμό, ειδικά μάλιστα στην εποχή που είχε  παρακμάσει και περνούσε σε αμετάκλητες αλλαγές.

στ. Να συνδέεται άμεσα και απτά με γεγονότα η ζωντανές παραδόσεις, με ιδέες ή με “πιστεύω”, με καλλιτεχνικές η λογοτεχνικές δημιουργίες που έχουν παγκόσμια σημασία.

Είναι σαφές ότι η ΚΝΩΣΟΣ  τα καλύπτει πλήρως.

Άλλωστε η Ακρόπολις γειτνιάζει με την Πλάκα, στην οποία υπάρχουν και εκατοντάδες κτίρια προβληματικής νομιμότητας, νυκτερινά κέντρα, ταβέρνες κ.λπ. χωρίς ποτέ να απαιτήσει η UNESCO να κατεδαφισθούν…

Βέβαια, ο Πρεσβευτής της Χώρας μας στην UNESCO με επιστολή του στην τότε Νομαρχιακή Αρχή, ανέφερε απλά την ανάγκη: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού (εντελώς αόριστα, χωρίς να καθορίζει τις διαστάσεις αυτής της Ζώνης), καθώς και η εκπόνηση ενός ΣΧΕΔΙΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ για τη συντήρηση του μνημείου.

Ο τότε Υπουργός Πολιτισμού, επαυξάνοντας εντελώς αυθαίρετα τις απαιτήσεις της UNESCO, ερμήνευσε (κατά του δοκούν) την σχετική διάταξη και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ΖΩΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ της ΚΝΩΣΟΥ αποτελούν και η Α’ & η Β’ Αρχαιολογική Ζώνη και όχι ένας κύκλος με μία εύλογη διάμετρο με κέντρο την Κνωσό, όπως έγινε με την Ακρόπολη και άλλα μνημεία.

Άλλωστε, είναι γνωστό το πολύχρονο αίτημα του Ηρακλειώτικου λαού, όπως έχει εκφραστεί με δεκάδες ψηφίσματα κοινωνικών φορέων αλλά και αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου, σχετικά με την καταδίκη της διαδικασίας που ακολουθήθηκε κατά τον καθορισμό των Αρχαιολογικών Ζωνών της Κνωσού, με το Προεδρικό Διάταγμα της 11ης/09/1976, η οποία αγνόησε παντελώς την τοπική κοινωνία.

Η διαβόητη αυτή διαδικασία αγνόησε όχι μόνο την κοινή λογική, αλλά και την επιστημονική έρευνα και την πολιτική πρακτική της χρηστής διοίκησης, καθ’ όσον έχει αποδειχθεί ότι κανένα μέτρο, όσο αυστηρό και αν είναι, δεν μπορεί να υλοποιηθεί, αν δεν διαθέτει τη  λαϊκή αποδοχή.

Αυτή την επιθυμητή λαϊκή αποδοχή δεν κατάκτησαν ποτέ οι θεσμοθετημένες τότε ως Α’ & Β’ Αρχαιολογικές Ζώνες της Κνωσού, περιοχές που περιλαμβάνουν 13.500 στρέμματα γης (όσο περίπου καταλαμβάνει και το πολεοδομικό συγκρότημα του Ηρακλείου) στα οποία απαγορεύεται η δόμηση, στη μεν Α’ Ζώνη ολικώς και στη δε Β’ Ζώνη μερικώς.

Αυτή η εντελώς αυθαίρετη υπερβολή θεσμοθέτησης των Αρχαιολογικών Ζωνών, που θεωρητικά έγινε για τη μεγαλύτερη δήθεν προστασία του μνημείου της Κνωσού, στην πράξη έφερε τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα, με έξαρση της αυθαίρετης δόμησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εικόνα του μνημείου αλλά και της ευρύτερης περιοχής.

Είναι, δε, γνωστό και επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι τα ευρήματα δεν καλύπτουν παρά μόνο ένα μικρό μέρος των Αρχαιολογικών Ζωνών.

Το δε Υπουργείο Πολιτισμού είχε δεσμευθεί, αναγνωρίζοντας τον λανθασμένο καθορισμό τους, ότι θα προχωρήσει στον επανακαθορισμό των αρχαιολογικών ζωνών της ΚΝΩΣΟΥ,χωρίς να το κάνει πράξη ακόμη…

Τα παραπάνω εμπόδια και αιτιάσεις έχουν άραγε αρθεί ή παραμένουν;

Τι λέει η κυρία Πρόεδρος;

Ο εμπαιγμός πρέπει να σταματήσει.

Το Υπουργείο Πολιτισμού και ιδιαίτερα οι αρχαιολόγοι, πρέπει να ομονοήσουν και επιτέλους να συντάξουν τον φάκελο της υποψηφιότητας ένταξης στο καλεντάρι της ΟΥΝΕΣΚΟ των ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΩΝ ΜΙΝΩΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, και να αγωνισθούν να εγκριθεί από τον Οργανισμό, που αποτελούν τη “ΒΗΘΛΕΕΜ” και το “ΛΙΚΝΟ” του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, γεγονός που σχετικά πρόσφατα επιβεβαίωσε ένας μεγάλος ΓΕΝΕΤΙΣΤΗΣ, μετά από εξέταση του μιτοχονδριακού DNA δεκάδων σκελετών ΜΙΝΩΪΤΩΝ, που βρέθηκαν σε σπήλαιο του όρους ΔΙΚΤΗ ΛΑΣΙΘΙΟΥ, χαρακτηρίζοντας τους ΜΙΝΩΪΤΕΣ ως τους “ΠΡΩΤΟΥΣ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ”.