Στο ταξίδι της ζωής συχνά κάνουμε αναδρομές στον χρόνο αναζητώντας τον χαμένο τόπο. Τότε που το μέλλον ήταν ακόμη αόρατο και γεμάτο προσδοκίες.

Λίγοι έχουν το χάρισμα και την ικανότητα να μας κάνουν κοινωνούς αυτής της αναδρομής και να μας χαρίσουν έργα που ερεθίζουν τη σκέψη μας, τροφοδοτούν και γονιμοποιούν την καθημερινότητά μας. Είναι εκείνα τα μαγικά κουμπιά που σταματούν τον χρόνο και τα αναζητά ο κρητικός μαντιναδολόγος.

Ιδιαίτερα όταν ο χρόνος του αφηγητή είναι και δικός μας χρόνος και τα γεγονότα που περιγράφονται τα έχουμε ζήσει και εμείς, φυσικά από άλλη απόσταση και με διαφορετικές εμπειρίες. Ο Μίμης Ανδρουλάκης είναι ένας από αυτούς. Είναι ρεαλιστής και ιδεοτόκος.

Έζησε σε μια ενδιαφέρουσα εποχή και με τη δράση του συνδιαμόρφωσε και καθόρισε τη ροή των εξελίξεων, ιδιαίτερα με το ήθος του. Όπως σωστά ειπώθηκε από τον Ηράκλειτο «ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων» μτφρ Η μοίρα στον άνθρωπο είναι το ήθος του.

Κατόρθωσε πολλά το παιδί του τσαγκάρη και της μοδίστρας που διδάχθηκε παρακολουθώντας την καθημερινή και πολιτική ζωή από τα αποκόμματα των εφημερίδων.

Αργότερα όταν «πολλῶν δ᾿ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω» (μτφρ γνώρισε καλά πολλών ανθρώπων τις πόλεις και κατανόησε τη νοοτροπία τους), έμεινε όρθιος στο χρέος δίδοντας νόημα στη ζωή του, υπερβαίνοντας δόγματα και ιδεολογίες κάθε μορφής.

Με τα προηγούμενα βιβλία του «Πριν σβήσουν τα φώτα» και «Κάτω από τις στάχτες» επιχείρησε να μας αφηγηθεί όσα θυμάται και με το τελευταίο του έργο «Ποιος το ξέρει; Ποιος το ξέρει;» ολοκλήρωσε μια τριλογία που ακουμπά το 2024 και οραματίζεται ένα ίσως σκοτεινό μέλλον, αν τα παθήματα δεν γίνουν μαθήματα.

Και τα τρία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ. Έχουν όμως προηγηθεί πάνω από τριάντα έργα του παράλληλα με την ενεργό πολιτική του δράση.

Γραμματολογικά δεν είναι εύκολο να ενταχθούν σε ένα λογοτεχνικό είδος. Έχουν στοιχεία μυθιστορηματικής γραφής, δοκιμιακού λόγου, πολιτικού στοχασμού και ενσωματώνουν αρκετές αναφορές από την παγκόσμια λογοτεχνία και επιστήμη.

Φυσικά οι σπουδές του στο Μετσόβιο και οι γνώσεις των μαθηματικών τον βοηθούν να κατανοήσει και να ερμηνεύσει αρκετές πολύπλοκες πολιτικές εξελίξεις. Ιδιαίτερα όμως τον βοήθησε η μελέτη του στα οικονομικά και στην ψυχολογία, ώστε σε πολλές κρίσιμες στιγμές ο λόγος του να είναι προφητικός.

Μόνο που ίσως τον βάραινε η κατάρα της Κασσάνδρας. Εκείνη την καταράστηκε ο Απόλλωνας γιατί αρνήθηκε τον έρωτά του. Εκείνον ίσως γιατί το ρολόι του δεν συγχρονίστηκε με το ρολόι της ιστορίας. Τις έγκυρες προβλέψεις του δεν ήταν σε θέση να αποδεχτούν και να αξιοποιήσουν οι εκάστοτε πρωταγωνιστές.

Για τα προηγούμενα έργα του έχω γράψει στη στήλη αυτή. Στο τελευταίο του έργο αναφέρεται στα πολιτικά πράγματα και τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν από το 1994 ως το 2024 με επίκεντρο την κρίση του 2010, που την έβλεπε να έρχεται και είχε προσπαθήσει με προηγούμενα βιβλία του να προειδοποιήσει τους υπεύθυνους.

Εκείνοι όμως αδιαφόρησαν, γιατί οι προσωπικές τους φιλοδοξίες και οι ανεπάρκειές τους δεν τους επέτρεψαν να δουν «τη βοή των πλησιαζόντων γεγονότων». Αν δεν είχε γράψει τα προηγούμενα βιβλία του θα λέγαμε ότι εύκολα εκ των υστέρων αποφαίνεται και κρίνει.

Δυστυχώς και εγκαίρως μίλησε και δημιουργικές προτάσεις είχε κάνει. Στο έργο αυτό ο λόγος του είναι ώριμος, οι καταστάσεις αναλύονται καθαρά και οι ψυχολογικές παρατηρήσεις του για τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν ερμηνεύουν γιατί η τραγωδία τελικά έπληξε τους απλούς ανθρώπους και όχι τους πρωταγωνιστές, όπως συμβαίνει στην αρχαία τραγωδία.

Φυσικά και εκείνοι είχαν και έχουν την ευθύνη τους, γιατί οι εκάστοτε πολιτικοί ηγέτες αναδείχθηκαν με τη δική τους ψήφο. Ο Μίμης Ανδρουλάκης και με τα βιβλία του και με τις ραδιοφωνικές του εκπομπές και με τη συνολική του δράση προσφέρει πολλά.

Απείχε κάποια χρόνια από την ενεργό πολιτική. Τα χρόνια όμως της κρίσης ήταν στο κοινοβούλιο και αποτυπώνει το δράμα και την αγωνία που έζησε προσπαθώντας να επηρεάσει τα πράγματα. Παραμένει πάντα ένας ενεργός πολίτης και γλαφυρός αφηγητής.

Και στον γραπτό και στον προφορικό του λόγο γοητεύει. Ίσως αδικεί ορισμένους, αλλά τεκμηριώνει επαρκώς την άποψή του. Το ύφος και ο τρόπος της αφήγησης εναλλάσσονται. Άλλοτε δίδονται με αφηγηματικό τρόπο, άλλοτε παρουσιάζονται ως συνέντευξη σε μια γυναίκα που ζητά διευκρινήσεις. Τελειώνω με την παράθεση μιας παραγράφου από το τέλος του βιβλίου.

«Πολλά ενδέχεται να συμβούν μέχρι το 2041 -Ποιος το ξέρει;- όμως ο αυτοβιογραφούμενος στην έβδομη δεκαετία του δεν θα επαναλάβει ό,τι έκανε στην πέμπτη, δηλαδή προγνώσεις. Η εικόνα ενός γέρου Τειρεσία μού ήταν πάντα θλιβερή».