Όταν ο άπειρος νεοδιορισθείς δάσκαλος έμπαινε στην αίθουσα για να αρχίσει τη διδασκαλία στις πρώτες ημέρες του διορισμού του, ο Καλοκάγαθος Διευθυντής του Σχολείου, παρακολουθώντας τον, του έλεγε με πολύ γλυκό, γελαστό και ευγενικό τρόπο:
«Κύριε συνάδελφε, όλοι όταν, για πρώτην φοράν αρχίζομεν μιαν εργασίαν, βαδίζομεν με βήμα αργό, ίνα μη σκοντάψομεν στο διάβα της εργασίας μας (Καθαρεύουσα γαρ)…
Λέμε τότε: «ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ!»
Και κατόπιν αυτής της συμβουλής ο ενάρετος και υπάκουος νεοδιορισθείς δάσκαλος, ενθυμούμενος τα λόγια του μεγαλύτερού του, σε ηλικία και έμπειρου στην υπηρεσία συναδέλφου του, ακολουθούσε με θρησκευτική ευλάβεια τα λόγια, που του είχε πει κάποτε ο διευθυντής εκείνου του σχολείου, εις το οποίο πρωτοδιορίστηκε.
Μετά βέβαια, από την απόκτηση της σχετικής εμπειρίας, έτρεχε στη διδασκαλία των μαθημάτων, όπως καλή-ώρα εγώ (Ως παλιός δάσκαλος) έτρεχα το πρωί λέει να πάω να προλάβω την τράπεζα για να πληρώσω εκείνον τον καταραμένον τον ΕΝΦΙΑ. Μα ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ εδά! Αφού έχει επισύρει την κατακραυγή και την οργή των περισσοτέρων Ελλήνων…
Και αυτό γιατί θέλησα κι εγώ να τρέξω, λέει, περνώντας, σαν τον έμπειρο δάσκαλο! (τάχα μου) καταμεσής από τη πλατεία Ελευθερίας, με εκείνους τους εκτοξευτήρες! Εκεί που όταν πέσει μια σταγόνα νερό πρέπει, όχι μόνον να σπεύδεις βραδέως, αλλά να μπουσουλίζεις καλιά, αν θέλεις τα κόκαλά σου γερά. Γιατί αν τυχόν και πέσεις, όπως ΕΓΩ, ο νόμιμος, συγνώμη, ο έμπειρος πολίτης, ήθελα να πω, αλλοίμονό σου και ποιός θα σε μαζεύει! Άσε εδα μετά τη δωδεκάμηνη! Και πλέον ανακατασκευή να δούμε ανέ πέφτουμε ή κάτι ανάλογο ή διαφορετικό!
Ακόμη—- ακόμη θέλανε λέει και να την επεκτείνουνε μέχρι τη πλατεία Κορνάρου. Και εκεί να ιδείς… «ντούσκους»… όταν ο Θεός θελήσει να ικανοποιήσει τις προσευχές μας, περί βροχερών ημερών, προς χαριν των προϊόντων Γης και αγροτών κλπ, που τόσο έχουμε ανάγκη!
ΘΑΥΜΑΣΤΕ την παλιά πλατεία! Οι παλιοί κάτοικοι Ηρακλείου θυμούνται το υπέροχο Κυριακάτικο νυφοπάζαρο!
Θυμούνται τα καφε-ουζερί, ΠΑΠΑΚΑΛΙΑΤΗ, ΜΠΕΛΑΝΤΗ κ.α. με τα μικρά μικρά χοχλιδάκια και τόσους άλλους νοστιμότατους μεζέδες.
Θυμούνται τα γκαρσόνια, με τις άσπρες καθάριες φορεσιές τους, να φωνάζουν: «Ένα γλυκύ βραστό, ένα υποβρύχιον κ.α, κ.α.».
Θυμούνται τους τοπικούς παραδοσιακούς φωτογράφους επί της πλατείας……
Θυμούνται τις όμορφες κι αμάλαγες παρέες, με τα καλαμπούρια, με τα ευγενικά πειράγματα, με τις λοξές ματιές της αγαπημένης ή του αγαπημένου μας, επειδή συνοδευόταν από τους γονείς, το κρυφοκοίταγμα…
Θυμούνται, τη συνάντηση φίλων και όσων είχαν πολύ καιρό να ιδούν, να κουβεντιάσουν και… τόσα άλλα… που σιγανοπερπατώντας σήμερα σε εκείνα τα μέρη, μόνο συγκινητικές αναμνηστικές σκέψεις, ίσως και μια σταγόνα δάκρυ να τρέξει, δίχως να το θέλεις, από την άκρη των ματιών σου και χίλιες τόσες γλυκές ή πικρές αναμνήσεις να περάσουν, σαν κινηματογραφική ταινία από μπροστά σου.
Φαίνεται πως δεν άρεσε η πλατεία, που βλέπετε, στην οποία συνέβαιναν όλα αυτά τα ρομαντικά, συναισθηματικά, ενσυναίσθητα, υπέροχα, ανέμελα, πραγματικά, τα ξέγνοιαστα και χωρίς φόβους κλοπής, ληστείας, παιδοφιλίας, γυναικοκτονίας και τόσα άσχημα και ανήθικα, που σήμερα μαυρίζουν αντί να λευκαίνουν την πανδημική κατατρεγμένη ψυχή μας.Γι’ αυτό σας προτρέπω να ακλουθείτε το ρητό του δασκάλου: «ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ: στις πλατείες του Μ. Κάστρου και ειδικά στις πλατείες Κορνάρου και Ελευθερίας έως νεοτέρας… Ίνα φτάσεις στο σπίτι σου, τουλάχιστον ταχέως και να μην γίνεις προσωρινός ένοικος κάποιου εφημερεύοντος… Νοσηλευτικού Ιδρύματος, ιδιαίτερα κατά τους βροχερούς μήνες, (αν μας επισκεφθούν ή υπάρξουν τοιούτοι! κατά τους οποίους σημειώνονται διάφορα δυσάρεστα πεζο-πεσίματα, ήτοι κατάγματα, θλάσεις, εκδορές και σοβαροί τραυματισμοί, ορθοπεδικής φύσεως, καθώς σε αυτά τα μέρη ελλοχεύουν παγίδες για τους πεζούς, που θα τις ζήλευαν ακόμα και οι… ειδικές δυνάμεις έως ότου μετά δωδεκαμήνου ΟΨΟΜΕΘΑΙΔΩΜΕΝ!!