Πρόπερσι το καλοκαίρι συνάντησα στην Ρόδο τον Αυγερινό, παλιό συμφοιτητή μου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είχα να τον δω από τότε που αποφοιτήσαμε. Εκείνος με αναγνώρισε και μου μίλησε πρώτος. Στο ξενοδοχείο καθίσαμε παράμερα και συζητούσαμε. Συνταξιούχος και αυτός. Πόντιος στην καταγωγή, όπως δείχνει και η κάπως ένρινη προφορά του. Μου διηγήθηκε την ιστορία του.

Ατύχησε στον γάμο του. Η γυναίκα του, δημόσιος υπάλληλος, τον περιφρονούσε. Από την αρχή, λίγο μετά τον γάμο τους, πριν ακόμη διοριστεί αυτή στο Δημόσιο, έφευγε συχνά από την Θεσσαλονίκη, όπου έμεναν, τον άφηνε μόνο, και πήγαινε στους γονείς της, στο χωριό. Και έμενε μαζί τους επί εβδομάδες, μερικές φορές και μήνα ολόκληρο, ιδίως το καλοκαίρι. Μαζί της απόκτησε δύο παιδιά, μία κόρη και ένα γιο. Όμως ο φουκαράς ο Αυγερινός είχε βασικές υποψίες ότι το πρώτο τους παιδί, η κόρη, δεν ήταν δικό του. Το έκρυβε μέσα του και η σκέψη αυτή τον βασάνιζε.

Μια μέρα λοιπόν  – η κόρη τους τότε πήγαινε στο λύκειο και ο γιος τους στο δημοτικό – μετά από καβγά, φανέρωσε στην γυναίκα του την υποψία του. Εκείνη οργίστηκε. «Βρε, δεν ντρέπεσαι να σκέφτεσαι τέτοια πράματα;» φώναζε. Έγινε έξω φρενών. Μάλιστα την άλλη μέρα η γυναίκα του έπιασε την κόρη τους και της είπε. «Άκουσε αυτό που θα σου πω. Είσαι μεγάλη και πρέπει αυτά να τα ξέρεις. Ο ηλίθιος ο πατέρας σου έχει την υποψία ότι εσύ δεν είσαι δικό του παιδί. Νομίζει ότι σε έκανα με άλλον. Και μάλιστα μου είπε ότι θα πάρει τρίχες σου, για να τις πάει σε εργαστήριο να διαπιστώσει αν πράγματι είσαι δικό του παιδί. Κοίτα μην σταθείς να σου ξεριζώσει μαλλιά!»

Πριν από μερικά χρόνια η γυναίκα του Αυγερινού πέθανε από καρκίνο στο συκώτι. Τα παιδιά του έχουν ήδη πάρει τον δικό τους δρόμο στην ζωή. Η κόρη του, χημικός, εργάζεται σε εταιρία. Μένει στην Θεσσαλονίκη, κοντά του. Έχει και δύο παιδιά, τα εγγονάκια του. Συχνά τον επισκέπτεται και συγυρίζει κάπως το σπίτι. Ο γιος του εργάζεται ως λογιστής σε πολυκατάστημα στην Αγγλία.

Μια μέρα η κόρη του – που την έτρωγε, όπως φαίνεται, και αυτήν το σκουλήκι της υποψίας – τόλμησε και του είπε. «Μπαμπά, η συχωρεμένη η μαμά κάποτε μου είχε εμπιστευθεί ότι είχες υποψίες ότι δεν είμαι δικό σου παιδί. Θέλεις να πάρεις μια τρίχα από τα μαλλιά μου, για να βεβαιωθείς με εξέταση;»

Ο Αυγερινός αρχικά αρνήθηκε. «Τι ανοησίες είναι αυτές…» έλεγε. Αλλά τελικά πήρε την τρίχα. Την τοποθέτησε προσεκτικά σε σακουλάκι νάιλον και την πήγε στο εργαστήριο  DNAlogy  για τεστ πατρότητας. Και εκεί που μου τα διηγούνταν ο Αυγερινός  έβγαλε από το πορτοφόλι του και ξεδίπλωσε μπροστά μου τα σχετικά χαρτιά. Στο εργαστήριο τον βεβαίωσαν ότι η στατιστική εγκυρότητα του αποτελέσματος , που θα του έδιναν, ήταν 99,999%. Αλλά κανονικά, του είπαν, η δειγματοληψία έπρεπε να γίνει στο εργαστήριο, οι τρίχες μαλλιών έπρεπε να είναι περισσότερες, και να είναι μαζί με την ρίζα τους.

Ο Αυγερινός παρακάλεσε να κάνουν ό,τι  μπορούσαν με την μια τρίχα που τους έδινε. Του ήταν αδύνατο να φέρει περισσότερες. Ο υπάλληλος πήρε το σακουλάκι, έβγαλε την τρίχα και την εξέταζε προσεκτικά στο φως. «Θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατό» του είπε. Μετά από τέσσερις μέρες  ο Αυγερινός ειδοποιήθηκε και πήγε στο εργαστήριο. Είχε μεγάλη αγωνία και η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. Βγήκε από το εργαστήριο ο υπάλληλος  κρατώντας τα χαρτιά.

Τον κάλεσε στο διπλανό γραφείο και απλώνοντας τα χαρτιά του επάνω στο τραπέζι του εξηγούσε ότι η εξέταση τελικώς  έγινε επιτυχώς και ότι το αποτέλεσμα ήταν ότι το παιδί δεν ήταν δικό του. Ούτε ένα «δυστυχώς» δεν έβαλε μπροστά από το «δεν ήταν δικό του». Τα άλλα δεν τα άκουσε ο Αυγερινός. Ήταν ζαλισμένος.

Γύρισε στο σπίτι – μου έλεγε –  και τρεις μέρες δεν καταλάβαινε ούτε πού βρίσκεται ούτε τι κάνει. Την τέταρτη μέρα τον επισκέφθηκε η κόρη του. Τον ρώτησε αν είχαν βγει τα αποτελέσματα. «Ναι» της απάντησε. «Βγήκανε». «Και τι λένε;» «Ότι είσαι παιδί δικό μου». Η κόρη όρμηξε και τον αγκάλιασε. Την αγκάλιασε κι εκείνος και έκλαιγε από μέσα του. Έμειναν πολλή ώρα έτσι αγκαλιασμένοι.

Ο Αυγερινός τελείωσε την διήγηση. Δεν μπορούσε να συνεχίσει. Έτρεμε η φωνή του.