«Η μουσική δεν είναι ο ήχος που ακούγεται, αλλά αυτός ο ήχος όπως τροποποιείται ή ερμηνεύεται με διάφορους τρόπους από τη φαντασία του ακροατή» είναι τα λόγια του φιλοσόφου Robin George Collingwood υπονοώντας ότι η θέση του καλλιτέχνη είναι δίπλα στο κοινό του. Οι μουσικοί βρίσκονται σε πρόβες εβδομάδων ή μηνών που μετατρέπονται σε συναυλία μιας ώρας. Ο καλλιτέχνης χρειάζεται το κοινό για να συνεχίσει να δημιουργεί και να ερμηνεύει, χρειάζεται να του σφίξουν το χέρι και να αντλήσει δύναμη από τα χαμόγελα γνωστών και άγνωστων προσώπων για να συνεχίσει να παράγει έργο. Μια συναυλία χωρίς κοινό είναι μία απλή πρόβα, θυμίζοντας μια ψυχή χωρίς το σώμα.

Οι διαδικτυακές συναυλίες αντικατέστησαν τις ζωντανές εμφανίσεις κι ο μουσικός αποκόπηκε σε σημαντικό βαθμό από το κοινό του. Οι εικόνες από γνωστά και άγνωστα πρόσωπα με μάτια που λαμπυρίζουν γεμάτα ενθουσιασμόχάθηκαν. Δεν θα πλησιάσει κανείς από το κοινό για να τους σφίξει το χέρι. Ο μουσικός επέστρεψε σε έναν άδειο χώρο έχοντας συντροφιά τον εξοπλισμό του και τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Εκεί τουλάχιστον μπορεί να βρει παρηγοριά έστω και με τις διαδικτυακές συναντήσεις.

Οι μουσικοί παίρνουν την πρωτοβουλία να βρουν μόνοι τους λύσεις εφόσον η κυβέρνηση δείχνει να δοκιμάζει ακόμα τα όρια αντοχής των καλλιτεχνών. Διεξάγουν διαδικτυακές συναυλίες για να νιώθουν ελεύθεροι μέσα στον περιορισμό. Συναντούν τους συναδέλφους τους μέσω ίντερνετ για να είναι κοινωνικοί μέσα στην απομόνωση.

Συμμετέχουν στα online σεμινάρια όντας αμέτοχοι με τις κάμερες συνήθως κλειστές.

Δεν είναι αυτή η θέση του μουσικού. Η θέση του μουσικού -και του κάθε καλλιτέχνη- είναι μαζί με το κοινό του. «Όταν έχεις κτίσει ένα κοινό και τους δικούς σου θεατές θα πρέπει να τους ξανακερδίσεις», δήλωσε ο Μαέστρος και καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου Μίλτος Λογιάδης.

Σήμερα ο μουσικός στην Ελλάδα καλείται να συναντήσει το κοινό του σε απόσταση 1,5 μέτρου με τη σκηνή να απέχει 3 μέτρα από την 1η σειρά καθισμάτων και το όριο πληρότητας να κυμαίνεται στο 40%, όπως ορίζει ο κανονισμός. Με τα παραπάνω μέτρα να βρίσκονται σε ισχύ, ίσως σημειωθεί μικρή πρόοδος στην πορεία των καλλιτεχνικών δρώμενων. Για τη διεξαγωγή μιας συναυλίας υπάρχουν έξοδα όπως η ενοικίαση του χώρου συναυλιών, η πληρωμή των μουσικών και διοργανωτών, καθώς και η ενοικίαση εξοπλισμού.

Οι μουσικοί καλούνται να πάρουν δύσκολη απόφαση αν θα δεχτούν και εν τέλει συμβιβαστούν με τα νέα μέτρα της κυβέρνησης για τη διεξαγωγή μιας συναυλίας, η οποία δεν αποκλείεται να αποφέρει μικρό κέρδος. Η πώληση εισιτηρίων αποκτά όριο με την παράσταση να απευθύνεται σε μικρό αριθμό ακροατών. Το κοινό δίνει κάποιο νόημα στις ζωντανές εμφανίσεις και στηρίζει οικονομικά, ηθικά και ψυχολογικά τους καλλιτέχνες, διαφορετικά θα παρέμενε ένα σύνολο από αριθμούς που δεν αγγίζουν τη μουσική ουσία ούτε απαλύνουν τη νοσταλγία της καλλιτεχνικής ψυχής.

«Είναι αυτονόητο ότι η πανδημία έχει επηρεάσει πολύ το θεσμό της ορχήστρας. Λιγότερες συναυλίες με 50% συμμετοχή του κοινού δημιουργεί πρόβλημα στις εισπράξεις, ενώ στις λίγες πρόβες που γίνονται διά ζώσης υπάρχει το πρόβλημα με τα μοριακά τεστ τα οποία κοστίζουν σε 60 ανθρώπους, καθώς 2 μοριακά τεστ την εβδομάδα συγκεντρώνουν το ποσό των 12.000 ευρώ. Η ορχήστρα έχασε πολλά.

Αυτό είναι το οικονομικό σκέλος. Από καλλιτεχνικής άποψης, οι αποστάσεις δεν είναι ό,τι καλύτερο για το ομαδικό παίξιμο, την ομαδική συνεργασία. Αλλάζουν οι συνθήκες που ακούει κανείς, χάνει τη γρηγοράδα», δήλωσε σε τηλεφωνική συνέντευξη ο Μίλτος Λογιάδης.

Οι καλλιτέχνες στο μουσικό χώρο καταφεύγουν σε εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να διατηρήσουν επαφή με το αντικείμενό τους. Στη σελίδα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών αναφέρεται ότι ο αριθμός εισιτηρίων ανά συναλλαγή και εκδήλωση έχει περιοριστεί στα 4 άτομα, ενώ στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης κάποιοι μουσικοί συμμετέχουν αφιλοκερδώς σε διαδικτυακές συναυλίες όπως το μουσικό πρόγραμμα «Κύκλος Beethoven: 32 Σονάτες για πιάνο» που πρόκειται να μεταδοθεί στο διαδικτυακό κανάλι του Μεγάρου στις 21 Ιουνίου 2021.

«Η εξασφάλιση καλλιτεχνικών και πολιτισμικών προμηθειών οδηγεί στο σχεδιασμό και την εφαρμογή καινοτόμων παρεμβάσεων» δήλωσε η Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Σκανδιναβικού Ταμείου Πολιτισμού Eline Sigfusson.

Τόσο η μουσική όσο κι οι υπόλοιπες μορφές τέχνης προσαρμόζονται δύσκολα σε δομές σκέψης που είναι ξένες προς αυτήν και εντείνουν το χάσμα μεταξύ πράξης και θέλησης.

«Ένα έθνος κατορθώνει να εκφράσει την ενδότερη φύση του κατά τρόπο τέλειο στα γράμματα και τις τέχνες. Η πνευματική ωριμότητα έχει βαθιές ρίζες στο πολιτισμικό έδαφος του έθνους, την κυριαρχία στα εκφραστικά μέσα, την τεχνική, τη μορφή και μία σαφή αντίληψη του κόσμου και της ζωής, δηλαδή την υπέρτατη συμπύκνωση των καλλιτεχνικών αξιών ενός λαού» είχε υποστηρίξει ο μουσικολόγος Paul Henry Lang.

*Η Ειρήνη Μαυρογιαννάκη είναι μουσικός- συνθέτις